Μία σημαν̖τική
παράλειψη στο Διיεθνές Φωνητικό Αλφάβητο (ΔΦΑ) -που οφείλεται είτε σε άγνοια,
είτε σε λάθος εκτίμηση- με συνέπεια η εσφαλμένη απόδοση να μεταγράφεται και να
αναπαράγεται στη φωνητική ανάλυση της Κοινής Νεοελληνικής, αφορά σε αυτήν των
ευ̖φωνικών συνηχήσεων του [ν] ή (και) του [μ], πριν από τα δίψηφα -μπ, -ντ,
-τζ, -τσ, όπως και στην απόδοση των λατινικών -mp και -nt για κάποιες δάνειες
λέξεις στη γλώσσα μας.
π.χ.: στη λέξη αμπέλι, το [μ] δεν είναι ατόφιος ήχος (αmbέλι), όπως ατυχώς αναφέρεται στο ΔΦΑ, αλλά διττός-σύνθετος [ŋ+μ], δηλ. [ɱ] (αŋmbέλι ή αɱbέλι).
π.χ. στη συνεκφώνηση του τελικού [ν] κάποιων λέξεων, με το αρχικό [ψ] της επόμενης λέξης:
Οι παραπάνω επισημάνσεις δε γίνον̖ται απλώς για την ορθότητα της προφοράς, αλλά γιατί οδηγούν σε εσφαλμένες αποδόσεις φθόγ̖γων (υπερτονισμούς-αλλοιώσεις), που δεν υφίσταν̖ται στην Κοινή Νεοελληνική.
Προφέρον̖τας κανείς, στην περίπτωση των [τσ], [τζ], το φατνιακό αν̖τί για το μαλακοϋπερωικό [ν], είναι πιο επιρρεπής στο να αποδώσει ένα παχύ τσ (tʃ) ή τζ (dʒ), αφού η άκρη της γλώσσας τείνει να παραμείνει στο άνω φατνιακό τόξο, αν̖τί να κατέβει.
Όπου: ` τα ευ̖φωνικά [ŋ]
και [ɱ] πριν από τα δίψηφα
σύμφωνα.
י η προφορά των διφθόγ̖γων χωριστά.
o η άτονη φώνηση
του [ζ] και του δίψηφου
συμφώνου.