Ένρινον είναι και το [γ], όταν ευρίσκεται προ των ουρανικών [κ], [γ], [χ] ή προ του [ξ]: άγκυρα, αγγείον, άγχω, άγξω (Αχιλλέας Τζάρτζανος) ▪ Συλλογιστείτε πώς προφέρεται το πρώτο [γ] στις λόγιες <παγγερμανισμός>, <παγγνωσία> ή <συγγνωστός>, στις οποίες, κατ’ εξαίρεση, δεν έχουμε τροπή του δεύτερου συμφώνου ▪ Αρκετές φορές, τα [μπ] και [ντ] μέσα στη λέξη είναι οι άλλες μορφές των [μβ] και [νδ]: κόμβος → κόμ̂πος, ένδεκα → έν̂τεκα ▪ Αυτό που ουσιיαστικά τρέπεται είναι το δεύτερο σύμφωνο ▪ Όταν γράφω και τα δίψηφα [γγ/γκ], [μπ], [ντ] αφορούν δύο φθόγ̂γους, προσθέτω ένα διיακριτικό ώστε να αναγνωρίζουν απαξάπαν̂τες πώς προφέρον̂ται ▪ Εάν δε γίνει η αναγ̂καία γραπτή διיάκριση ανάμεσα στα έρρινα και τα άρρινα δίψηφα, σε λίγον καιρό θα αναφερόμαστε στην αλλοίωση και τον ψευδισμό της Κοινής Νεοελληνικής (κόμπος [b] ⇔ κόβος, έντεκα [d] ⇔ έδεκα, άγγελος [g] ⇔ agel ≠ angel < άγ̂γελος)

Παρασκευή 30 Οκτωβρίου 2020

ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ - Ο ΕΘΝΙΚΟΣ ΜΑΣ ΠΟΙΗΤΗΣ, ΑΣΒΕΣΤΟΣ ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΠΡΟΦΟΡΑΣ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ






ΕΝΑ ΜΑΘΗΜΑ ΠΡΟΦΟΡΑΣ ΑΠΟ ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΜΑΣ ΠΟΙΗΤΗ 


Ο Εθνικός μας ποιητής Κωστής Παλαμάς, δε θεωρείται μόνον ένας από τους στυλοβάτες του δημοτικισμού και τους θεμελιωτές του Νεοελληνικού Λόγου (πεζού και έν̖τεχνου), αλλά -μέσω των διיασω-θεισών ηχογραφημένων απαγ̖γελιών του- αποτελεί και άσβεστο φάρο της Προφοράς της Κοινής μας Γλώσσας, καταδεικνύον̖τάς την και επικυρώνον̖τάς την, με τρόπο ευκρινή και αδιיαμφισβήτητο.

Δύο από αυτές του τις απαγ̖γελίες, παρουσιיάζον̖ται παρακάτω: 

 

ΑΝΑΤΟΛΗ

 

Γιαννιώτικα, σμυρνιώτικα, πολίτικα,

μακρόσυρτα τραγούδια ανατολίτικα,

λυπητερά,

πώς η ψυχή μου σέρνεται μαζί σας!

Είναι χυμένη από τη μουσική σας

και πάει με τα δικά σας τα φτερά.

Σας γέννησε και μέσα σας μιλάει

και βογ̖κάει και βαριά μοσκοβολάει

μια μάνα· καίει το λάγνο της φιλί,

κι είναι της Μοίρας λάτρισσα και τρέμει,

ψυχή όλη σάρκα, σκλάβα σε χαρέμι,

η λαγ̖γεμένη Ανατολή.

Μέσα σας κλαίει το μαύρο φτωχολόι,

κι όλα σας, και η χαρά σας, μοιρολόι

πικρό κι αργό·

μαύρος, φτωχός και σκλάβος κι ακαμάτης,

στενόκαρδος, αδούλευτος,— διαβάτης

μ’ εσάς κι εγώ.

Στο γιαλό που του φύγαν τα καΐκια,

και του μείναν τα κρίνα και τα φύκια,

στ’ όνειρο του πελάου και τ’ ουρανού,

άνεργη τη ζωή να ζούσα κι έρμη,

βουβός, χωρίς καμιάς φρον̖τίδας θέρμη,

με τόσο νου,

όσος φτάνει σα δέν̖τρο για να στέκω

και καπνιστής με τον καπνό (= τογ̖καπνό) να πλέκω

δαχτυλιδάκια γαλανά·

και κάποτε το στόμα να σαλεύω

κι απάνω του να ξαναζων̖τανεύω

τον καημό (= τογ̖καημό) που βαριά σάς τυραννά

κι όλο αρχίζει, γυρίζει, δεν τελειώνει (= δεν̖τελειώνει).

Και μια φυλή ζει μέσα σας και λιώνει

και μια ζωή δεμένη σπαρταρά,

γιαννιώτικα, σμυρνιώτικα, πολίτικα,

μακρόσυρτα τραγούδια ανατολίτικα,

λυπητερά.

ΥΜΝΟΣ ΤΩΝ ΑΙΩΝΩΝ


Μητέρα μας πολύπαθη, ω αθάνατη,

δεν είναι μόνο σου στολίδι οι Παρθενώνες·

του συν̖τριμμού σου τα σπαθιά σ’ τα κάμανε

φυλαχτά και στεφάνια σου οι αιώνες. 

Και οι πέτρες που τις έστησε στο χώμα σου

το νικηφόρο χέρι του Ρωμαίου,

και η σταυροθόλωτη εκκλησιά από το Βυζάν̖τιο,

στον τόπο (= στον̖τόπο) του πολύστυλου ναού του αρχαίου,

κι αυτό το κάστρο που μουγ̖κρίζει μέσα του

της Βενετιάς ακόμη το λιον̖τάρι,

κι ο μιναρές που στέκει, της ολόμαυρης

και της πικρότατης σκλαβιάς απομεινάρι,

και του Σλάβου το διάβα αν̖τιλαλούμενο

στ’ όνομα που μας έρχεται στο στόμα

—με το γάλα της μάνας που βυζάξαμε—

σαν ξένη (= σαγ̖κz̥ένη) ανθοβολιά στο ντόπιο χώμα,

όλα ένα νύφης φόρεμα σου υφαίνουνε,

σου πρέπουνε, ω βασίλισσα, σα στέμμα,

στην ομορφάδα σου ομορφιά απιθώσανε

κι είναι σα σπλάχνα απ’ το δικό σου το αίμα.

Ω τίμια φυλαχτά, στολίδια αταίριαστα,

ω διαβατάρικα, από σας πλάθεται αιώνια,

κόσμος από παλιά κοσμοσυν̖τρίμματα,

η νέα τρανή Πατρίδα η παναρμόνια!


ΔΙ'ΕΥΚΡΙΝΙΣΗ:

Όπου:   `   τα ευ̖φωνικά [ŋ] ή [ɱ] πριν από τα δίψηφα σύμφωνα.

                η προφορά των φθόγ̖γων χωριστά, χωρίς συνίζηση.

            o    η άτονη φώνηση του [ζ].


«Το έργo του Παλαμά είναι η αποθέωση του νεοελληνικού γλωσσικού θησαυρού. Από τα (ποιητικά) κείμενά του θα μπορούσε να βγει μια ακέρια γραμματική και σύν̖ταξη της νεοελληνικής κοινής. Το έργο του είναι τόσο πλούσιο, ώστε δεν υπάρχει φαινόμενο γλωσσικό που να μην αν̖τιπροσωπεύεται καταξιωμένο στο έπακρο της εκφραστικής του ικανότητας…» (Ν. Π. Ανδριώτης)

Υπάρχει καλύτερη και πιο αξιόπιστη μαρτυρία της προφοράς των δίψηφων συμφώνων και των ευ̖φωνικών συνηχήσεων, από τη ζώσα φωνή του Εθνικού μας ποιητή;

Eμείς όμως, όχι μόνο δεν τις διδάξαμε -ως οφείλαμε- στα Σχολεία και στα Πανεπιστήμια, αλλά τις απαξιώσαμε κιόλας. Φτάσαμε στο σημείο να αμφισβητούμε την έρρινη προφορά της Κοινής μας Γλώσσας, να προσβάλλουμε την αισθητική και τη μουσικότητά της και να συν̖τάσσουμε Σχολικές Γραμματικές, όπως οι σημερινές, που διδάσκουν την άρρινη προφορά, την κακοφωνία και την παραφθορά της.

Ωστόσο, για να θυμίσω τα λόγια του Παλαμά,

«Χρωστάμε σ’ όσους ήρθαν πέρασαν 

θα ‘ρθουν, θα περάσουν.

Κριτές θα μας δικάσουν

οι αγέννητοι, οι νεκροί». 

Ένας εξ αυτών είναι και ο Εθνικός μας ποιητής. Γιατί τα γραπτά, όπως και τα έργα, μένουν και κάποτε κρίνον̖ται...