Ένρινον είναι και το [γ], όταν ευρίσκεται προ των ουρανικών [κ], [γ], [χ] ή προ του [ξ]: άγκυρα, αγγείον, άγχω, άγξω (Αχιλλέας Τζάρτζανος) ▪ Συλλογιστείτε πώς προφέρεται το πρώτο [γ] στις λόγιες <παγγερμανισμός>, <παγγνωσία> ή <συγγνωστός>, στις οποίες, κατ’ εξαίρεση, δεν έχουμε τροπή του δεύτερου συμφώνου ▪ Αρκετές φορές, τα [μπ] και [ντ] μέσα στη λέξη είναι οι άλλες μορφές των [μβ] και [νδ]: κόμβος → κόμ̂πος, ένδεκα → έν̂τεκα ▪ Αυτό που ουσιיαστικά τρέπεται είναι το δεύτερο σύμφωνο ▪ Όταν γράφω και τα δίψηφα [γγ/γκ], [μπ], [ντ] αφορούν δύο φθόγ̂γους, προσθέτω ένα διיακριτικό ώστε να αναγνωρίζουν απαξάπαν̂τες πώς προφέρον̂ται ▪ Εάν δε γίνει η αναγ̂καία γραπτή διיάκριση ανάμεσα στα έρρινα και τα άρρινα δίψηφα, σε λίγον καιρό θα αναφερόμαστε στην αλλοίωση και τον ψευδισμό της Κοινής Νεοελληνικής (κόμπος [b] ⇔ κόβος, έντεκα [d] ⇔ έδεκα, άγγελος [g] ⇔ agel ≠ angel < άγ̂γελος)

Δευτέρα 23 Μαΐου 2022

ΒΑΓ̖ΓΕΛΗΣ ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ - ΕΝΑΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΣ ΣΕ ΑΠΟΛΥΤΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΜΕ TO ΣΥΜ̖ΠΑΝ






Η orthophonia.gr αποτίνει φόρο τιμής στον παγ̂κοσμίου φήμης και βραβευμένο με Όσκαρ μουσικό, Βαγ̂γέλη Παπαθανασίου -ο οποίος με τις απαράμιλλες συνθέσεις του και το γαλαξιακό του ήχο μάγεψε ολόκληρο τον κόσμο, προβάλλον̂τας τη χώρα μας ανά την υφήλιο- επιλέγον̂τας να παρουσιיάσει 3 από τα τραγούδια που έφεραν ελληνικό στίχο και συνέθεσε αυτός ο χαρισματικός και συγχρόνως εμ̂πνευσμένος δημιουργός.



ΣΑΡΑN̖TΑ ΠΑΛΛΗΚΑΡΙΑ (Παραδοσιακό)
Άλμπουμ: Ωδές (1978)
Σύνθεση-Διיασκευή: Βαγ̂γέλης Παπαθανασίου
Ερμηνεία: Ειρήνη Παπά

Σαράν̂τα παλληκάρια

από τη Λε-, μωρ’ απ’ τη Λεβαδειά· (δις)

πάνε για να πατήσουνε την Τροπο- [→ την̂τροπο]

μωρ’ την Τροπολιτσά! [→ την̂τροπολιτσά] (δις)

 

Στο δρόμο που πηγαίνανε γέρον̂τα

βρε γέρον̂τ’ απαν̂τούν: (δις)

Ώρα καλή σου γέρο.

Καλώς τα τα, καλώς τα τα παιδιά!

 

Πού πάτε παλληκάρια

πού πάτε ωρές, πού πάτε ωρές παιδιά; (δις)

Πάμε για να πατήσουμε την Τροπο- [→ την̂τροπο]

μωρ’ την Τροπολιτσά [→ την̂τροπολιτσά]! (τετράκις)

Πού πάτε παλληκάρια

πού πάτε ωρές, πού πάτε ωρές παιδιά;



Ο ΜΕΝΟΥΣΗΣ (Παραδοσιακό)
Άλμπουμ: Ωδές (1978)
Σύνθεση-Διיασκευή: Βαγ̂γέλης Παπαθανασίου
Ερμηνεία: Ειρήνη Παπά

Ο Μενούσης, ο Μπιρμπίλης

κι ο Μεμέτ Αγάς (δις)

στο κρασόπουλο πηγαίναν

για να φαν’, να πιουν (δις)

 

Κει που τρώγαν, κει που πίναν

κει που γλέν̂ταγαν (δις)

κάποιος έπιασε κουβέν̂τα

για τις όμορφες (δις)

 

Όμορφη γυναίκα που ‘χεις

βρε Μεμέτ Αγά! (δις)

Πού την είδες, πού την ξέρεις [→ τηγ̂κz̥έρεις]

και τη ‘μολογάς; (δις)

 

Χθες την είδα στο πηγάδι

κι έβγαζε νερό (δις)

και της ζήτησα φιλάκι

και μου το ‘δωσε (δις)

 

Ο Μενούσης μεθυσμένος

πάει την έσφαξε (δις)

το πρωί ξεμεθυσμένος

πάει την έκλαψε (δις)

 

Σήκω πάπια μ’, σήκω χήνα μ’

σήκω κι άλλαξε (δις)

να σε δουν τα παλληκάρια

και να χαίρον̂ται (δις)



ΤΩΡΑ ΞΕΡΩ
Άλμπουμ: 17 Τραγούδια (1990)
Συνθέτης: Βαγ̂γέλης Παπαθανασίου
Στιχουργός: Μιχάλης Μπουρμπούλης
Ερμηνεύτρια: Μαρία Φαραν̂τούρη

 

Τα χρόνια μου τα μέτρησα να βρω

το πέρασμα της γης το ιερό.

Η αλήθεια μπρος μας περνά

κι όποιος την αγ̂γίζει πονά.

Τώρα ξέρω πως κυνηγώ

μιας σβηστής φωτιάς τον καπνό [→ τογ̂καπνό]

 

Στους κήπους με τα δέν̂τρα τα νεκρά

της Κυριακής ρωτάω τα παιδιά.

Τώρα ξέρω πως θ’ ακουστεί

μες στη νύχτα μια μουσική.

Μια σκληρή, τρελή μουσική

των γυμνών καιρών αμοιβή


Η πόλη σαν το [→ σαν̂το] φίδι περπατά

με μάτια που δε βλέπουν μας κοιτά.

Τώρα ξέρω πως δεν μπορεί [→ δεμ̂πορεί]

η ζωή μας πίσω να ‘ρθει.

Η αλήθεια μπρος μας περνά

κι όποιος την αγ̂γίζει πονά

 

Τώρα ξέρω πως θα ζητώ

μιας σβηστής φωτιάς τον καπνό [→ τογ̂καπνό]



Καλό σου ταξίδι
συμ̂παν̂τικέ, Βαγ̂γέλη Παπαθανασίου

ΔΙ'ΕΥΚΡΙΝΙΣH:

 Όπου:   ˆ   το ευ̂φωνικό [ŋ] ή [ɱ] πριν από το δίψηφο σύμφωνο.

              o   η προφορά του άτονου [ζ].


Άρης Βαφιάς, MA RCSSD
Καθ. Αγωγής Προφ. Λόγου & Φωνής

Τρίτη 3 Μαΐου 2022

Η ΠΡΟΦΟΡΑ ΜΑΣ Η ΚΟΙΝΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΗΝ ΚΑΤΑN̖TΗΣΕΙ ΟΠΩΣ ΑΥΤΗ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΠΟΣΕΙΔΩΝΙΑΣ

 


Πηγή: Cavafy Archive Onassis Foundation
https://cavafy.onassis.org/el/object/22m8-5qz5-zcpw/



ΠΟΣΕΙΔΩΝΙ'ΑΤΑΙ
(ΚΩΝΣΤΑN̖TΙΝΟΣ ΚΑΒΑΦΗΣ)

Την γλώσσα την ελληνική οι Ποσειδωνιיάται

εξέχασαν τόσους αιώνας ανακατευμένοι

με Τυρρηνούς, και με Λατίνους, κι άλλους ξένους.

Το μόνο που τους έμενε προγονικό

ήταν μια ελληνική γιορτή, με τελετές ωραίες,                

με λύρες και με αυλούς, με αγώνας και στεφάνους.

Κ’ είχαν συνήθειο* προς το τέλος της γιορτής

τα παλαιά τους έθιμα να διηγούν̂ται,

και τα ελληνικά ονόματα να ξαναλένε,

που μόλις πια τα καταλάμβαναν ολίγοι.                       

Και πάν̂τα μελαγχολικά τελείων’ η γιορτή τους.

Γιατί θυμούν̂ταν που κι αυτοί ήσαν Έλληνες —

Ιταλιיώται έναν καιρό [→ έναγ̂καιρό] κι αυτοί·

και τώρα πώς εξέπεσαν, πώς έγιναν,

να ζουν και να ομιλούν βαρβαρικά                               

βγαλμένοι — ω συμφορά! — απ’ τον Ελληνισμό.

[1906]


* Η δίφθογ̂γος [ειο] κανονικά συνιζάνεται, με συνέπεια -μεταξύ του συμφώνου [θ] και αυτής- να συνηχείται το [χ]. Η εκδοχή η δίφθογ̂γος να αποδίδεται χωριστά είναι βάσιμη μόνο με την προσθήκη του τελικού [ν], ήτοι /το/ συνήθειיον (λόγιος-παρωχημένος τύπος, ανάλογη περίπτωση με αυτήν του πρόβειיονπρόβειο). Φυσικά δε συμβαίνει το ίδιο στην άλλη της μορφή (συνήθειיα), όπου η κατάληξη είναι δισύλλαβη. Επιπλέον η γραφή της με [ι] (συνήθιο), είναι σύμφωνη προς την ετυμολογία της [συνηθ(άω) + -ιο] και επομένως ορθότερη από αυτήν με [ει], η οποία προέκυψε κατ’ αναλογία προς την προγενέστερη, άλλη της μορφή (λόγιος μεταπλασμός του δημώδους τύπου).

Αρχαίοι Ελληνικοί Ναοί στην Ποσειδωνία (Κάτω Ιταλία) 

ΔΙ'ΕΥΚΡΙΝΙΣH:

 Όπου:   ˆ   το ευ̂φωνικό [ŋ] ή [ɱ] πριν από το δίψηφο σύμφωνο.

              י    η εκφορά των φθόγ̂γων χωριστά, χωρίς συνίζηση.



Άρης Βαφιάς, MA RCSSD
Καθ. Αγωγής Προφ. Λόγου & Φωνής