Όπου [']: η προερρίνωση των δίψηφων συμφώνων, δηλ. η ελαφρά συνήχηση των ευ'φωνικών [ŋ] και [μ] πριν από τα δίψηφα σύμφωνα -γγ/γκ, -ντ και -μπ α'ντίστοιχα.
[’]: η απόδοση των φθό'γγων χωριστά.
Η πρώτη σελίδα του.
Σε λίγον καιρό θα είναι δι’αθέσιμο, έτοιμο προς χρήση.
Α
Σε λίγον καιρό θα είναι δι’αθέσιμο, έτοιμο προς χρήση.
Α
αβανγκαρντισμός [αβα'γκαρντισμός]
αβάντα [αβά'ντα]
αβαντάζ [αβαν’τάζ]
αβάντζο [αβάντζο]
αβάντι [αβάν’τι]
αβάσκαντος [αβάσκα'ντος]
αβιομηχάνητος [αβι’ομηχάνητος]
αβοκάντο [αβοκάντο]
αγαθοποιός [αγαθοποι’ός]
αγαλλιάζω [αγαλλι’άζω]
αγαλματοποιός [αγαλματοποι’ός]
αγάντα [αγά'ντα]
αγάντζωτος [αγάντζωτος]
αγγαρεία [α'γγαρεία]
αγγειακός [α'γγει’ακός]
αγγειοδιαστολή [α'γγειοδι’αστολή]
αγγειοκαρδιογραφία [α'γγειοκαρδι’ογραφία]
αγγελία [α'γγελία]
αγγελιάζομαι [α'γγελι’άζομαι]
αγγέλιασμα [α'γγέλιασμα]
αγγελιαφόρος [α'γγελι’αφόρος]
άγγελος [ά'γγελος]
αγγελτήριο [α'γγελτήρι’ο]
άγγιγμα [ά'γγιγμα]
αγγλικανισμός [α'γγλικανισμός]
αγγλικό(ς) [α'γγλικό(ς)]
αγγούρι [α'γγούρι]
αγιάζι [αγιάζι]
αγιάζω [αγι’άζω και αγιάζω]
αγιασμός [αγιασμός]
αγιοβασιλιάτικος
[αγιοβασιλιάτικος]
αγιογδύτης [αγιογδύτης]
αγιογραφία [αγι’ογραφία]
αγιόκλημα [αγιόκλημα]
αγιολόγιο [αγι’ολόγι’ο]
αγιορείτης [αγιορείτης]
άγιος [άγι’ος]
αγιοταφίτης [αγιοταφίτης]
αγιωνυμία [αγι’ωνυμία]
αγιωτικός [αγιωτικός]
αγκαζάρισμα [α'γκαζάρισμα]
αγκαζέ [α'γκαζέ]
αγκάθι [α'γκάθι]
αγκίδα [α'γκίδα]
αγκινάρα [α'γκινάρα]
αγκίστρι [α'γκίστρι]
αγκιτάτσια [αγκιτάτσι’α]
αγκλίτσα [α'γκλίτσα]
αγκομαχώ [α'γκομαχώ]
αγκορτσιά [αγκορτσιά]
αγκούσα [α'γκούσα]
αγκράφα [αγκράφα]
αγκύλη [α'γκύλη]
άγκυρα [ά'γκυρα]
αγκώνας [α'γκώνας]
αγλύκαντος [αγλύκα'ντος]
αγνάντεμα [αγνά'ντεμα]
αγνάντια [αγνά'ντια]
άγνοια [άγνοι’α]
αγόγγυστος [αγό'γγυστος]
αγράμπελη [αγρά'μπελη]
αγροκαλλιέργεια [αγροκαλλι’έργει’α]
αγροτεμάχιο [αγροτεμάχι’ο]
αγροτοβιομηχανικός [αγροτοβι’ομηχανικός]
αγρύπνια [αγρύπνια]
αγρωνύμιο [αγρωνύμι’ο]
αγυιά [αγυ’ά]
αγυιόπαις [αγυ’όπαις]
αγχίνοια [αγχίνοι’α]
αδάμαντας [αδάμα'ντας]
άδεια [άδει’α = συναίνεση,
δικαίωμα]
άδεια [άδεια = κενά, κενή]
αδεμάτιαστος [αδεμάτιαστος]
αδενοπάθεια [αδενοπάθει’α]
άδεντρος [άδε'ντρος]
αδέξιος [αδέξι’ος]
αδερφοδιώχτης [αδερφοδιώχτης]
αδιαβάθμητος [αδι’αβάθμητος]
αδιάβαστος [αδιάβαστος]
αδιάβατος [αδιάβατος]
αδιαβίβαστος [αδι’αβίβαστος]
αδιάβλητος [αδι’άβλητος]
αδιάβροχο(ς) [αδι’άβροχο(ς)]
αδιάβρωτος [αδι’άβρωτος]
αδιαγούμητος [αδιαγούμητος]
αδιάζευκτος [αδι’άζευκτος]
αδιαθεσία [αδι’αθεσία]
αδιαίρετος [αδι’αίρετος]
αδιακανόνιστος [αδι’ακανόνιστος]
αδιάκοπος [αδι’άκοπος]
αδιακόρευτος [αδι’ακόρευτος]
αδιακόσμητος [αδι’ακόσμητος]
αδιακρισία [αδι’ακρισία]
αδιάλειπτος [αδι’άλειπτος]
αδιάλλακτος [αδι’άλλακτος]
αδιάλυτος [αδι’άλυτος]
αδιαμαρτύρητος [αδι’αμαρτύρητος]
© 2017 Άρης Βαφιάς, MA RCSSD
Καθ. Αγωγής Προφ. Λόγου & Φωνής