Ένρινον είναι και το [γ], όταν ευρίσκεται προ των ουρανικών [κ], [γ], [χ] ή προ του [ξ]: άγκυρα, αγγείον, άγχω, άγξω (Αχιλλέας Τζάρτζανος) ▪ Συλλογιστείτε πώς προφέρεται το πρώτο [γ] στις λόγιες <παγγερμανισμός>, <παγγνωσία> ή <συγγνωστός>, στις οποίες, κατ’ εξαίρεση, δεν έχουμε τροπή του δεύτερου συμφώνου ▪ Αρκετές φορές, τα [μπ] και [ντ] μέσα στη λέξη είναι οι άλλες μορφές των [μβ] και [νδ]: κόμβος → κόμ̂πος, ένδεκα → έν̂τεκα ▪ Αυτό που ουσιיαστικά τρέπεται είναι το δεύτερο σύμφωνο ▪ Όταν γράφω και τα δίψηφα [γγ/γκ], [μπ], [ντ] αφορούν δύο φθόγ̂γους, προσθέτω ένα διיακριτικό ώστε να αναγνωρίζουν απαξάπαν̂τες πώς προφέρον̂ται ▪ Εάν δε γίνει η αναγ̂καία γραπτή διיάκριση ανάμεσα στα έρρινα και τα άρρινα δίψηφα, σε λίγον καιρό θα αναφερόμαστε στην αλλοίωση και τον ψευδισμό της Κοινής Νεοελληνικής (κόμπος [b] ⇔ κόβος, έντεκα [d] ⇔ έδεκα, άγγελος [g] ⇔ agel ≠ angel < άγ̂γελος)

Παρασκευή 16 Οκτωβρίου 2020

ΜΑΘΗΜΑ ΟΡΘΟΦΩΝΙΑΣ - ΠΡΟΦΟΡΑΣ ΑΠΟ ΕΝΑΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΧΝΗ ΗΘΟΠΟΙΟ



ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ ΘΕΜΑ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ Η ΠΡΟΦΟΡΑ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ

 


1909-1984

Μια φορά λοιπόν κι έναν καιρό, υπήρχε ένας ε
μ̖πνευσμένος, ένας σπουδαίος, ένας ολοκληρωμένος καλλιτέχνης, που, μεταξύ άλλων, αγαπούσε πολύ και φρόν̖τιζε και πρόφερε σωστά τη γλώσσα που μιλούσε· η οποία δεν ήταν άλλη από τη σημερινή τη δική μας: την Κοινή Νεοελληνική.

Το όνομα αυτού… ΜΑΝΟΣ ΚΑΤΡΑΚΗΣ.

Απολαύστε στο παρακάτω βίντεο, την αψεγάδιαστη απόδοση των έρρινων δίψηφων συμφώνων και των ευ̖φωνικών συνηχήσεων-συμ̖προφορών της γλώσσας μας, από έναν πολύ μεγάλο ερμηνευτή: από έναν Αριστοτέχνη του Λόγου και Μάγο της Υποκριτικής.



«…Kαι κάθε που κουράζεται το χέρι μου στη λύρα, εσύ συνέχιζε χτυπών̖τας τα φτερά σου.

Ένας βοσκός, αλάργα από τα αδέρφια του, αλαφροΐσκιωτος, έπαιζε τη φλογέρα κι ονειρεύον̖ταν…

Το χέρι της νύχτας υψώνον̖ταν πίσω από το λόφο, πορφυρό...

Οι τρεις Θεές κατέβηκαν από το λουλουδένιο αμάξι τους τυλιγμένες στην πάχνη (= στημ̖πάχνη) των άστρων, στάθηκαν μπροστά του και για μια στιγμή ο Χρόνος κράτησε την ανάσα του ν’ ακούσει…

Φλουρί κωνσταν̖τινάτο χρυσοστόλιστε, κον̖τάρι ασημωμένο θα σου δώσω, να σκύβουνε Ρηγάδες σαν περνάς (= σαμ̖περνάς)…

Την πλάση (= τημ̖πλάση) θα σ’ ανοίξω σα βιβλίο, το θάμα να ξηγάς της ανεμώνας και να διαβάζεις του καιρού τα αινίγματα.

Κι η τρίτη, η Αφροδίτη, με τη μαν̖τίλα και το ροδοελεφάν̖τινο βυζί, ψυθίρισε σα Σφίγ̖γα...

Κύκνος την πήρε (= τημ̖πήρε) από το στεναγμό μου, πράσινη άστραψε στο φως η πέτρα και γεννήθηκε η Ελένη.

Και κείνος βέβαια, θαμ̖πωμένος, είπε την Αφροδίτη πεν̖ταστέρινη…

Έπειτα όλα θάφτηκαν κι άνθισαν σα λεμονόδεν̖τρα στο παραμύθι.

Οι κορυδαλλοί πεθαίνουν και ξαναγεννιούν̖ται.

Και μια φορά λοιπόν κι έναν καιρό (= έναγ̖καιρό)…».


Απόσπασμα από τη συνέν̖τευξη του αείμνηστου Μάνου Κατράκη στο περιοδικό «Πολιτιστική», για τη θεατρική παιδεία, την ελληνική γλώσσα, την άρθρωση και την προφορά της.

«Η Θεατρική Παιδεία στην Ελλάδα είναι άθλια, σε γενικές γραμμές. Για μένα είναι απαράδεκτη. Και γι’ αυτό ήμουνα κι εναν̖τίον της άδειας ασκήσεως επαγ̖γέλματος του ηθοποιού. Γιατί από κάθε Σχολή, ανεξάρτητα από επάνδρωση ικανή να μορφώσει και να βγάλει σωστούς τεχνίτες του Θεάτρου, έβγαινε το κάθε παιδί ηθοποιός. Έπαιρνε ένα χαρτί και σου λέει: γράφει ηθοποιός εδώ.

Με το ''ό,τι δηλώσεις'' του Τσαρούχη γινόσουνα ηθοποιός, κατάλαβες; Λοιπόν, οι άνθρωποι αυτοί ήτανε ατελέστατα μορφωμένοι θεατρικά. Δε μιλάω για όλες τις Σχολές, αλλά για τις περισσότερες, τη συν̖τριπτική πλειοψηφία των Σχολών αυτών...

Δεν φτάνει το ταλέν̖το για να είσαι καλός ηθοποιός, για να μείνεις καλός ηθοποιός. Δε λέω να γίνουν όλοι πρωταγωνιστές, δε γίνον̖ται όλοι.

Το θέατρο δε ζει μόνο με πρωταγωνιστές, ζει και με βοηθητικά πρόσωπα, αλλά τα βοηθητικά πρόσωπα να ξέρουνε τι λένε. Να ξέρουνε πού πατάνε, να ξέρουνε πώς τα λένε.

Πρώτα πρώτα να ξέρουνε, να μαθαίνουνε την Eλληνική Γλώσσα. Γιατί σπάνια, λίγοι απ’ αυτούς μιλάνε Eλληνικά. Μιλάνε παρεφθαρμένα Eλληνικά.

Τριάντα (d) σου λέει, φεγγάρι (g).

Δεν είναι ούτε τριά-ντα, ούτε φε-γγάρι.

Είναι τριάν̖τα (ŋd) και φεγ̖γάρι (ŋg).

Αυτό το ν, το μικρό αυτό γραμματάκι που λέγεται ν, ενδιיάμεσα, στην εκφορά του λόγου, έχει πολύ μεγάλη σημασία για τη μουσικότητα, για τον ήχο και την αισθητική μιας γλώσσας.

Στις ξένες χώρες, πάρτε την Αγ̖γλική Σχολή ας πούμε, οι Απόφοιτοι μαθητές μιας Σχολής μιλάνε άπταιστα, αλάθητα τη γλώσσα τους. Πολύ ωραία, καταλαβαίνεις τι λένε. Εδώ τρομάζεις να πάρεις μια φράση σωστή απ’ τη σκηνή.

Aπό πόσους ανθρώπους να πάρεις σωστή φράση; Πόσοι άνθρωποι μιλάνε σωστά στο Ελληνικό Θέατρο; Κατά τη γνώμη μου η Θεατρική Παιδεία είναι ελλιπής. Αν ιδρυθούν Ακαδημίες σωστές, επανδρωμένες με σωστά στελέχη, πρέπει οι Σχολές αυτές να διיαλυθούν…».


ΠΙΚΡΕΣ ΔΙ'ΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ - ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΙ:

α΄. Η Παιδεία, εν γένει, στη χώρα μας είναι ελλιπής.
β΄Όταν υπάρχουν ηθοποιοί που δεν προφέρουν σωστά, αν̖τιλαμβάνεστε τι συμβαίνει με τον υπόλοιπο κόσμο.
γ΄. Η εκμάθηση των Κανόνων Προφοράς και η διδασκαλία του Ορθόφωνου Λόγου θα πρέπει να αρχίζουν πρώτιστα από το Σχολείο -παράλληλα με το μάθημα της Γλώσσας- και να συνεχίζον̖ται καθ όλη τη διיάρκεια της φοίτησης των παιδιών σε αυτό. Γιατί η γλώσσα καταξιώνεται από το σύνολο του κόσμου, δηλ. από το λαό, και όχι απλώς από τους ηθοποιούς.
δ΄. Είναι αδιיανόητο, εν έτει 2020, η Ορθοφωνία να μην αποτελεί βασικό μάθημα στις Παιδαγωγικές Σχολές. Ανεπίτρεπτο για οποιαδήποτε γλώσσα. Πόσο μάλλον για την Ελληνική: μία γλώσσα πλουσιότατη, ιδιיόμορφη και απαιτητική στην εκμάθηση.
ε΄. Σε ό,τι αφορά την Προφορά, αυτά που διδάσκον̖ται σήμερα στο Σχολείο δεν είναι σωστά Ελληνικά. Υπάρχουν μεγάλες παραλείψεις και ανακρίβειες, με συνέπεια τα παιδιά να δηλώνουν άγνοια και να μην προφέρουν ορθά. Η εκμάθηση πρέπει να ξεκινάει από τον Προφορικό Λόγο και όχι από τον Γραπτό. Ο άνθρωπος πρώτα μιλάει και μετά μαθαίνει να γράφει.
στ΄Η Κοινή μας Γλώσσα οδηγείται -με μαθηματική ακρίβεια- στην παραφθορά, την κακοφωνία και τον ψευδισμό. Ο πιο εύκολος τρόπος για να «διδάξεις» κάτι, είναι να το αγνοήσεις. Να το αφήσεις να ξεχαστεί και να μην το διδάξεις ποτέ.
Αλήθεια, κάθε χρόνο στις 9 Φεβρουαρίου ποια Γλώσσα εορτάζουμε; Αυτή που δε γνωρίζουμε πώς να προφέρουμε; Και εάν ναι, τι κάνουμε εν̖τέλει γι αυτό;
ζ΄. Με τόσο βαριά γλωσσική, θεατρική και πολιτισμική εν γένει κληρονομιά, αν̖τί να κάνουμε βήματα προς τα μπρος κάνουμε βήματα πίσω.
Στο Θεάτρο μνημονεύουμε το Ρον̖τήρη, τον Καραντινό, την Κοτοπούλη, την Παπαδάκη, το Μινωτή, την Παξινού, τον Κατράκη, το Χορν, τη Συνοδινού και άλλους σημαν̖τικούς Δασκάλους-Ηθοποιούς, και τελικά, σε ό,τι αφορά την Τέχνη του Λόγου, δεν καλλιεργήσαμε τίποτα. Τα πετάξαμε όλα. Το ίδιο και στο Σχολείο. Απόδειξη οι σημερινές Σχολικές Γραμματικές, της Ε΄-ΣΤ΄ Δημοτικού και Α΄-Β΄ Γυμνασίου. Δεν περιλαμβάνουν τίποτε από αυτά που ανέφεραν οι σπουδαίοι Τζάρτζανος, Τριαν̖ταφυλλίδης, Τσολάκης για την Προφορά.
η΄. Μπορεί τα γραπτά να μένουν για να δηλώσουν τα πιο ωραία πράγματα. Όμως όσα, κατά το πλείστον, λέγον̖ται σήμερα, δεν έχουν καμία απολύτως σχέση με όσα γλωσσικά επισημάνθηκαν και καλλιεργήθηκαν κάποτε, με συνέπεια ο Προφορικός Λόγος να φθίνει διיαρκώς. Και αυτό είναι κάτι που θα έπρεπε εδώ και πολύν καιρό να μας απασχολεί. Γιατί γλώσσα με απαξιωμένο και εγ̖καταλελειμμένο τον Προφορικό Λόγο είναι κατ’ ουσίαν γλώσσα λειψή, αν όχι νεκρή.
θ΄. Φτάσαμε στο σημείο να προφέρουμε καλύτερα τις αγ̖γλικές λέξεις απ ό,τι τις ελληνικές, ή τις ελληνικές καλύτερα στην Αγ̖γλική απ’ ό,τι στη γλώσσα μας (π.χ. angel < άγγελος, Αndrew < Αντρέας < άντρας κ.λπ.). Υπάρχει μεγαλύτερη γλωσσική κατάν̖τια από αυτό;
ι΄. Αν̖τί να κάνουμε κάτι για να αναστρέψουμε την κατάσταση, χρησιμοποιούμε τον όρο «φωνολογική πολυμορφία» για να δικαιολογήσουμε την απάθεια ή την απραξία μας για τη φωνολογική σύγχυση-αγνωσία, που επικρατεί στην Πρότυπη Γλώσσα.
Αυτό κι αν είναι κατάν̖τια.
Αυτή τη Γλώσσα κληρονομήσαμε από την Κοτοπούλη και τον Κατράκη, τον Τριαν̖ταφυλλίδη και τον Τσολάκη;...
Αυτή καλλιεργούμε, αυτή διיαφυλάσσουμε;...

ΔΙ'ΕΥΚΡΙΝΙΣΗ:

Όπου:   `   τα ευ̖φωνικά [ŋ] ή [ɱ] πριν από τα δίψηφα σύμφωνα.

                η προφορά των φθόγ̖γων χωριστά, χωρίς συνίζηση.



Άρης Βαφιάς, MA RCSSD
Καθ. Αγωγής Προφ. Λόγου & Φωνής