Ένρινον είναι και το [γ], όταν ευρίσκεται προ των ουρανικών [κ], [γ], [χ] ή προ του [ξ]: άγκυρα, αγγείον, άγχω, άγξω (Αχιλλέας Τζάρτζανος) ▪ Συλλογιστείτε πώς προφέρεται το πρώτο [γ] στις λόγιες <παγγερμανισμός>, <παγγνωσία> ή <συγγνωστός>, στις οποίες, κατ’ εξαίρεση, δεν έχουμε τροπή του δεύτερου συμφώνου ▪ Αρκετές φορές, τα [μπ] και [ντ] μέσα στη λέξη είναι οι άλλες μορφές των [μβ] και [νδ]: κόμβος → κόμ̂πος, ένδεκα → έν̂τεκα ▪ Αυτό που ουσιיαστικά τρέπεται είναι το δεύτερο σύμφωνο ▪ Όταν γράφω και τα δίψηφα [γγ/γκ], [μπ], [ντ] αφορούν δύο φθόγ̂γους, προσθέτω ένα διיακριτικό ώστε να αναγνωρίζουν απαξάπαν̂τες πώς προφέρον̂ται ▪ Εάν δε γίνει η αναγ̂καία γραπτή διיάκριση ανάμεσα στα έρρινα και τα άρρινα δίψηφα, σε λίγον καιρό θα αναφερόμαστε στην αλλοίωση και τον ψευδισμό της Κοινής Νεοελληνικής (κόμπος [b] ⇔ κόβος, έντεκα [d] ⇔ έδεκα, άγγελος [g] ⇔ agel ≠ angel < άγ̂γελος)

Τρίτη 15 Ιουνίου 2021

ΣΤΗ ΜΝΗΜΗ ΕΝΟΣ ΣΠΟΥΔΑΙΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ, ΔΑΣΚΑΛΟΥ ΚΑΙ ΗΘΟΠΟΙΟΥ



ΘΕΑΤΡΟ, ΗΘΟΣ ΚΑΙ ΛΟΓΟΣ


Ήτανε γιος Δασκάλου.

Τον πατέρα του τον κρέμασαν οι Γερμανοί, μπροστά από την είσοδο της πόλης της Άρτας. Επειδή εκείνος είχε εν̖ταχθεί στην Αν̖τίσταση. Ένα απόσπασμα των ανθρωποειδών της Εντελβάις, που διיέπραξε τις μαζικές θηριωδίες στο Κομμένο, στη Μουσιωτίτσα, στους Λιγ̖κιάδες και σ’ άλλα χωριά της Ηπείρου. Ήταν κάτι που έφερε βαρέως μέσα του και για το οποίο απέφευγε συχνά να μιλάει.

Σπούδασε Φυσική, όμως τον κέρδισε το Θέατρο.

Το 1946 έδωσε εξετάσεις στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Πέρασε. Διיένυε ήδη το 27ο έτος της ζωής του και προκειμένου να εγ̖γραφεί στη Σχολή και να παρακολουθήσει τα μαθήματα, θεσπίστηκε νέος νόμος που άλλαζε το όριο ηλικίας της φοίτησης.

Δάσκαλοί του, μεταξύ άλλων, σπουδαίοι άνθρωποι της Τέχνης και των Γραμμάτων: ο Ρον̖τήρης, ο Χορν, ο Παρασκευάς, ο Μυράτ, ο Μιχαηλίδης, ο Κωτσόπουλος, ο Τερζάκης, ο Μελάς, ο Καρθαίος.

Συμμαθητές του οι: Γιώργος Κάρτερ, Βύρων Πάλλης, Ειρήνη Παπά, Άννα Συνοδινού και Αλέκος Αλεξανδράκης. Οι δύο τελευταίοι αριστεύσαν̖τες παμψηφεί, εκείνος και με τιμητική διיάκριση. Κάτι που δεν είχε δοθεί ποτέ σε σπουδαστή της Δραματικής Σχολής του Εθνικού και δε γνωρίζω εάν έχει ξανασυμβεί.

Με την αποφοίτησή του ο Ρον̖τήρης τον διיόρισε καθηγητή Ορθοφωνίας στη Σχολή.

Με το Εθνικό έλαβε μέρος σε όλα τα φεστιβάλ της Αρχαίας Τραγωδίας και Κωμωδίας στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, όπου ερμήνευσε πολλούς και σημαν̖τικούς ρόλους: Θησέα και Ξένο στον Οιδίποδα Επί Κολωνώ, Εξάγ̖γελο στον Οιδίποδα Τύραννο και Άγ̖γελο στον Επί Κολωνώ, Αγ̖γελιαφόρο στον Ιππόλυτο και στους Ηρακλείδες, Φρουρό στην Ορέστεια, Κρέoν̖τα στην Αν̖τιγόνη, στον Οιδίποδα Τύραννο και στη Μήδεια, Άγ̖γελο στη Μήδεια, Ταλθύβιο στην ΕκάβηΜενέλαο στην Ιφιγένεια Εν Αυλίδι, Αγαμέμνονα στον Αίαν̖τα, Ρήσο και Κύκλωπα στα ομώνυμα έργα, Θεράπον̖τα στην Άλκηστη και στον Οιδίποδα Τύραννο, Ποσειδώνα στους Όρνιθες κ.ά.

Στην καλλιτεχνική του πορεία ο ρόλος του Κρέον̖τα ήταν αυτός που κυρίως τον χαρακτήρισε.

Απέσπασε σπουδαίες κριτικές.


Hessisches Staatstheater - Οιδίπους Τύραννος (Βίσיμπαντεν, 1955)
Teatro Verde - Οιδίπους Τύραννος (Βενετία, 1955)

Ιφιγένεια εν Αυλίδι - Εθνικό (Κεν̖τρική Σκηνή, 1957)
Κριτική Άλκη Θρύλου (Ωδείο Ηρώδου του Αττικού, 1957)
Θέατρο Sarah Bernhardt - Ιφιγένεια Εν Αυλίδι (Παρίσι, 1958)

Κρέων - Θέατρο Sarah Bernhardt (Παρίσι, 1958)
Théâtre Des Nations - Οιδίπους Τύραννος (Παρίσι, 1958)


Συνεργάστηκε με τους θιάσους της Κατερίνας, της Συνοδινού, της Βεργή, του Αλεξανδράκη, του Χατζίσκου, του Μιχαηλίδη και του Μινωτή.

Δίδαξε ακόμη, στις Δραματικές Σχολές Θεάτρου Τέχνης και Κωστή Μιχαηλίδη, πριν συστήσει τη δική του Σχολή, και αργότερα σε αυτήν του Ωδείου Αθηνών, στην οποία διיετέλεσε και Διיευθυν̖τής.

Μαθητές του υπήρξαν μερικοί από τους λαμ̖πρότερους και γνωστότερους ηθοποιούς του Θεάτρου, του Κινηματογράφου και της Τηλεόρασης.

Μεταξύ αυτών οι: Κούρκουλος, Βουγιουκλάκη, Παπαμιχαήλ, Πάντζας, Θ. Λειβαδίτης, Διαλυνά, Τσιούνη, Δέσπ. Νικολαΐδου, Βοζικιיάδου, Γιουλάκη, Γιωτόπουλος, Τουρνάκη, Ιάκ. Ψαρράς, Ξανθόπουλος, ΤσακίρογλουΜαρτίνος, Χέλμη, Καζάκος, Παπαγιάννη, Ανθόπουλος, Βούρτση, Κωνσταν̖τίνου, Φέρτης, Αρσένη, Πρωτοψάλτη, Λυμπεροπούλου, Κουγιουμτζής, Δαχτυλίδης, Λαδικού, Ουδινότης, Μιχαλακόπουλος, Χρυσομάλλης, Η. Κυριακάκη, Γιάννης και Λευτέρης Βογιατζής, Πάρλας, Β. Καζάν, Ζάχος, Φωκάς, Παράβας, Ιωαννίδου, Γ. Μαλούχος, Τερζάς, Παπαναστασίου, Ελ. Ανουσάκη, Λιάσκου, Ιασωνίδου, Σιτζάνη, Μίρκα και Γιάννης Καλατζόπουλος, Δουλγεράκης, Δαδινόπουλος, Γρ. Ευαγ̖γελάτος, Γαβαλά, Οικονομίδου, Ροζάκης, Καζιάνη, Αδριανός, Καλλιγεράκη, Λεζές, Τζουμάκης κ.ά.

Για τον κινηματογράφο έγραψε το σενάριο του έργου Ραν̖τεβού στη Βενετία, ενώ στη δική του ιστορία βασίστηκε το σενάριο της ταινίας Διαβόλου Κάλτσα.

Έλαβε μέρος στις ταινίες: Μπουμπουλίνα, Το Νησί των Γενναίων, Όχι, Η Οργή του Αδικημένου, Αδυναμίες, Στη Μάχη της Κρήτης, Ο Τελευταίος Πειρασμός, Οι Τρεις ΨεύτεςΟι Γενναίοι του Βορρά, Παπαφλέσσας, Εσχάτη Προδοσία, Δώστε τα Χέρια, Έρωτας και Προδοσία, Οργισμένη Γενιά, Με Φόβο και Πάθος, Αιχμάλωτοι του Μίσους, Θέμα Συνειδήσεως, Παύλος Μελάς, Ένας Νομοταγής Πολίτης, Τελευταία Πτήση, Η Βαλίτσα του Παπά, Ελευθέριος Βενιζέλος, Το Φράγμα, Ο ΣτόχοςΑντίο Βερολίνο κ.ά.

Το 1965 η Ελληνική Σκηνή ανέβασε την Αν̖τιγόνη στο Θέατρο του Λυκαβηττού, σε μετάφραση Ρίτσου και σκηνοθεσία Σεβαστίκογλου. Στο ρόλο της Αν̖τιγόνης η Άννα Συνοδινού και σε αυτόν του Κρέον̖τα, ο κύριος που βλέπετε στη φωτογραφία, στη χειραψία του με το Γεώργιο Παπανδρέου.

Γ. Παπανδρέου (Αν̖τιγόνη - Θέατρο Λυκαβηττού, 1965)

Υπήρξε μία από τις ωραιότερες φωνές του Θεάτρου, με πλήθος αφηγήσεων στο ραδιיόφωνο.

Σε θεατρική εκπομ̖πή της Κρατικής Ραδιיοφωνίας
με τους συναδέλφους του 
Μ. Ανουσάκη και Θ. Κωτσόπουλο

Το 1969 του απονεμήθηκε από το Υπουργείο Πολιτισμού το Α' Κρατικό Βραβείο Θεάτρου για το έργο του Οι Πίθηκοι και το 1979 έπαινος για το ποιητικό του έργο, Ο Τροχός.

Θεατρική Περίοδος 1971-1972


Παρά την ιδεολογία και τους αγώνες του, δεν προσχώρησε ποτέ σε καμία κομματική παράταξη. Ήθελε
 να είναι ελεύθερος, να μπορεί να εκφράζει 
πάν̖τα τη γνώμη του.

Δεν έκανε δημόσιες σχέσεις. Ούτε φιλοφρονήσεις για πράγματα που δεν του άρεσαν ή δεν πίστευε. Προσηλωμένος στην τέχνη, τον ενδιיέφερε να παίζει σε σπουδαία έργα, δίπλα σε μεγάλους ηθοποιούς.

Έν̖τιμος καθ’ όλο το βίο του, απαρέγ̖κλιτος από τις αρχές του και απέναν̖τι σε κάθε τι άδικο, άσχημο ή μεμπτό, έχαιρε της εκτίμησης και του σεβασμού των συναδέλφων του.

Με το Μινωτή ήρθε πολλές φορές σε οξεία αν̖τιπαράθεση. Ποτέ όμως για θέματα που αφορούσαν αυτό καθαυτό την Τέχνη τους, την οποία και οι δύο υπηρετούσαν με ιδιיαίτερο ζήλο και αγάπη. Σε ό,τι είχε σχέση με αυτήν, υπήρχε βαθιά εκτίμηση του ενός προς το πρόσωπο του άλλου, γι’ αυτό και ο Μινωτής τον κάλεσε σε ένα από τα τελευταία έργα που ανέβασε με το Εμ̖πειρικό Θέατρο, τον Οιδίποδα Επί Κολωνώ, και του εμ̖πιστεύτηκε το ρόλο του Θησέα.


Αυτός ο άνθρωπος ήταν δάσκαλός μου: μου έμαθε τις θεμελιώδεις Αρχές της Ορθοφωνίας. Δεν είναι άλλος από το Γρηγόρη Βαφιά και ήταν ο πατέρας μου.

Στις 10 Αυγούστου συμ̖πληρώνον̖ται 14 χρόνια από την εκδημία του.

Η orthophonia.gr και ο υπογράφων αποτίνουν φόρο τιμής στο σπουδαίο αυτό δάσκαλο και ηθοποιό του Θεάτρου μας, που με το λόγο και το ήθος του, όχι απλώς τίμησε τον αγαπημένο του Δάσκαλο Δημήτρη Ρον̖τήρη, τον οποίο σεβόταν και εκτιμούσε πολύ, τηρών̖τας τις αρχές του στην ερμηνεία και στη διδασκαλία, αλλά φρόν̖τισε να τις μεταγ̖γίσει και στις επόμενες γενιές. Αρχές τις οποίες σέβομαι και ακολουθώ και εγώ.

- Πατέρα, δε νομίζω πως υπάρχει πιο προσήκουσα αναφορά από αυτήν του ονόματός σου στο χώρο που δημιούργησα αποκλειστικά για τη διיάδοση και τη διיάσωση της ορθής προφοράς της Κοινής Νεοελληνικής Γλώσσας.

Σε ευχαριστώ για όλα!


Είπαν μαθητές του για αυτόν:

«Τα πρώτα χρόνια που πήγα στη δραματική σχολή, υπήρχε ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα. Ήθελα να πάω στο Εθνικό Θέατρο, σε καμία άλλη σχολή. Πήγα να ρωτήσω και μου είπαν δε δίνουμε εξετάσεις. Όλα αυτά το 1947. Έδιναν εξετάσεις για το ’48. Δηλαδή υπήρχε μία τάξη η οποία δε λειτούργησε ποτέ. Το Εθνικό είχε τρίτη τάξη και μετά που μπήκαμε εμείς πρώτη. Δεύτερη τάξη δεν υπήρχε λόγω του Εμφυλίου. Όταν έδωσα εξετάσεις, είπα ένα μονόλογο από τους Πέρσες. Μπήκα μέσα έσκουζα, φώναζα… Ήταν ο Ρον̖τήρης στην εξεταστική επιτροπή, ο Σπύρος Μελάς, ο Χουρμούζιος. Φοβερά πράγματα. Μου λέει ο Ρον̖τήρης: ‘’Παιδί μου γιατί φωνάζεις έτσι;’’ Και λέω εγώ: ‘’Μου είπαν να το παίξω’’. ‘’Και νομίζεις ότι έτσι παίζουν;’’ ‘’Όχι’’, του είπα εγώ, ‘’δε νομίζω τίποτα γι’ αυτό και ήρθα στη δραματική σχολή να μάθω πώς πρέπει ακριβώς να το εκφράσω’’. ‘’Για στάσου’’, μου λέει, ‘’πες μου το σε παρακαλώ πολύ με τον τρόπο το δικό σου, για να καταλάβω τι λες’’. Και το ξαναείπα. Τότε ο Ρον̖τήρης μου λέει: ‘’Κάτσε εδώ στην καρέκλα για να δεις τι ακούμε’’. ‘’Παναγία μου’’, λέω, ‘’με διώχνουν’’. ‘’Αύριο θα έρθεις να παρακολουθήσεις μαθήματα, μέχρι να ξεκινήσει η πρώτη τάξη, στην τρίτη’’, μου είπε. Και έτσι πήγα στην τρίτη τάξη, όπου ήταν μαθητές τότε η Ειρήνη Παππά, η Άννα Συνοδινού, ο Αλέκος Αλεξανδράκης, ο Γρηγόρης Βαφιάς από τον οποίο έμαθα πολύ καλά και την Ορθοφωνία.

Το όπλο του ηθοποιού, εκτός από το συναίσθημα και όλα αυτά τα περί ποιότητας, είναι και η γλώσσα. Αυτά που λες στη σκηνή, αφού τα καταλάβεις εσύ, να έχεις μετά την τάση και τη θέληση να τα καταλάβει και ο άλλος που σε ακούει. Γι’ αυτό η άρθρωση παίζει μεγάλο ρόλο. Μαθαίνω δε, ότι στις μεγάλες σχολές του Λονδίνου και της Νέας Υόρκης πρώτο μάθημα έχουν την Ορθοφωνία, την οποία δίδασκα επί 20 χρόνια τουλάχιστον. Κάποια στιγμή δεν μπορούσα άλλο, δεν προλάβαινα λόγω κινηματογράφου, ραδιיοφώνου και θεάτρου». (Γιάννης Βογιατζής)

ΠηγήΧωρίς πληγές, χωρίς στεναχώρια δεν υπάρχει μεγάλη χαρά 

- Κοιτάζον̖τας πίσω σε όσα έχετε κάνει, ποιες στιγμές από την πορεία σας στην τέχνη σάς συγ̖κινούν ακόμη;

«Είναι πολλές οι σπουδαίες στιγμές που συγ̖κρατώ από την πορεία μου στο θέατρο και στον κινηματογράφο. Αυτή όμως που ξεχωρίζω και που φωλιάζει βαθιά μέσα μου, στην ψυχή μου και στην καρδιά μου μέχρι και σήμερα, είναι η στιγμή που μπήκα στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Ήταν μια μαγική στιγμή, ακριβώς γιατί με εισήγαγε σε ένα νέο κόσμο. Είχα σπουδαίους Δασκάλους, την Κατίνα Παξινού, το Μινωτή, το Χορν, το Γιώργο Παππά, το Γιώργο Γληνό, το Γρηγόρη Βαφιά, τον Αλέξη Σολωμό, το Θάνο Κωτσόπουλο, την Έλενα Τσουκαλά, το Γρίβα, 3 καθηγητές Πανεπιστημίου οι οποίοι μας δίδασκαν Ιστορία Θεάτρου και γενικότερα Πολιτιστική Ιστορία και Ελληνική Λογοτεχνία. Διיευθυν̖τή είχα ένα σπουδαίο άνθρωπο, τον Άγ̖γελο Τερζάκη, και στη συνέχεια τον Αιμίλιο Χουρμούζιο. Σπουδαίοι άνθρωποι της Τέχνης και των Γραμμάτων. Άνθρωποι που μου άνοιξαν τεράστιους ορίζον̖τες.Τους οφείλω πολλά και τους αγαπώ πολύ.

Επίσης, δε θα ξεχάσω ποτέ το ενθουσιיώδες κοινό που με τίμησε με την παρουσία του στο θέατρο και τον κινηματογράφο και που στην ουσία με ανέδειξε στο χώρο μου. Θα του είμαι πάν̖τα ευγνώμων και θα το θυμάμαι με συγ̖κίνηση και σεβασμό». (Γιώργος Πάντζας)

ΠηγήΓιώργος Πάντζας: «Δεν είμαι ουρανοκατέβατος στην περιοχή, ούτε περαστικός από το χώρο της Αριστεράς»

«Πήγα στη σχολή του Κατσέλη μετά, ήταν ο μόνος που μπορούσα να δεχτώ. Έμεινα ένα χρόνο και γίναμε πάλι μπίλιες, γιατί ήταν πολύ αυστηρός, αλλά εγώ χειρότερη. Τελείωσα τη Σχολή του Γρηγόρη Βαφιά. Εξαίρετος δάσκαλος Ορθοφωνίας. Εκεί είχα τον Κώστα Μπάκα καθηγητή»(Ελένη Ανουσάκη)

ΠηγήΕλένη Ανουσάκη: «Η ζωή δε με πήγε καροτσάκι, το παραμύθι της το έγραψα εγώ»

- Ποια ήταν η διיαφορά μεταξύ του Εθνικού και του Τέχνης;

«Το ένα ήταν κλασικό. Μάθαμε την Ορθοφωνία από έναν πολύ σπουδαίο δάσκαλο, το Βαφιά, του οποίου ο γιος συνεχίζει στις δραματικές σχολές σήμερα. Είχαμε και σπαθομαχία, ξιφασκία δηλαδή, μεταξύ κοριτσιών κι αγοριών». (Κατερίνα Χέλμη)

 Πηγή: Κατερίνα Χέλμη: «Γιατί "sorry"; Εγώ δεν είμαι πουτάνα!»

- Αλήθεια, τι γίνεται με το μάθημα της Ορθοφωνίας σήμερα; Διδάσκεται επαρκώς και από κατάλληλους δασκάλους στις Δραματικές Σχολές; Πού είναι οι φωνές, η προφορά, η άρθρωση που ακούγαμε κάποτε από ηθοποιούς που αποφοίτησαν από τη Σχολή του Εθνικού Θεάτρου; Στο χώρο από τον οποίο ξεκίνησαν όλα, που σηκώνει το κύριο βάρος τής τεράστιας θεατρικής μας παράδοσης και που στις παραστάσεις του κατοπτρίζεται το σημαν̖τικότερο κομμάτι του σύγχρονου Πολιτισμού μας, δηλ. το ίδιο το Θέατρο;

Η διיαδικτυακή μου αναφορά για την Ορθοφωνία στη σελίδα της Kουίνיτας στο φέισיμπουκΕιδικότητες - Επαγ̖γέλματα του Θεάτρου

Όπου:   `   το ευ̖φωνικό [ŋ] ή [ɱ] πριν από το δίψηφο σύμφωνο. 

             '    η εκφορά των φθόγ̖γων χωριστά.



Άρης Γρ. Βαφιάς, MA RCSSD
Καθ. Αγωγής Προφ. Λόγου & Φωνής

Κυριακή 6 Ιουνίου 2021

Η ΕΡΡΙΝΗ ΠΡΟΦΟΡΑ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΟΥ ΠΡΟΑΝΑΓ̖ΓΕΛΘΕN̖TΟΣ ΘΑΝΑΤΟΥ ΤΗΣ






ΟΙ ΣΗΜΑN̖TΙΚΕΣ ΠΑΡΑΛΕΙΨΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΚΜΑΘΗΣΗ ΤΩΝ ΔΙΨΗΦΩΝ ΣΥΜΦΩΝΩΝ ΚΑΙ Η ΚΑΤΑΡΡΙΨΗ ΤΗΣ ΑΡΡΙΝΗΣ ΠΡΟΦΟΡΑΣ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ


Προφανώς και αναφέρομαι στην παν̖τελή αγνωσία των κανόνων προφοράς της Κοινής Νεοελληνικής, με συνέπεια το σταδιακό εκφυλισμό, στο προφορικό επίπεδο της γλώσσας.

- Από πού απορρέει η θέση αυτή;

Πάμε λοιπόν στο Σχολείο να δούμε τι ακριβώς διδάσκεται -ή μάλλον τι δε διδάσκεται, εδώ και πολύν καιρό- όσον αφορά τα δίψηφα σύμφωνα.

1η Επισήμανση:

Ανέφερε ποτέ κανείς δάσκαλος στα παιδιά -τουλάχιστον τα τελευταία χρόνια- ότι το [γ] στο μέσον της λέξης, πριν από άλλο ουρανικό σύμφωνο [χξ, γ, κ] είναι έρρινο, δηλ. μία άλλη μορφή του [ν];

π.χ.: αγχόνη → ανχόνη, ελέγξιμος → ελένξιμος, επομένως: εν+γόνος → εγ̖γονός [νγγ], συν+κατάθεση → συγ̖κατάθεση [νγκ]

Αν̖τ αυτού διδάσκεται ότι: γ+γ/γ+κ=γγ/γκ, μ+π=μπ, ν+τ=ντ, δηλ. ενισχύεται ο μονοφθογ̖γισμός των δίψηφων συμφώνων και η άρρινη προφορά της γλώσσας μας.

π.χ.: εγγονός/συγκατάθεση, συμπορεύομαι, παντελής

2η Επισήμανση:

Προέτρεψε ποτέ κανείς τα παιδιά να δοκιμάσουν να πουν λ.χ. τις λέξεις [συν~κατάθεση], προφέρον̖τας το [ν] καθ’ όλη την διיάρκεια της συνεκφοράς τους και να επιχειρήσουν να επιταχύνουν σταδιακά, προκειμένου να αν̖τιληφθούν τι θα συμβεί (φωνολογική τροπή), τι δηλ. εν̖τέλει θα ακούσουν [συγ̖κατάθεση] (νγκ);

3η Επισήμανση:

Δοκίμασαν να κάνουν το ίδιο και με τους άλλους συνδυיασμούς [ν+π] ή [μ+π] και [ν+τ], διיατηρών̖τας τον ήχο του [ν] ή του [μκαθ’ όλη την διיάρκεια της συμ̖προφοράς;

4η Επισήμανση:

Το ηχηρό [ν] είναι που εισβάλλει στα άηχα [κ], [π], [τ] και τα τρέπει στα αν̖τίστοιχα ηχηρά τους [γκ], [μπ], [ντ], ή ενεργοποιεί το [μ] στην περίπτωση του [π]. (Ανάλογη περίπτ. με αυτήν του [σ], που πριν από ηχηρό σύμφωνο τρέπεται σε [ζ] - π.χ. κόσμος → κόζμος, ασβέστης → αζβέστης).

Χωρίς το [ν] δεν μπορεί να γίνει καμία από τις παραπάνω φωνολογικές μετατροπές. Πώς είναι λοιπόν δυνατόν να αφομοιώνεται; Διיαφορετικά και στην περίπτωση της φωνολογικής τροπής του [σ] σε [ζ], το παρακείμενο ηχηρό θα απαλειφόταν, δηλ. αν̖τί των [κόζμος/αζβέστης] θα λέγαμε [κόζος/αζέστης].

5η Επισήμανση:

Αναφερόμαστε στον κανόνα του τελικού -ν και συγ̖κεκριμένα στη διיατήρησή του σε κάποιες λέξεις, όταν η επόμενη αρχίζει από συγ̖κοπτόμενο σύμφωνο [κπτ ,ξ, ψ, γκ, μπ, ντ, τζ, τσ].

Εξηγούμε όμως το λόγο που συμβαίνει αυτό -κάτι για το οποίο πολύ αμφιβάλλω- και εάν ναι, επισημαίνουμε ότι κατά τη συνεκφορά των λέξεων το [ν] δε χάνεται και πρέπει πάν̖τα να ακούγεται, ή στεκόμαστε απλώς στο να αποδοθεί στο γραπτό λόγο;

Δείτε εδώ:

Ο παραμελημένος προφορικός λόγος - Το ευ̖φωνικό [Ν] μάς τιμωρεί

6η Επισήμανση:

Μένουμε στην επεξήγηση ή κάνουμε και επαναληπτικές ασκήσεις;

Γιατί αν επισημαίνεται μόνο τι συμβαίνει στο γραπτό λόγο, πώς μετά το παιδί να μην πει: τονκύριο (< τον κύριο), δενπάω (< δεν πάω), μην-τρέχεις (< μην τρέχεις) κ.λπ.

Σε αυτή την περίπτωση αναφέρει ο δάσκαλος στο παιδί ότι δε λέμε συνκατάθεση, ένπορος ή παν-τελής, ώστε να μπορούμε να πούμε τα παραπάνω και ότι τα [ν+κ], [ν+π] και [ν+τ] (όπως είδαμε σε προηγούμενες επισημάνσεις), τρέπον̖ται σε [γ̖κ], [μ̖π], [ν̖τ];

7η Επισήμανση:

Όταν πάλι το παιδί έχει οριστικά ταυτίσει τα [ν+κ], [ν+π] και [ν+τ] με τα [γκ], [μπ] και [ντ] αν̖τίστοιχα (βλ. προηγούμενη αναφορά), πώς είναι δυνατόν να αποφύγει να πει: τογκύριο (< τον κύριο), δεμπάω (< δεν πάω), μηντρέχεις (< μην τρέχεις) κ.λπ.

8η Επισήμανση:

Είμαστε σε θέση, πέραν της κακοφωνίας, να αν̖τιληφθούμε πού εννοιολογικά παραπέμ̖πουν οι αποδόσεις: το γκύριο (< τον κύριο), το μπόρο (< τον Πόρο), το ντάσο (< τον Τάσο) -προφανώς και αναφέρομαι στο γένος των ουσιיαστικών, των επιθέτων ή των κυρίων ονομάτων- ή έχουμε συνηθίσει πια τα ακούσματα και δε μας κάνουν καμία αίσθηση;

9η Επισήμανση:

Ύστερα από αυτό, γιατί -κάποια στιγμή- το παιδί να μην παραλείψει το [ν] και στο γραπτό λόγο, δηλ. το κύριο, δε πάω, μη τρέχεις κ.λπ. (φαινόμενο που έχει επίσης παρατηρηθεί), αφού κατά τη συμ̖προφορά τους δεν ακούει κανένα [ν] (ή [μ] στην περίπτ. του [μπ]);

Η συγ̖κεκριμένη επισήμανση καταρρίπτει τον όποιο ισχυρισμό περί άρρινης προφοράς στην Κοινή Νεοελληνική Γλώσσα.

Εφόσον τα [κ - γκ], [π - μπ] και [τ - ντ] απαρτίζουν φωνητικά ζεύγη (άηχο-ηχηρό) [στη γλώσσα των μαθηματικών θα λέγαμε ότι είναι ισοδύναμα, αφού η διיαφορά τους έγ̖κειται αποκλειστικά στην ηχηρότητα] και η απαλοιφή του [ν], όταν η επόμενη λέξη αρχίζει από συγ̖κοπτόμενο σύμφωνο δεν είναι αποδεκτή από τη Γραμματική, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή ούτε στον Προφορικό Λόγο. Διיαφορετικά δεν έχει πλέον νόημα ο κανόνας.

κ⇔γκ, π⇔μπ, τ⇔ντ (άηχα-ηχηρά, ισοδύναμα)

το κύριο⇔το γκύριο, δε πάω⇔δε μπάω, μη τρέχεις⇔μη ντρέχεις 

ν+κνγκ [γ̖κ] , ν+πμμπ [μ̖π], ν+τνντ [ν̖τ]

τον κύριοτογ̖κύριο, δεν πάωδεμ̖πάω, μην τρέχειςμην̖τρέχεις

Επομένως: ν+κγκ, μ+πμπ  ν+τντ δεν υφίσταν̖ται στη

συμ̖προφορά.

Άρα δεν μπορεί να υφίσταν̖ται και μέσα στη λέξη.

π.χ.: συν+κατάθεση≠συγκατάθεση

το οποίο σημαίνει ότι ο Κανόνας της Γραμματικής δε συνάδει με την άρρινη προφορά -ή αν προτιμάτε να το εκφράσω διיαφορετικά- η άρρινη προφορά εναν̖τιώνεται στο γλωσσικό μας κανόνα (!)

10η Επισήμανση:

Αφού το παιδί κατανοήσει πρώτα τις παραπάνω συμ̖προφορές θα γίνει η αναφορά στα άρρινα [γκ], [μπ], [ντ], τα οποία απαν̖τούν κατά το πλείστον στην αρχή της λέξης (π.χ.: γκρεμός, μπαίνω, ντύνω), και δεν έχουν καμία σχέση με τα [γ̖γ/γ̖κ], [μ̖π], [ν̖τ].

Η αναφορά: γ+γ/γ+κ=γκ, μ+π=μπ και ν+τ=ντ στην οποία στέκεται η τρέχουσα Σχολική Γραμματική (βλ. παρακάτω φωτογραφία), πέραν του ότι είναι άτοπη, οδηγεί το παιδί κατευθείαν στην άρρινη προφορά της γλώσσας (!)

Εδώ το σχετικό άρθρο:

Καταδικασμένα διיά παν̖τός τα παιδιά να μη μάθουν να προφέρουν σωστά την ελληνική γλώσσα

Κράτησα τη σημαν̖τικότερη ίσως επισήμανση για το τέλος:

Ειπώθηκε ποτέ στα παιδιά ότι τα [μ̖π], [ν̖τ] μέσα στη λέξη μπορεί να

είναι μία άλλη μορφή των [μβ], [νδ];

μβμ̖π  π.χ.: κολύμβηση  κολύμ̖πι, κόμβος → κόμ̖πος

νδν̖τ  π.χ.: ένδεκα → έν̖τεκα, άνδρας → άν̖τρας

μπμβ  (αφού: κολύμπι=κολύβηση, κόμπος=κόβος)

ντνδ  (αφού: έντεκα=έδεκα, άντρας=άδρας)


ΣΥΜ̖ΠΕΡΑΣΜΑ-ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΙ:

Και δεν κάνουμε αυτά που πρέπει (υπενθυμίζω πως η Ορθοφωνία δε διδάσκεται στις Παιδαγωγικές Σχολές) και ό,τι κάνουμε το κάνουμε λάθος!

Λέτε τελικά να είμαστε σοφότεροι από τη γλώσσα μας -που κατά κοινή ομολογία θεωρείται η μητέρα των γλωσσών, τουλάχιστον, του Δυτικού Πολιτισμού- και να μπορούμε να διδάσκουμε ό,τι θέλουμε και όπως θέλουμε;...

Σε αυτό το σημείο παραθέτω και την άποψη όσων υποστηρίζουν, ότι ο φυσικός ομιλητής μπορεί να γνωρίζει*(;) τον Κανόνα της Γραμματικής, ωστόσο πολλές φορές στον καθημερινό του λόγο οι φθόγ̖γοι [μ], [ν] εξαλείφον̖ται, χωρίς η παράλειψή του αυτή να θεωρείται σημαν̖τική και συνεπώς αξιόμεμπτη.

Καταρχάς πόσοι εξ ημών γνωρίζουν τον κανόνα και εάν ναι, πόσοι έχουν εξασκηθεί επαρκώς, προκειμένου να μπορούν να τον εφαρμόζουν; (Παρεμ̖πιπτόν̖τως, για όσους δεν το γνωρίζουν, υπάρχουν πολλές ασκήσεις που μπορεί να κάνει κανείς για αυτό το σκοπό). 

Βέβαια αν̖τιλαμβάνομαι τι σημαίνει κάποιος -σε καθημερινή βάση- να βάλλεται από λανθασμένα ακούσματα, πόσο μάλλον όταν δεν είναι εξοικειωμένος με την ορθή εκφορά των λέξεων.

Πέραν αυτού, ο καθένας μας είναι ελεύθερος να εκφράζεται όπως θέλει.

Εάν όμως υιοθετήσουμε την παραπάνω άποψη, τότε θα πρέπει να αποδεχτούμε και αποδόσεις όπως οι: άθρωση, εδγιαφέρον, συφέρον, καθχιερωμένη, συχαρητήρια, εικοσπέντε, υπηρησία, δικιολογητικά, ποίμα, αλκολικός, αξωματικός, δγιεύθυση, θυροειδής, εσκαφέας, εκτώσεις, πεντακόσα, περσσότερο, πάνλευκος, ζάμπλουτος, φχαριστώ, καλησπέρα σς κ.ά., που εν τη ρύμη του λόγου συχνά λέγον̖ται και οφείλον̖ται, είτε στην άγνοια, είτε στην ακηδία του ομιλητή και την ταχυλογία.

Αστεία πράγματα!... Τι κι αν επηρεάζεται η άρθρωση, αποδομείται ο λόγος, βάλλεται η μουσικότητα της γλώσσας, η ετυμολογική και σημασιολογική της αξία! Φτάνει να μπορούμε να συνεννοηθούμε. Εάν το ζητούμενο είναι απλώς αυτό, τότε μια χαρά είμαστε, δε χρειάζεται να κάνουμε τίποτε.

Την ποιότητα όμως της σκέψης και της έκφρασης, μόνο μία καλλιεργημένη γλώσσα μπορεί να την παρέχει. Και η Ελληνική έρχεται πρώτη σε αυτό! Οι ξένοι γνωρίζουν πολύ καλά την αξία της, γι’ αυτό και τη μελετούν ενδελεχώς.

Και στην κύρια ενασχόλησή μου, που έχει να κάνει με το Θέατρο και την εκπαίδευση των ηθοποιών, φέρει πρώτιστη σημασία.

Έχουμε υπόψη μας σε πόσες λέξεις της γλώσσας μας απαν̖τούν τα έρρινα γ̖γ/γ̖κ, μ̖π, ν̖τ; Σε δεκάδες χιλιάδες. Ανατρέξτε μόνο στις καταλήξεις των ρηματικών τύπων στους οποίους ενυπάρχει το [ν̖τ], για να αν̖τιληφθείτε πλήρως τι εννοώ.

Αν σας ενοχλεί το συφέρον ή το εδιαφέρον, τότε πρέπει εξίσου να σας ενοχλεί και το πέντε ή το φεγγάρι. Γιατί και σε αυτή την περίπτωση χάνεται φθόγ̖γος, ασχέτως εάν δεν το καταλαβαίνετε επειδή το έχετε συνηθίσει.

Το δυστύχημα λοιπόν δεν είναι ότι συμβαίνει, αφού, πράγματι κάποια στιγμή, ο καθένα μας μπορεί να βρεθεί στην ανάλογη θέση, όσο η συχνότητα που συμβαίνει αυτό.

Γιατί όταν ακούμε πλέον τους περισσότερους Έλληνες να λένε πέντε, φεγγάρι, εκπομπή, αν̖τί των ορθών πέν̖τε, φεγ̖γάρι, εκπομ̖πή, ή τις 7 από τις 10 λέξεις που περιλαμβάνουν δίψηφα σύμφωνα να αποδίδον̖ται λανθασμένα, αυτό σημαίνει πως κάτι δε γίνεται σωστά. Κάτι δεν πάει καλά με την εκμάθηση της γλώσσας, με συνέπεια να εκφυλίζεται και να οδηγείται σε ψευδή εκφορά.

Σε μια τέτοια περίπτωση, δηλ. απούσης της Πολιτείας, δε μένει τίποτε άλλο από το να παραδεχτούμε την αδυναμία μας στο να μπορέσουμε να διיαφυλάξουμε και να μεταλαμ̖παδεύσουμε τη μεγάλη γλωσσική μας παράδοση στις επόμενες γενιές και να αποδεχτούμε τελικά την ψευδή εκφορά στη χρήση της γλώσσας μας!

Αν μη τι άλλο αυτή την παραδοχή, ακολουθούμενη από μία βαθιά συγγνώμη, την οφείλουμε, τόσο στους προγόνους μας όσο και στα παιδιά μας.


*Αυτό μου θυμίζει τη φράση «ολίγον έγ̖κυος». Γνωρίζω, εκτιμώ, πως σημαίνει κατέχω· επομένως μπορώ -ανά πάσα στιγμή- να εφαρμόζω. Διיαφορετικά δε γνωρίζω, απλώς βρίσκομαι στο στάδιο της εκμάθησης.

Υ.Γ.:

Τη στιγμή που οι ξένοι δανείζον̖ται αυτούσιες λέξεις από τη γλώσσα μας για να χαρακτηρίσουν και να προωθήσουν το αν̖τικείμενο στο οποίο δραστηριοποιούν̖ται, εμείς αμφιταλαν̖τευόμαστε εάν τελικά η προφορά της γλώσσας μας πρέπει να είναι έρρινη και μαθαίνουμε στο σχολείο τα παιδιά μας να λένε φεγγάρι;

Σύνδεσμοι: 

In modern Greek, the word for moon is fengari, “the thing that gleams.”

Fengári is a Dutch company whose name is based on the Greek word for moon.

Απόσπασμα από τη νέα Σχολική Γραμματική 

της Ε΄& ΣΤ΄ Δημοτικού (σελ. 40)


Τελικά, φαίνεται ότι η Γραμματική Τριαν̖ταφυλλίδη 
δε συνεισέφερε στην εκμάθηση της προφοράς...

ΔΙ'ΕΥΚΡΙΝΙΣΕΙΣ:

Όπου:   `   το ευ̖φωνικό [ŋ] ή [ɱ] πριν από το δίψηφο σύμφωνο.

             '    η εκφορά των φθόγ̖γων χωριστά, χωρίς συνίζηση.


Πέμπτη 3 Ιουνίου 2021

ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΜΕΝΑ ΔΙἈ ΠΑN̖TΟΣ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΝΑ ΜΗ ΜΑΘΟΥΝ ΝΑ ΠΡΟΦΕΡΟΥΝ ΣΩΣΤΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ




ΜΠΑΝΤΑΓΚΑΣΜΟΣ - ΕΝΑΣ ΦΙΛΟΣ ΤΗΣ ΚΑΚΟΦΩΝΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΨΕΥΔΟΥΣ EKΦΟΡΑΣ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ

Όταν τα παιδιά, από την πρώτη μέρα που πηγαίνουν στο Σχολείο, διδάσκον̖ται ότι γ+γ/γ+κ=γκ, μ+π=μπ και ν+τ=ντ, δηλ. πως τα δίψηφα σύμφωνα αφορούν ένα φθόγ̖γο και όχι δύο και γι αυτό προφέρον̖ται ατόφια, είναι καταδικασμένα να μη μάθουν ποτέ να εκφέρουν σωστά τη μητρική τους γλώσσα.

Και βέβαια, η προφορά των δίψηφων γγ/γκ που βρίσκον̖ται στο μέσον των λέξεων και ακούστηκαν στο βίντεο, επιβάλλει -πέραν της αναδιיατύπωσης του κανόνα κατά τρόπο ορθό- την εκφορά του μαλακοϋπερωικού Ν (αλλιώς άγμα [ŋ]) πριν από αυτήν του δίψηφου συμφώνου, δηλ. αγ̖γούρι [ŋg]μαγ̖κούρα [ŋg]άγ̖γελος [ŋg] και όχι αγγούρι [g], μαγκούρα [g], άγγελος [g].

Η ευθύνη βαρύνει αποκλειστικά την Πολιτεία, η οποία δεν κάνει τίποτε για την αν̖τίστοιχη επιμόρφωση των Δασκάλων. Συνέπεια αυτού είναι το πρόβλημα, όχι απλώς να διיαιωνίζεται αλλά και να διיογ̖κώνεται, με τη γλώσσα -σε ό,τι αφορά τον Προφορικό Λόγο- να φθίνει συνεχώς και να εκφυλίζεται, αφού όλο και περισσότερες γενιές Ελλήνων «εκπαιδεύον̖ται» στην άγνοια και στο λάθος.


ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΠΡΟΦΟΡΑΣ 

Α. αγγελιδάκι [→ αγ̖γελιδάκι]

Δ. δεν μπορεί [→ δεμ̖πορεί]

δεν ξεκινάει [→ δεγ̖κεκινάει]

δεν τα χτενίζουμε [→ δεν̖τα χτενίζουμε]

δεν τα χωρίζω [→ δεν̖τα χωρίζω]

δεν το ξεχνάω [→ δεν̖το ξεχνάω]

δεν τον ξέρουν [→ δεν̖τογ̖κέρουν]

διαφωνία [→ διיαφωνία]

Ε. ενώνονται [→ ενώνον̖ται]

ενώνοντας [→ ενώνον̖τας]

έρχονται [→ έρχον̖ται]

Σ. στην καρέκλα [→ στηγ̖καρέκλα]

στην παρέα [→ στημ̖παρέα]

στην προηγούμενη [→ στημ̖προηγούμενη]

συναντάμε [→ συναν̖τάμε]

συναντήσει [→ συναν̖τήσει]

συνέχεια [→ συνέχειיα]

Τ. τέλος πάντων [→ τέλος πάν̖των]

τον τόνο [→ τον̖τόνο]

τον τρόπο [→ τον̖τρόπο]

τσακώνονται [→ τσακώνον̖ται] 

Φ. φωνήεντα [→ φωνήεν̖τα]

Χ. χωρίζονται [→ χωρίζον̖ται]


Διαβάστε, επίσης:

Πόσο έρρινη ή άρρινη μπορεί να είναι η προφορά στην Κοινή Νεοελληνική

Πώς από την ευ̖φωνία καταλήξαμε στην κακοφωνία και στον ψευδισμό της Κοινής Νεοελληνικής

Οι δάνειες λέξεις της γλώσσας μας στην αγ̖γλική, αδιיάψευστος μάρτυρας των ευ̖φωνικών συνηχήσεων στην Κοινή Νεοελληνική

Πώς θα έπρεπε να διδάσκεται στα σχολεία η έρρινη προφορά της Κοινής Νεοελληνικής


ΔΙ'ΕΥΚΡΙΝΙΣΕΙΣ:

 Όπου:   `   το ευ̖φωνικό [ŋ] ή [ɱ] πριν από το δίψηφο σύμφωνο.

              '    η εκφορά των φθόγ̖γων χωριστά.

                 η άτονη προφορά του [ζ].