Η ΠΡΟΦΟΡΑ ΤΩΝ ΔΙΨΗΦΩΝ ΣΥΜΦΩΝΩΝ
Πριν από κάμ̂ποσα χρόνια, στην τηλεοπτική εκπομ̂πή του διיακεκριμένου γλωσσολόγου-λεξικογράφου Γεωργίου Μπαμπινιώτη και της κλασικής φιλολόγου-δημοσιογράφου Βίκης Φλέσσα, «Οι λέξεις φταίνε», φιλοξενήθηκε ο ηθοποιός Γιάννης Μπέζος.
Ακούστε τι ανέφερε σχετικά με την προφορά της Κοινής Νεοελληνικής και
την εκφορά του λόγου.
Η ορθή εκφορά των λέξεων που ακούγον̂ται στο βίντεο, είναι:
εκπομ̂πή [εκποɱbή] και όχι εκπομπή [εκποbή]
έμ̂πορος [έɱbορος] έμπορος [έbορος]
αντίο [αdίο < ιταλ. addio] αν̂τίο [αŋdίο]
βίντεο [βίdεο < λατιν. video] βίν̂τεο
[βίŋdεο]
φεγ̂γάρι [φεŋgάρι] φεγγάρι [φεgάρι]
Η τοποθέτησή μου, στις εύστοχες επισημάνσεις των ομιλούν̂των
στη γλωσσική εκπομ̂πή, είναι ότι τα πάν̂τα είναι θέμα παιδείας· και ότι όλα ξεκινούν από την οικογένεια και το σχολείο.
Για να συμβεί όμως αυτό, θα πρέπει η Ορθοφωνία να διδάσκεται στις Παιδαγωγικές Σχολές· κάτι το οποίο δε γίνεται. Και όταν συμβαίνει, γίνεται απλώς για τους «τύπους»:
πλημμελώς και ουχί με τρόπο συστηματικό!
Επίσης, η διδασκαλία της προϋποθέτει καταρτισμένους δασκάλους· και οι αξιόλογοι, δυστυχώς, δάσκαλοι –πλέον και στις Δραματικές Σχολές– είμαστε λιγότεροι απ’ ό,τι τα δάχτυλα του ενός χεριού!
Όσον αφορά την κακή εκφορά του λόγου, θα προσέθετα ότι δε
βάλλει μόνο τη μουσικότητα της γλώσσας, αλλά και
την ετυμολογία-σημασιολογία των λέξεων.
Το δέντρο [d], λ.χ., είναι ισάξιο των δεδροκομία και δεδροφύτευση, όπως και το κολύμπι [b], των κολυβητής και κολυβητήριο.
Εάν αναγάγουμε δε τα παραπάνω παραδείγματα, σε ένα πλήθος λέξεων με συμφωνικά συμ̂πλέγματα τα [νδ] και [μβ], είναι σα να προφέρουμε:
το σκάνδαλο → σκάδαλο (⇔ σκάνταλο [d], αν̂τί του ορθού σκάν̂ταλο [ŋd]), την πανδημία → παδημία, το σύμβολο → σύβολο, το ρόμβο → ρόβο κ.ο.κ.
Ειρήσθω εν παρόδω, οι Άγ̂γλοι –στα εν λόγω από τη γλώσσα μας δάνεια– προφέρουν τα [ν] ή [μ]:
scandal, pandemic, symbol, rhomb.
Όπως άλλωστε και στην περίπτωση των έρρινων γ̂γ/γ̂κ [ŋg] (!)
π.χ.: angel (< άγ̂γελος), sponge (< σπόγ̂γος), strangle (< στραγ̂γαλίζω), ankylosis (< αγ̂κύλωσις) κ.ά.
Ωστόσο, με ευχολόγια και νουθεσίες δε γίνεται τίποτα.
Όλα τα παραπάνω, δυστυχώς, μαρτυρούν σοβαρό έλλειμμα παιδείας και αγνωσία.
Εν κατακλείδι, εάν δε γίνει πάραυτα η απαραίτητη αποσαφήνιση των έρρινων δίψηφων συμφώνων στο γραπτό λόγο (προσωπικά προτείνω την πλήρη αξιοποίηση του τόνου και της αποστρόφου, σε μια πιο διיακριτική μορφή), η οποία θα διיευκολύνει τόσο τους δασκάλους στα σχολεία, όσο και τους μαθητές στην εκμάθηση της ορθής προφοράς, οδεύουμε, με μαθηματική ακρίβεια, στην αλλοίωση και στον ψευδισμό της γλώσσας μας· της οποίας –υπενθυμίζω– ότι κάθε χρόνο, στις 9 Φεβρουαρίου (ημερομηνία εκδημίας του εθνικού μας ποιητή), εορτάζουμε την οικουμενικότητά της.
Επιμέρους σχόλια-τοποθετήσεις:
1. Όν̂τως, το βασικότερο μέσο έκφρασης του ηθοποιού είναι ο λόγος. Αυτός είναι που ουσιיαστικά διיαφοροποιεί τη θεατρική τέχνη από τις υπόλοιπες τέχνες. Σε αυτήν μπορεί να συναν̂τήσει κανείς όλες τις τέχνες μαζί και επιπροσθέτως την αμεσότητά του.
2. Τελευταία υιοθετείται από κάποιους η άποψη ότι ο ηθοποιός αρκεί να καταθέσει την αλήθεια του, απαξιώνον̂τας κατ’ αυτό τον τρόπο τη σημαν̂τικότητα της Ορθοφωνίας στο Θέατρο.
Σε αν̂τίκρουση του παραπάνω ισχυρισμού, αναφέρω τα εξής:
Ι. Δε μας ενδιיαφέρει η αλήθεια του ηθοποιού, αλλά η αλήθεια του ρόλου → του έργου → του συγ̂γραφέα. Με πιο απλά λόγια, δε θέλουμε να δούμε το Βαφιά να παίζει τον εαυτό του, αλλά το Βαφιά να υποδύεται τον Κρέον̂τα (ρόλος με τον οποίο -κατά κοινή ομολογία- ταυτίστηκε περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο).
Για τον ίδιο λόγο δε μας ενδιיαφέρει η σκηνοθετική άποψη του Βαφιά για την Αν̂τιγόνη του Σοφοκλή, αφού ο πρώτος σκηνοθέτης είναι ο ίδιος ο δημιουργός, του οποίου η θέση δηλώνεται με απόλυτη σαφήνεια στο έργο. Πόσο μάλλον σε αυτό ενός μεγάλου δραματουργού ή τραγικού ποιητή! Εάν κάποιος επιθυμεί να καταθέσει την άποψή του, μπορεί να γράψει ένα άλλο, δικό του έργο.
II. Αν υπήρχε κάτι το οποίο έκανε το Μινωτή να ξεχωρίζει από πολλούς συναδέλφους του και να μπορεί να αναμετράται με τα κείμενα των αρχαίων τραγικών ποιητών μας –στα ανοιχτά θέατρα– μέχρι το βαθύ του γήρας, ήταν ότι ασκείτο διיαρκώς. Υπήρξε «τέρας» εργατικότητας και τεχνικής.
Ομοίως και ο Ορέστης Μακρής, στον πειστικότερο μεθύστακα που έχει ποτέ αποδοθεί από ηθοποιό –παρεμ̂πιπτόν̂τως δεν είχε πιεί ποτέ του γουλιά κρασί, με την ερμηνεία του να αποτελεί, διיεθνώς, σημείο αναφοράς και μελέτης– τον οποίο, ωστόσο, καταλάβαινες τι έλεγε στις ταινίες του· εν αν̂τιθέσει με πολλούς ηθοποιούς της τηλεόρασης σήμερα, τους οποίους πασχίζεις να κατανοήσεις τι λένε.
3. Δεν έχει σημασία τι λέμε (χαρακτηριστικό παράδειγμα ο λόγος του Μάρκου Αν̂τώνιου στη Ρωμαϊκή Αγορά, στον «Ιούλιο Καίσαρα» του Σαίξπηρ), αλλά ο τρόπος με τον οποίο λέμε, εκφράζουμε κάτι· και αυτόν τον τρόπο, τόσο στο Θέατρο, όσο και στην καθημερινή μας επικοινωνία με τους άλλους ανθρώπους, δηλαδή την Τέχνη του Λόγου (αλλιώς Ρητορική), πραγματεύεται –μεταξύ άλλων– η Ορθοφωνία.
4. Προς επίρρωση των όσων αναφέρει ο κύριος Μπαμπινιώτης για την Bühnensprache, δηλαδή την πρότυπη γλώσσα (αλλιώς γλώσσα θεατρικής σκηνής), ή την Bühnenaussprache (θεατρική προφορά):
Εάν δεν εκφέρει ορθά το λόγο ο ηθοποιός, ο οποίος θεωρείται πνευματικός φορέας και οφείλει να αποτελεί πρότυπο εκφοράς για τους άλλους, από ποιον προσδοκούμε να τον αρθρώσει σωστά; Από τον απλό άνθρωπο ή το βιοπαλαιστή;
Αυτά είναι μερικά από τα οποία επισημαίνω στους μαθητές μου.
Γιατί όπως διיατυπώνει ο καλός συνάδελφος Γιάννης Μπέζος (κάποτε είχαμε συνυπάρξει καθηγητές στη Δραματική Σχολή «Ράμ̂πα»), η δουλειά η δική μας είναι να ανεβάζουμε τον πήχη.
ΔΙ'ΕΥΚΡΙΝΙΣH:
Όπου: ˆ το ευ̂φωνικό [ŋ] ή [ɱ] πριν από το δίψηφο σύμφωνο.
י η εκφορά των φθόγ̂γων χωριστά, χωρίς συνίζηση.