Ένρινον είναι και το [γ], όταν ευρίσκεται προ των ουρανικών [κ], [γ], [χ] ή προ του [ξ]: άγκυρα, αγγείον, άγχω, άγξω (Αχιλλέας Τζάρτζανος) ▪ Συλλογιστείτε πώς προφέρεται το πρώτο [γ] στις λόγιες <παγγερμανισμός>, <παγγνωσία> ή <συγγνωστός>, στις οποίες, κατ’ εξαίρεση, δεν έχουμε τροπή του δεύτερου συμφώνου ▪ Αρκετές φορές, τα [μπ] και [ντ] μέσα στη λέξη είναι οι άλλες μορφές των [μβ] και [νδ]: κόμβος → κόμ̂πος, ένδεκα → έν̂τεκα ▪ Αυτό που ουσιיαστικά τρέπεται είναι το δεύτερο σύμφωνο ▪ Όταν γράφω και τα δίψηφα [γγ/γκ], [μπ], [ντ] αφορούν δύο φθόγ̂γους, προσθέτω ένα διיακριτικό ώστε να αναγνωρίζουν απαξάπαν̂τες πώς προφέρον̂ται ▪ Εάν δε γίνει η αναγ̂καία γραπτή διיάκριση ανάμεσα στα έρρινα και τα άρρινα δίψηφα, σε λίγον καιρό θα αναφερόμαστε στην αλλοίωση και τον ψευδισμό της Κοινής Νεοελληνικής (κόμπος [b] ⇔ κόβος, έντεκα [d] ⇔ έδεκα, άγγελος [g] ⇔ agel ≠ angel < άγ̂γελος)

Τετάρτη 1 Ιουνίου 2022

ΠΩΣ Ο ΚΑΝΟΝΑΣ ΤΟΥ ΤΕΛΙΚΟΥ –Ν ΕΚΘΕΤΕΙ ΤΗ ΝΕΑ ΣΧΟΛΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΤΗΣ Ε΄& ΣΤ΄ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ, ΣΕ Ο,ΤΙ ΑΦΟΡΑ ΤΗΝ ΠΡΟΦΟΡΑ ΤΩΝ ΔΙΨΗΦΩΝ ΣΥΜΦΩΝΩΝ

 





Στην Ενότητα 4, της νέας σχολικής Γραμματικής της Ε΄& ΣΤ΄ Δημοτικού – Πώς προφέρω και γράφω λέξεις και φράσεις (σελ. 55), διיατυπώνεται, μεταξύ άλλων, ότι το τελικό -ν ορισμένων λέξεων παραμένει, όταν η λέξη που ακολουθεί αρχίζει από [κ][π], [τ], [ξ], [ψ], [γκ], [μπ], [ντ] (και ακόμη από [τσ] ή [τζ], συμ̂πληρώνω), δηλ. από συγ̂κοπτόμενο ή δίψηφο σύμφωνο.

Μάλιστα, στην περίπτωση των δίψηφων συμφώνων αναφέρει ένα παράδειγμα με το [ντ] (την ντουλάπα), ενώ αμέσως πιο κάτω επισημαίνει πως όταν η επόμενη λέξη αρχίζει από [β], [γ], [δ], [ζ], [θ], [λ], [μ][ν][ρ][σ][φ] ή [χ], δηλ. από εξακολουθητικό σύμφωνο, το -ν χάνεται (π.χ.: τη δασκάλατη θυμήθηκαδε θέλω).



Επομένως, το να προφέρουμε <τη~ντουλάπα> είναι λάθος (!) Διיαφορετικά θα έπρεπε να συμ̂περιλάβουμε τα δίψηφα σύμφωνα με τα εξακολουθητικά, στα οποία το -ν, συνήθως, απαλείφεται.

Πράγματι, στη ροή του λόγου, όταν δε μεσολαβεί παύση, οι παραπάνω λέξεις συνεκφωνούν̂ται, με αποτέλεσμα να ακούγον̂ται σα να ήταν μία. Τότε το δίψηφο [ντ] δε βρίσκεται στην αρχή αλλά στο μέσον της εκφοράς, με συνέπεια το φατνιακό [ν] να τρέπεται σε μαλακοϋπερωικό, αλλιώς άγμα (την+ντουλάπα → τηŋντουλάπα την̂τουλάπα).


Ό,τι συμβαίνει με το ηχηρό [ντ], γίνεται και με το συμφωνικό του ζεύγος· ήτοι το άηχο [τ] -το οποίο τρέπεται σε άτονο [ντ], αφού δεν είναι εξαρχής [ντ]- όπως και με τα υπόλοιπα συγ̂κοπτόμενα σύμφωνα: είτε αυτά είναι ηχηρά, δηλ. δίψηφα, είτε άηχα.

Ο παραμελημένος προφορικός λόγος - Το ευ̂φωνικό [Ν] μάς τιμωρεί

Αυτός είναι ο κυριότερος λόγος που το τελικό -ν δεν απαλείφεται ποτέ, όταν η επόμενη λέξη αρχίζει από συγ̂κοπτόμενο σύμφωνο ή σύμ̂πλεγμα: οι φωνολογικές τροπές που λαμβάνουν μέρος στον προφορικό λόγο.

Ο άλλος λόγος είναι για να αποφευχθεί η νοηματική σύγχυση: κυρίως στη χρήση του οριστικού άρθρου <τη(ν)> ή του αδύνατου τύπου της προσωπικής αν̂τωνυμίας < αυτή>, έναν̂τι της ερωτηματικής <τι>, καθώς και σε αυτήν των άρθρων του αρσενικού και του ουδετέρου ή των αδύνατων τύπων των αν̂τωνυμιών <αυτός/αυτό>, στην αιτιατική πτώση· δηλ. ανάμεσα στα <τον> και <το> ή <ένα(ν)> και <ένα>.

Ό,τι γίνεται με τη συνεκφορά των λέξεων, συμβαίνει συνήθως και όταν το δίψηφο σύμφωνο απαν̂τά στο μέσον μιας γηγενούς λέξης της γλώσσας μας: είτε είναι σύνθετη, με πρώτο συνθετικό πρόθημα που τελειώνει σε -ν (π.χ. έν̂τιμη < εν+τιμή, αφού και σε αυτή την περίπτωση έχουμε δύο λέξεις που κάποτε συμ̂προφέρθηκαν και έγιναν μία), είτε όχι (π.χ. πέν̂τε [ŋd], φεγ̂γάρι/αγ̂καλιά [ŋg], αμ̂πέλι [ɱb]), με αποτέλεσμα το δίψηφο σύμφωνο να αφορά πάλι δύο φθόγ̂γους.


Ωστόσο, η νέα σχολική Γραμματική της Ε΄& ΣΤ΄Δημοτικού, στην Ενότητα 3  Πώς δημιουργώ λέξεις (σελ. 40), εκφράζει διיαφορετική θέση: υποστηρίζει την άρρινη προφορά, διδάσκον̂τας τα παιδιά να μονοφθογ̂γίζουν τα δίψηφα σύμφωνα, με συνέπεια να οδηγούν̂ται στην κακοφωνία και τον ψευδισμό της Κοινής Νεοελληνικής.


Σε όλους αυτούς που τόσο ασυλλόγιστα ενστερνίζον̂ται την άρρινη προφορά και δε συγ̂κινούν̂ται, ούτε αν̂τιδρούν στο παραπάνω γλωσσικό και πολιτισμικό μας ολίσθημα, συνιστώ -σύμφωνα με τα <κολύμπι>, <κόμπος> [b], <άντρας> και <χοντρός> [d], τα οποία εκφέρουν- να λένε και <κολυβητής>, <κόβος>, <αδρισμός>, <χοδρική>· αλλά και <agel>, <spoge> -όταν ομιλούν την Αγ̂γλική- αναλογικά προς τα <άγγελος> και <σπόγγος/σφουγγάρι> [g].


Μπορούν επίσης, προς επίρρωση των όσων ισχυρίζον̂ται, να προφέρουν γκχορδο> και <ελέγκξω>.
Τι κι αν ο Τζάρτζανος επεσήμανε, κάποτε, στη Γραμματική του πως έρρινο είναι και το [γ], δηλ. μία άλλη μορφή του [ν], πριν από άλλο ουρανικό σύμφωνο (αγκάθι  αγ̂κάθι, άγγελος  άγ̂γελος, έγχορδο  έŋχορδο, ελέγξω  ελέŋξω).


Αλήθεια, οι δάσκαλοι στο συλλαβισμό των όμοιων συμφώνων και εν προκειμένω σε αυτόν του [γγ(βλ. παρακάτω τη λέξη φεγ-γά-ρι), πώς προφέρουν το πρώτο [γ]; Ως [γ] ή ως [ν];

Γιατί αν το προφέρουν [ν] -κάτι για το οποίο πολύ αμφιβάλλω- υπάρχει περίπτωση τα παιδιά να μάθουν ότι το δίψηφο [γγ], όπως και το ομόηχό του [γκ] στο μέσον της λέξης, αφορούν, κατά το πλείστον, δύο φθόγ̂γους και όχι έναν (!)

Επιπλέον, δε γνωρίζουν ότι η εξαίρεση, συνήθως, επιβεβαιώνει τον κανόνα; Δε συλλογίστηκαν ποτέ πώς προφέρεται το πρώτο [γ] στις λόγιες παγγερμανισμός, παγγνωσία ή συγγνωστός, ώστε να συνάγουν το συμ̂πέρασμα ότι στα δίψηφα [γγ/γκ], [μπ], [ντ], αν κάποιο σύμφωνο κατ ουσίαν τρέπεται, αυτό είναι το δεύτερο και όχι το πρώτο;...

Ομοίως και στα άλλα παραδείγματα του τελικού -ν με τα συγ̂κοπτόμενα σύμφωνα, που αναφέρει η εν λόγω Γραμματική:

 <την+κοπέλα> → <τηŋοπέλα>, <δεν+ξέρω>  <δεŋέρω> (με το [oνα δηλώνει την άτονη προφορά του φθόγ̂γου)

Αυτό στο οποίο ουσιיαστικά ο ήχος αλλάζει, είναι το δεύτερο σύμφωνο.

- Καλό καλοκαίρι!


 ΔΙ'ΕΥΚΡΙΝΙΣH:

 Όπου:   ˆ   το ευ̂φωνικό [ŋ] ή [ɱ] πριν από το δίψηφο σύμφωνο.

              י    η εκφορά των φθόγ̂γων χωριστά, χωρίς συνίζηση.



Άρης Βαφιάς, MA RCSSD
Καθ. Αγωγής Προφ. Λόγου & Φωνής