Ένρινον είναι και το [γ], όταν ευρίσκεται προ των ουρανικών [κ], [γ], [χ] ή προ του [ξ]: άγκυρα, αγγείον, άγχω, άγξω (Αχιλλέας Τζάρτζανος) ▪ Συλλογιστείτε πώς προφέρεται το πρώτο [γ] στις λόγιες <παγγερμανισμός>, <παγγνωσία> ή <συγγνωστός>, στις οποίες, κατ’ εξαίρεση, δεν έχουμε τροπή του δεύτερου συμφώνου ▪ Αρκετές φορές, τα [μπ] και [ντ] μέσα στη λέξη είναι οι άλλες μορφές των [μβ] και [νδ]: κόμβος → κόμ̂πος, ένδεκα → έν̂τεκα ▪ Αυτό που ουσιיαστικά τρέπεται είναι το δεύτερο σύμφωνο ▪ Όταν γράφω και τα δίψηφα [γγ/γκ], [μπ], [ντ] αφορούν δύο φθόγ̂γους, προσθέτω ένα διיακριτικό ώστε να αναγνωρίζουν απαξάπαν̂τες πώς προφέρον̂ται ▪ Εάν δε γίνει η αναγ̂καία γραπτή διיάκριση ανάμεσα στα έρρινα και τα άρρινα δίψηφα, σε λίγον καιρό θα αναφερόμαστε στην αλλοίωση και τον ψευδισμό της Κοινής Νεοελληνικής (κόμπος [b] ⇔ κόβος, έντεκα [d] ⇔ έδεκα, άγγελος [g] ⇔ agel ≠ angel < άγ̂γελος)

Σάββατο 22 Ιανουαρίου 2022

ΣΗΜΑN̖TΙΚΕΣ ΠΑΡΑΛΕΙΨΕΙΣ ΚΑΙ ΛΑΘΗ ΣΤΗΝ ΠΡΟΦΟΡΑ ΤΟΥ ΤΕΛΙΚΟΥ -Ν ΜΕ ΤΟ ΑΡΧΙΚΟ ΣΥΓ̖ΚΟΠΤΟΜΕΝΟ ΣΥΜΦΩΝΟ ΤΗΣ ΕΠΟΜΕΝΗΣ ΛΕΞΗΣ ΣΤΗ ΣΧΟΛΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΤΟΥ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ




‘’το~ντύνωστη~ντήνοτο~ντίνο‘’
Όσα [ν] κι αν προσθέσουμε ή αφαιρέσουμε στο γραπτό λόγο...




Στην τελευταία δημοσίευση


έγινε λόγος για τις παραλείψεις και τα λάθη στην προφορά των δίψηφων συμφώνων στα σχολικά βιβλία του Δημοτικού.

Στο παρόν άρθρο θα αναφερθώ για ακόμη μία φορά (στους παρακάτω συνδέσμους μπορείτε να δείτε προηγούμενες αναφορές:


στον κανόνα του τελικού [ν], ο οποίος εκθέτει τις νέες σχολικές Γραμματικές της Ε΄, ΣΤ΄ Δημοτικού και Α΄, Β΄, Γ΄ Γυμνασίου, που υιοθετούν και διδάσκουν την άρρινη προφορά.

Ας θυμηθούμε λοιπόν τι επισημαίνει, μεταξύ άλλων, ο κανόνας:

το τελικό [ν] των λέξεων «δεν», «μην», «σαν», «(σ)την», «(σ)τον», «λίγον», «πολύν», «αρκετόν», «αυτόν», «ίδιον», «άλλον», «έναν», «κανέναν», «τέτοιον», «ετούτον», «εκείνον», «ποιον», «κάποιον», «κάμ̂ποσον», «όποιον», «όσον», «πόσον», «τόσον», διיατηρείται πάν̂τα στο γραπτό λόγο, όταν η επόμενη λέξη αρχίζει από συγ̂κοπτόμενο σύμφωνο (κ, π, τ, ξ, ψ, γκ, μπ, ντ, τζ, τσ).

Γιατί συμβαίνει αυτό;

Απλούστατα, γιατί στη ροή του λόγου λαμβάνουν μέρος κάποιες τροπές του τελικού [ν] με το αρχικό συγ̂κοπτόμενο σύμφωνο ή σύμ̂πλεγμα της λέξης που ακολουθεί, τις οποίες δεν μπορούμε να αγνοήσουμε.

Αυτός είναι και ο λόγος που υφίσταται ο συγ̂κεκριμένος κανόνας.

παρατίθεν̂ται οι φωνολογικές μεταβολές). 

Ας δούμε τώρα τι περιγράφει η νέα σχολική Γραμματική του Γυμνασίου:

ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ: ΦΩΝΗΤΙΚΗ-ΦΩΝΟΛΟΓΙΑ
 

Κατ αρχάς να εξηγήσουμε τι σημαίνει στην προκειμένη περίπτωση, ο όρος αφομοιώνεται στον οποίο αναφέρεται η νέα σχολική Γραμματική.

Σημαίνει ότι ο φθόγ̂γος του [ν] εξομοιώνεται, χάνει δηλ. τα ιδιיαίτερα χαρακτηριστικά του, προκειμένου να γίνει όμοιος με αυτόν που ακολουθεί, δηλ. με αυτόν του [μπ].

Συνεπώς, έχουμε:

τον + μπαμπά [⇒ το~bαμπά] ⇒ τομπαμπά
τον + γκρεμό [⇒ το~gρεμό] ⇒ τογκρεμό

Και ακόμη:

στον Πέτρο [ν ⇒ μ, μ + π = μπ] ⇒ [στο~bέτρο] ⇒ στομπέτρο
τον + Περικλή [ν + π = μπ] ⇒ [το~bερικλή] ⇒ τομπερικλή

Σύμφωνα με αυτά, σε ποιο αβίαστο συμ̂πέρασμα οδηγείται κανείς:

Ότι οι παραπάνω αποδόσεις ενισχύουν την άρρινη προφορά σε όλες τις λέξεις της γλώσσας μας, αφού ό,τι ισχύει κατά τη συνεκφορά (π.χ. τον Περικλή ⇒ τομπερικλή), προτρέπει τον ομιλητή να πράξει και όταν το δίψηφο σύμφωνο βρίσκεται στο μέσον της λέξης, είτε αυτή είναι σύνθετη (π.χ. συν+πορεύομαι ⇒ συμπορεύομαι [b]), είτε το δίψηφο ενυπάρχει στη ρίζα της (π.χ. λάμπω [b]).

Άλλωστε αυτό διδάσκεται στη νέα σχολική Γραμματική του Δημοτικού (βλ. περίπτωση: αγκαλιά [g], φεγγάρι [g]), με την αν̂τίστοιχη του Γυμνασίου να αποτελεί τη φυσική της συνέχεια.

ENOTHTA 3: ΠΩΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΩ ΛΕΞΕΙΣ;
3.2 ΓΡΑΜΜΑΤΑ


Ωστόσο, η τελευταία λησμονεί ότι τα ίδια τα δίψηφα (γκ, μπ, ντ), που στην αρχή της λέξης προφέρον̂ται πάν̂τοτε ατόφια, αν̂τικρούουν τον παραπάνω άτοπο ισχυρισμό, αφού πέραν της κακοφωνίας, προκύπτει ζήτημα και στη διיάκριση των γενών (αρσενικού-ουδετέρου), με συνέπεια να δημιουργείται σύγχυση στην απόδοση του νοήματος.

Ενδεικτικά αναφέρω το παρακάτω παράδειγμα:

τον + ντύνω [⇒ το~dύνω] ⇒ τοντύνω (ουδέτερο-σύγχυση γένους)

Οπότε ευλόγως θα πρέπει ο συνομιλητής να ρωτήσει:

- «Ποιο ντύνεις;»

στην + Τήνο [⇒ στη~dήνο] ⇒ στηντήνο (κακόφωνη αναφορά, η οποία παραπέμ̂πει σε πρόσωπο ή σε κάτι γένους θηλυκού, ασχέτως γραφής)

- «Ποια ντύνεις;»

τον + Ντίνο [⇒ το~dίνο] ⇒ τοντίνο (σύγχυση γένους-επανάληψη ομόηχου ουδετέρου)

- «Δεν καταλαβαίνω τι μου λες. Επιτέλους, ποιο και ποια ντύνεις;»

Δηλ.:

το~ντύνω→στη~ντήνο→το~ντίνο (με εναλλαγή ουδετέρου-θηλυκού-ουδετέρου και τις αποδόσεις, όσον αφορά τα δίψηφα σύμφωνα, να είναι ηχητικά ισοδύναμες)

τοντύνω ⇔ στηντήνο ⇔ τοντίνο (ισοδυναμία δίψηφων συμφώνων)

Αν̂τί της ορθής απόδοσης:

τον + ντύνω [⇒ τοŋdύνω] ⇒ τον̂τύνω (ορθή δήλωση γένους)

στην + Τήνο [⇒ στηŋήνο] ⇒ στην̂τήνο (με άτονη εκφορά του δίψηφου συμφώνου, αφού δεν είναι εξαρχής ηχηρό· προκύπτει μετά την τροπή του άηχου συμφώνου στο αν̂τίστοιχο ηχηρό του, η οποία βοηθά τον ακροατή να αν̂τιληφθεί ότι γίνεται αναφορά σε τοπωνυμία)

τον + Ντίνο [⇒ τοŋdίνο]  τον̂τίνο (απόδοση ομόηχου αρσενικού)

Δηλ.:

τον̂τύνω→στην̂τήνο→τον̂τίνο (αρσενικό-θηλυκό-αρσενικό)

τον̂τύνω  στην̂τήνo  τον̂τίνο (σχεδόν ισοδύναμα, που καθιστούν ωστόσο εφικτή τη νοηματική απόδοση, ακόμη και σε περίπτωση διיαφορετικής σύν̂ταξης-λεκτικής ακολουθίας)

τον̂τύνω  τον̂τίνο  στην̂τήνo (μπορεί σε αυτή την περίπτωση να μην είναι απολύτως διיακριτό το όνομα, ωστόσο όλοι αν̂τιλαμβανόμαστε ότι η ενέργεια αφορά σε πρόσωπο ή έστω σε κάτι γένους αρσενικού)

Επέλεξα σκόπιμα αυτό το παράδειγμα για να καταδείξω πόσο σημαν̂τική είναι η απόδοση του [ν] στην επικοινωνία, δηλ. οι ευ̂φωνικές συνηχήσεις των [ŋ], [ɱ] στο προφορικό επίπεδο της γλώσσας μας.
 
Και επειδή κάποιοι μπορεί να προτρέξουν και να ισχυριστούν ότι η συγ̂κεκριμένη περίπτωση είναι ιδιיαίτερη και μοναδική, παραθέτω και άλλες (π.χ. τροπή/ντροπή, ταβάς/νταβάς, ταμπλάς/νταμπλάς), με πιο χαρακτηριστική αυτήν του παρκάρεις/μπαρκάρεις, η οποία επισημαίνεται στο σύνδεσμο:


Το οξύμωρο είναι πως στην εν λόγω Γραμματική, σε άλλο χωρίο του ίδιου κεφαλαίου, διיατυπώνεται γενικόλογα το εξής:


Αποφεύγεται ωστόσο να αναφερθεί κάποιο παράδειγμα τροπής του συγ̂κοπτόμενου συμφώνου με το [ν], ώστε να καταλάβουμε τι εν̂τέλει ισχύει.

Από τα συμφραζόμενα, αυτό το οποίο κατανοούμε ότι καλούμαστε πλέον να πούμε είναι:

τονμπαμπά, τονγκρεμό, στονπέτρο, τονπερικλή
 
ή έστω: στονμπέτρο/τονμπερικλή (συσχετίζον̂τάς το με την πρώτη αναφορά [;])

και όχι: τομπαμπά, τογκρεμό, στομπέτρο, τομπερικλή (όπως δηλ. ειπώθηκε αρχικά)

Φυσικά τίποτε από τα παραπάνω δεν ισχύει, αφού στη ροή του λόγου -δηλ. εφόσον δε μεσολαβεί παύση- σωστές αποδόσεις είναι μόνο οι:

τομ̂παμπά [ɱb], τογ̂κρεμό [ŋg], στομ̂πέτρο [ɱb̥]*, τομ̂περικλή [ɱb̥]*

*Όπου o: η άτονη προφορά του δίψηφου συμφώνου.

Λαμβάνον̂τας υπόψη τι αναφέρεται στις συγ̂κεκριμένες σχολικές Γραμματικές του Δημοτικού και του Γυμνασίου, εάν υπάρχει κανείς δάσκαλος ο οποίος κατανοεί τι πρέπει να διδάξει στους μαθητές του σχετικά με την προφορά των δίψηφων συμφώνων και το τελικό [ν], τον παρακαλώ θερμά να ενημερώσει και εμένα.

Πάν̂τως, ένα είναι βέβαιο. Ό,τι κι αν κάνουμε, η γλώσσα είναι πιο σοφή από εμάς· και στην όποια αυθαίρετη παρέμβασή μας ή απόπειρα διיαστρέβλωσής της, νομοτελειακά θα μας διיαψεύσει με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο. Πόσο μάλλον όταν η ενέργειά μας αυτή αφορά μία γλώσσα καλλιεργημένη, με μακραίωνη ιστορία, όπως είναι η Ελληνική.

Και κάτι ακόμη. Εάν δε μάθουν τα παιδιά στο Σχολείο να προφέρουν σωστά τη γλώσσα μας, δεν πρόκειται να καταλάβουν ποτέ τον κανόνα του τελικού [ν] και να τον εφαρμόσουν· όσα [ν] κι αν προσθέσουμε ή αφαιρέσουμε από αυτόν...

ΔΙ'ΕΥΚΡΙΝΙΣH:

 Όπου:   ˆ   το ευ̂φωνικό [ŋ] ή [ɱ] πριν από το δίψηφο σύμφωνο.

              י    η εκφορά των φθόγ̂γων χωριστά.


Άρης Βαφιάς, MA RCSSD
Καθ. Αγωγής Προφ. Λόγου & Φωνής