Ένρινον είναι και το [γ], όταν ευρίσκεται προ των ουρανικών [κ], [γ], [χ] ή προ του [ξ]: άγκυρα, αγγείον, άγχω, άγξω (Αχιλλέας Τζάρτζανος) ▪ Συλλογιστείτε πώς προφέρεται το πρώτο [γ] στις λόγιες <παγγερμανισμός>, <παγγνωσία> ή <συγγνωστός>, στις οποίες, κατ’ εξαίρεση, δεν έχουμε τροπή του δεύτερου συμφώνου ▪ Αρκετές φορές, τα [μπ] και [ντ] μέσα στη λέξη είναι οι άλλες μορφές των [μβ] και [νδ]: κόμβος → κόμ̂πος, ένδεκα → έν̂τεκα ▪ Αυτό που ουσιיαστικά τρέπεται είναι το δεύτερο σύμφωνο ▪ Όταν γράφω και τα δίψηφα [γγ/γκ], [μπ], [ντ] αφορούν δύο φθόγ̂γους, προσθέτω ένα διיακριτικό ώστε να αναγνωρίζουν απαξάπαν̂τες πώς προφέρον̂ται ▪ Εάν δε γίνει η αναγ̂καία γραπτή διיάκριση ανάμεσα στα έρρινα και τα άρρινα δίψηφα, σε λίγον καιρό θα αναφερόμαστε στην αλλοίωση και τον ψευδισμό της Κοινής Νεοελληνικής (κόμπος [b] ⇔ κόβος, έντεκα [d] ⇔ έδεκα, άγγελος [g] ⇔ agel ≠ angel < άγ̂γελος)

Παρασκευή 13 Δεκεμβρίου 2019

ΕΝΑΣ ΕΠΙΠΛΕΟΝ ΤΡΟΠΟΣ ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗΣ ΤΗΣ ΥΠΑΡΞΗΣ ΤΩΝ ΕΥ̖ΦΩΝΙΚΩΝ ΣΥΝΗΧΗΣΕΩΝ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ





ΤΑ ΜΟΥΣΙΚΑ ΣΥΜΦΩΝΑ «Μ» ΚΑΙ «Ν» ΚΑΙ ΤΑ ΑΙΤΙΑ
ΤΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΑΠΟΔΟΣΗ ΤΟΥΣ:
ΤΡΙΑ ΔΙΨΗΦΑ ΣΥΜΦΩΝΑ
ΓΙΑ ΝΑ ΑΠΟΔΩΣΟΥΝ ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ ΕN̖TΕΚΑ
ΔΙ'ΑΦΟΡΕΤΙΚΟΥΣ ΗΧΟΥΣ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΜΑΣ



Ένας άλλος, αν̖τίστροφος τρόπος τεκμηρίωσης της έρρινης προφοράς της Κοινής Νεοελληνικής, δηλ. των ευ̖φωνικών συνηχήσεων του [μ] και του [ν], συνάγεται παρατηρών̖τας και αξιיολογών̖τας τι ακριβώς συμβαίνει στη ροή του λόγου, ανάμεσα στο τελικό [ν] κάποιων λέξεων και στο αρχικό συγ̖κοπτόμενο σύμφωνο της επόμενης λέξης.

Αν λόγου χάρη δοκιμάσουμε στη ροή του λόγου, χωρίς να μεσολαβεί παύση, να πούμε [δενπάω], συμ̖προφέρον̖τας ατόφιες τις λέξεις, είναι σα να αποτολμούμε να εκφέρουμε το [συμ̖πορεύομαι] [συνπορεύομαι], δηλ. να επιχειρούμε να αποδώσουμε τη σύνθετη λέξη που απαρτίζει πλέον μία γλωσσική μονάδα, ως δύο
γλωσσικές 
μονάδες-λέξεις. 
Φυσικά αυτό δεν μπορεί να συμβεί, αφού συμφ. σύμ̖πλεγμα -νπ δεν υπάρχει στη γλώσσα μας.
Αυτός άλλωστε είναι και ο λόγος, που όταν οι λέξεις συνεκφωνούν̖ται, δηλ. ακούγον̖ται ως μία λέξη, το [νπ] μετατρέπεται σε [μ̖π] (αλλιώς [μμπ]).

Το να προφέρουμε πάλι [δεπάω], απαλείφον̖τας το [ν], είναι σα να λέμε αν̖τίστοιχα [συπορεύομαι].
Από το παραπάνω παράδειγμα συμ̖περαίνει κανείς γιατί το [ν] συγ̖κεκριμένων λέξεων, όπως οι: δεν, μην, σαν, (σ)την, (σ)τον, έναν, αρκετόν, λίγον, πολύν, πόσον, (τ)όσον κ.ά., δε χάνεται ποτέ όταν η επόμενη λέξη αρχίζει από συγ̖κοπτόμενο σύμφωνο (κ, π, τ, ξ, ψ, γκ, μπ, ντ, τζ, τσ).

Όσον αφορά την εκδοχή [δεμπάω], δηλ. την άρρινη προφορά, πέραν του ότι είναι εν̖τελώς άτοπη, αφού για να προκύψει το [μπ] πρέπει να υπάρχει το [ν] (δες παρακάτω και περίπτ. συμφ. συμ̖πλεγμάτων -μβ, -νδ) είναι πιο κακόφωνη και από την προηγούμενη απόδοση (δεπάω), γιατί η ηχηρότητα του [μπ] είναι σαφώς πολύ μεγαλύτερη από αυτήν του συμφωνικού του ζεύγους, δηλ. του άηχου [π].

Οπότε, διά της εις άτοπον απαγωγής τεκμαίρεται ότι:

[δεν+πάω] → [δεμ̖πάω] (δηλ. δεμμπάω)
άρα και [συμ̖πορεύομαι] (αφού ό,τι ισχύει στη συνεκφορά ισχύει και στις σύνθετες λέξεις, με πρώτα συνθετικά τα: «εν», «συν», «παν» ή «πάλιν», δηλ. όπου υπάρχει το [ν]) και ποτέ [συμπορεύομαι].

Ομοίως και για τα: γγ/γκ, ντ.

π.χ.: [εγ̖γονός] (βλ. παρακάτω αναφορά στο άγμα [ŋ]
[μην+καπνίζετε[μηγ̖καπνίζετε] άρα και [εγ̖κοπή] 
[σαν+το]  [σαν̖το παλιό, καλό κρασί] άρα και [παν̖τελής] κ.ο.κ.

Συνεπώς:
 
γ+γ/γ+κ, μ+π, ν+τ (στο μέσον των γηγενών λέξεων, συνήθως) = γ̖γ/γ̖κ, μ̖π, ν̖τ, δηλ. δύο φθόγ̖γοι-ήχοι και όχι ένας, όπως εσφαλμένα διיατυπώνεται στις τρέχουσες σχολικές Γραμματικές της Ε΄ & ΣΤ΄ Δημοτικού και Α΄, Β΄ & Γ΄ Γυμνασίου.

(Απόσπασμα από τη νέα σχολική Γραμματική της Ε' & ΣΤ' Δημοτικού)

(Απόσπασμα από τη νέα σχολική Γραμματική της Α', Β' & Γ' Γυμνασίου)

Τέλος, εάν σε όλα τα παραπάνω συμ̖περιλάβουμε:

1. τις λέξεις της Κοινής Νεοελληνικής στις οποίες η ρίζα του συμφ. συμ̖πλέγματος είναι το [μβ] ή το [νδ] (π.χ.: κολύμβηση κολύμ̖πι, άνδρας άν̖τρας κ.ο.κ.)

2. τους ρηματικούς τύπους που περιλαμβάνουν στην κατάληξή τους το δίψηφο [ν̖τ(π.χ.: τρέχον̖τας, πωλούν̖ται κ.λπ.)

και λάβουμε επίσης υπόψη ότι, το [γ] πριν από μαλακο-ουρανικό σύμφωνο (γ, κ, χ, ξ) δηλώνει το μαλακοϋπερωικό [ν], δηλ. το άγμα [ŋ] και όχι το [γ] (π.χ.: αγχόνη, σύσφιγξη κ.λπ.)

αν̖τιλαμβάνεται αμέσως κανείς το πλήθος των ευ̖φωνικών συνηχήσεων του [μ] και του [ν] και φυσικά τη σημαν̖τικότητα του συγ̖κεκριμένου κανόνα για την ορθή προφορά της Κοινής Νεοελληνικής Γλώσσας.

Το πρόβλημα πλέον στην προφορά έγ̖κειται στο ότι υπάρχουν τρία δίψηφα σύμφωνα, τα: γγ/γκ (είναι ομόηχα, έχουν δηλ. την ίδια φωνητική αξία) μπ, ντ, για να αποδώσουν τρεις φθόγ̖γους-ήχους (g, b, d) και τέσσερις διφθόγ̖γους, δηλ. οκτώ φθόγ̖γους-ήχους (nγ, ng, mb, nd). 
Σύνολο έ
ν̖τεκα διיαφορετικούς ήχους μόνο για τις γηγενείς λέξεις της γλώσσας μας!
Εάν συνυπολογίσουμε και την απόδοση των ξενικών -mp, -nt (π.χ.: κομיπλιμένיτο), τότε οι ήχοι στην Κοινή Νεοελληνική ανέρχον̖ται στους δεκαπέν̖τε!

π.χ.: 
γκρεμός (g), παγγνωσία (ŋγ = νγ γיγ), αγκαλιά (ŋg νγκ γ̖κ) → 5 ήχοι
μπαίνω (b), εκπομπή (ɱb μμπ μ̖π), καμπάνια
(mp ɱp μיπ→ 5 ήχοι
ντύνω (d), πέντε (ŋd νντ ν̖τ), ντοκουμέντο (nt ŋt νיτ
5 ήχοι

Αυτό πρακτικά είναι αδύνατον γιατί δημιουργεί σύγχυση.  
Πόσο μάλλον όταν υπάρχει πλήρης άγνοια. 
Πέραν αυτού, τρία δίψηφα σύμφωνα-σύμβολα για να αποδώσουν
δεκαπέν̖τε διיαφορετικούς ήχους δεν απαν̖τούν σε καμία γλώσσα.
Γι' αυτό και η Πολιτεία καλείται να πράξει άμεσα τα δέον̖τα.

ΔΙ'ΕΥΚΡΙΝΙΣΗ:

Όπου:   `   το ευ̖φωνικό [ŋ] (ή και [μ], περίπτ. -μπ) πριν από το

                  δίψηφο σύμφωνο.

              י   η προφορά των φθόγ̖γων χωριστά.

© Άρης Βαφιάς - MA RCSSD
Καθ. Αγωγής Προφ. Λόγου & Φωνής



Επιτρέπεται η αναδημοσίευση, εφόσον είναι αυτούσια (χωρίς δηλ. αφαιρέσεις, προσθήκες ή τροποποιήσεις) και αναφέρεται ο δημιουργός.