Ένρινον είναι και το [γ], όταν ευρίσκεται προ των ουρανικών [κ], [γ], [χ] ή προ του [ξ]: άγκυρα, αγγείον, άγχω, άγξω (Αχιλλέας Τζάρτζανος) ▪ Συλλογιστείτε πώς προφέρεται το πρώτο [γ] στις λόγιες <παγγερμανισμός>, <παγγνωσία> ή <συγγνωστός>, στις οποίες, κατ’ εξαίρεση, δεν έχουμε τροπή του δεύτερου συμφώνου ▪ Αρκετές φορές, τα [μπ] και [ντ] μέσα στη λέξη είναι οι άλλες μορφές των [μβ] και [νδ]: κόμβος → κόμ̂πος, ένδεκα → έν̂τεκα ▪ Αυτό που ουσιיαστικά τρέπεται είναι το δεύτερο σύμφωνο ▪ Όταν γράφω και τα δίψηφα [γγ/γκ], [μπ], [ντ] αφορούν δύο φθόγ̂γους, προσθέτω ένα διיακριτικό ώστε να αναγνωρίζουν απαξάπαν̂τες πώς προφέρον̂ται ▪ Εάν δε γίνει η αναγ̂καία γραπτή διיάκριση ανάμεσα στα έρρινα και τα άρρινα δίψηφα, σε λίγον καιρό θα αναφερόμαστε στην αλλοίωση και τον ψευδισμό της Κοινής Νεοελληνικής (κόμπος [b] ⇔ κόβος, έντεκα [d] ⇔ έδεκα, άγγελος [g] ⇔ agel ≠ angel < άγ̂γελος)

Τετάρτη 24 Ιανουαρίου 2024

ΕΝΑ ΙΔΙ'ΑΙΤΕΡΑ ΔΗΜΟΦΙΛΕΣ -ΣΤΑ ΜΕΣΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΔΙΚΤΥΩΣΗΣ- ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΓΙΑ ΤΗ ΓΛΩΣΣΑ

 



Ο ΤΖΟΥΤΖΟΥΚΟΣ (1966)

Συνθέτης-Στιχουργός: Νάσ. Φακίδης

Ερμηνευτές: Ζοζ. Γενοβέζου-Νάσ. Φακίδης-Δημ. Πεταχταρίδης


Ντάχτιρι, ντάχτιρι, ντάχτιρι, ντο

άν̂τρα που τον έχω εγώ


Έχω μια γυναίκα

δεν ξέρω [→ δεγ̂κz̥έρω] πού τη βρήκα

Μου ‘τυχε λαχείο

την πήρα [→ τημ̂πήρα] δίχως προίκα


Άν̂τρα μου, χρυσέ μου

καλέ μου νοικοκύρη

που δε σου χαλάω

κανένα σου χατίρι


Κι είμαστε το πιο καλό

αν̂τρόγυνο στη γη

Ακούστε μας και πάρετε

και σεις τη συν̂ταγή


Ακούστε μας, ανύπαν̂τροι

και πάρτε συν̂ταγή:


-Ποιος σηκώνεται πρωί;

-Ο τζουτζούκος μου!

-Ποιος τον ψήνει [→ τομ̂πz̥ήνει] τον καφέ [→ τογ̂καφέ];

-Ο τζου-τζού-κος μου!

-Και ποια τον πίνει [ τομ̂πίνει] τον καφέ [→ τογ̂καφέ];

-Η τζουτζούκα σου, καλέ· αχ αν̂τρούλη μου, χρυσέ!


Ντάχτιρι, ντάχτιρι, ντάχτιρι, ντο

άν̂τρα που τον έχω εγώ!


-Ποιος πηγαίνει στη δουλειά;

-Ο τζουτζούκος μου!

-Ποιος τα φέρνει τα λεφτά;

-Ο τζου-τζού-κος μου!

-Και ποια τα παίρνει τα λεφτά;

-Η τζουτζούκα σου, καλέ· αχ αν̂τρούλη μου, χρυσέ!


Ντάχτιρι, ντάχτιρι, ντάχτιρι, ντο

πω πω πω, να τον χαρώ!


Είδατε μωρέ παιδιά

γυναίκα που ‘χω ‘γω

Φτύστε με κατάμουτρα

να μην αβασκαθώ (δις)

Και φτύστε και τον κόρφο [→  τογ̂κόρφο] σας

για καλό και για κακό


Η γυναίκα μου είναι

μάλαμα μονάχο

Ποτέ της δε μ’ αφήνει

καμιά φρον̂τίδα να ‘χω


Είμαι γυναικούλα

στον άν̂τρα μου εν̂τάξει

Και τον έχω πάν̂τα

μη βρέξει και μη στάξει


Κι είμαστε το πιο καλό

αν̂τρόγυνο στη γη

Ακούστε μας και πάρετε

και σεις τη συν̂ταγή


Ακούστε μας, ανύπαν̂τροι

και πάρτε συν̂ταγή:


-Ποιος θα πιάσει ψάρια;

-Ο τζουτζούκος μου!

-Ποιος θα ψήσει ψάρια;

-Ο τζου-τζού-κος μου!

-Και ποια θα φάει τα ψάρια;

-Η τζουτζούκα σου, καλέ· αχ αν̂τρούλη μου, χρυσέ!


Ντάχτιρι, ντάχτιρι, ντάχτιρι, ντο

άν̂τρα που τον έχω εγώ!


-Ποιος θα κάνει λάτρα;

-Ο τζουτζούκος μου!

-Ποιος θα πλύνει πιάτα;

-Ο τζου-τζού-κος μου!

-Και ποια θα πάει άτα;

-Η τζουτζούκα σου, καλέ· αχ αν̂τρούλη μου, χρυσέ!


Ντάχτιρι, ντάχτιρι, ντάχτιρι, ντο

πω πω πω, να τον χαρώ!


Είδατε μωρέ παιδιά

γυναίκα που ‘χω ‘γω

Φτύστε με κατάμουτρα

να μην αβασκαθώ (δις)

Και φτύστε και τον κόρφο [→  τογ̂κόρφο] σας

για καλό και για κακό


Παραφράζον̂τας το παραπάνω παλιό εύθυμο τραγούδι -το οποίο σφύζει από σατιρικό στίχο και ευ̂φωνικές συνηχήσεις- για τα όσα κωμικοτραγικά συμβαίνουν σήμερα στην παιδεία και ιδιיαίτερα με τη μη εκμάθηση της ορθής προφοράς της γλώσσας μας στα σχολεία:


Έχω μία γλώσσα

που ‘χει συνηχήσεις

και δε μ’ έχουν μάθει

πώς να την προφέρω


Έχω μία γλώσσα

δεν ξέρω πού τη βρήκα

Μου ‘τυχε λαχείο

δεν έχει πλέον προίκα


Ντάχτιρι, ντάχτιρι, ντάχτιρι, ντο

γλώσσα που την έχω εγώ!...

Ντάχτιρι, ντάχτιρι, ντάχτιρι, ντο

δίχως σύμφωνο έρρινο!


Ντάχτιρι, ντάχτιρι, ντάχτιρι, ντο

μα τι γλώσσα έχω ‘γω!...

Ντάχτιρι, ντάχτιρι, ντάχτιρι, ντο

δίχως φθόγ̂γο εύηχο!


ΔΙ'ΕΥΚΡΙΝΙΣH:

Όπου:   ˆ   το ευ̂φωνικό [ŋ] ή [ɱ] πριν από το δίψηφο σύμφωνο.

             י    η εκφορά των φθόγ̂γων χωριστά, χωρίς συνίζηση.

             o   η άτονη φώνηση του [ζ].

 

Άρης Βαφιάς, MA RCSSD
ΚαθΑγωγής Προφ. Λόγου & Φωνής