Ας κάνουμε τις φατσούλες να λάμψουν από χαρά!...
φεγγάρι = φεgάρι
φενγγάρι = φενgάρι ( = υπερτονισμένο [ν], δηλ. φατνιακό)
φε'γγάρι ( = φενγγάρι) = φεŋgάρι ( = άγμα, δηλ. απαλό,
μαλακοϋπερωικό [ν])
αγκίστρι = αgίστρι
ανγκίστρι = ανgίστρι ( = υπερτονισμένο [ν], δηλ. φατνιακό)
α'γκίστρι ( = ανγκίστρι) = αŋgίστρι ( = άγμα, δηλ. απαλό,
μαλακοϋπερωικό [ν])
έμπορος = έbορος
έμ΄πορος = έμ-πορος
έ'μπορος ( = ένμμπορος) = έŋmbορος (συνηχείται απαλά κυρίως το [μ] και λιγότερο το μαλακοϋπερωικό [ν])
πέντε = πέdε
πένντε = πένdε ( = υπερτονισμένο [ν], δηλ. φατνιακό)
πέν΄τε = πέν-τε
πέ'ντε ( = πένντε) = πέŋdε ( = άγμα, δηλ. απαλό, μαλακοϋπερωικό [ν])
δεκοιμάμαι
δενκοιμάμαι
δεγκοιμάμαι = δεgοιμάμαι
δενγκοιμάμαι = δενgοιμάμαι
δε'γκοιμάμαι ( = δενγκοιμάμαι) = δεŋgοιμάμαι ( = άγμα + απαλό [γκ])
έναπίνακα
ένανπίνακα
έναμπίνακα = έναbίνακα
ένανμπίνακα = ένανbίνακα
ένα'μπίνακα ( = ένανμμπίνακα) = έναŋmbίνακα (συνηχού'νται απαλά κυρίως τα [μ], [μπ] και λιγότερο το μαλακοϋπερωικό [ν])
μητρέχεις
μην΄τρέχεις = μην-τρέχεις
μηντρέχεις = μηdρέχεις
μηνντρέχεις = μηνdρέχεις
μη'ντρέχεις ( = μηνντρέχεις) = μηŋdρέχεις ( = άγμα + απαλό
[ντ])
σαξύλο
σανξύλο
σαγκζύλο = σαgzύλο
σανγκζύλο = σανgzύλο
σα'γκζύλο ( = σανγκζύλο) = σαŋgzύλο ( = άγμα + απαλό
[γκζ])
(σ)τηψάθα
(σ)τηνψάθα
(σ)τημπζάθα = (σ)τηbzάθα
(σ)τηνμπζάθα = (σ)τηνbzάθα
(σ)τη'μπζάθα [ = (σ)τηνμμπζάθα] = (σ)τηŋmbzάθα (συνηχού'νται απαλά κυρίως τα [μ], [μπζ] και λιγότερο το μαλακοϋπερωικό [ν])
τσιγκούνης = τσιgoύνης
τσι'γκούνης ( = τσινγκούνης) = τσιŋgούνης ( = άγμα, δηλ. απαλό, μαλακοϋπερωικό [ν])
(σ)τοτσι'γκούνη
(σ)τον΄τσι'γκούνη = (σ)τον-τσι'γκούνη
(σ)τοτζι'γκούνη = (σ)τοdzι'γκούνη
(σ)τοντζι'γκούνη = (σ)τονdzι'γκούνη
(σ)το'τζι'γκούνη [= (σ)τοντζι'γκούνη] = (σ)τοŋdzι'γκούνη ( = άγμα + απαλό [τζ])
Ας παίξουμε τώρα λίγο με τις λέξεις και τις έννοιές τους:
μη'μπαρκάρεις ( = μηŋmb̥αρκάρεις, δηλ. μη σταθμεύεις)
μη'μπαρκάρεις ( = μηŋmbαρκάρεις, δηλ. μην επιβιβάζεσαι στο πλοίο)
τη'μπήρα ( = τηŋmb̥ήρα, δηλ. την απόκτησα, την έφερα, την παρέλαβα κ.λπ.) ή τη'μπείρα ( = τηŋmb̥είρα, δηλ. τη γνώση)
και τη'μπίρα ( = τηŋmbίρα, δηλ. το ποτό)
φέρε στο'γκώστα (= στοŋg̊ώστα) τη'γκαζόζα ( = τηŋgαζόζα)
δώσε στο'μπέτρο ( = στοŋmb̥έτρο) τη'μπίρα ( = τηŋmbίρα)
πάμε με το'ντίνο ( = τοŋdίνο) στη'ντήνο ( = στηŋd̥ήνο)
έχασα τη'τζά'ντα ( = τηŋd̥z̥άŋdα) στη'τζγιά ( = στηŋdzγιά)
φε'γγάρι ( = φενγγάρι) = φεŋgάρι ( = άγμα, δηλ. απαλό,
μαλακοϋπερωικό [ν])
αγκίστρι = αgίστρι
ανγκίστρι = ανgίστρι ( = υπερτονισμένο [ν], δηλ. φατνιακό)
α'γκίστρι ( = ανγκίστρι) = αŋgίστρι ( = άγμα, δηλ. απαλό,
μαλακοϋπερωικό [ν])
έμπορος = έbορος
έμ΄πορος = έμ-πορος
έ'μπορος ( = ένμμπορος) = έŋmbορος (συνηχείται απαλά κυρίως το [μ] και λιγότερο το μαλακοϋπερωικό [ν])
πέντε = πέdε
πένντε = πένdε ( = υπερτονισμένο [ν], δηλ. φατνιακό)
πέν΄τε = πέν-τε
πέ'ντε ( = πένντε) = πέŋdε ( = άγμα, δηλ. απαλό, μαλακοϋπερωικό [ν])
δεκοιμάμαι
δενκοιμάμαι
δεγκοιμάμαι = δεgοιμάμαι
δενγκοιμάμαι = δενgοιμάμαι
δε'γκοιμάμαι ( = δενγκοιμάμαι) = δεŋgοιμάμαι ( = άγμα + απαλό [γκ])
έναπίνακα
ένανπίνακα
έναμπίνακα = έναbίνακα
ένανμπίνακα = ένανbίνακα
ένα'μπίνακα ( = ένανμμπίνακα) = έναŋmbίνακα (συνηχού'νται απαλά κυρίως τα [μ], [μπ] και λιγότερο το μαλακοϋπερωικό [ν])
μητρέχεις
μην΄τρέχεις = μην-τρέχεις
μηντρέχεις = μηdρέχεις
μηνντρέχεις = μηνdρέχεις
μη'ντρέχεις ( = μηνντρέχεις) = μηŋdρέχεις ( = άγμα + απαλό
[ντ])
σαξύλο
σανξύλο
σαγκζύλο = σαgzύλο
σανγκζύλο = σανgzύλο
σα'γκζύλο ( = σανγκζύλο) = σαŋgzύλο ( = άγμα + απαλό
[γκζ])
(σ)τηψάθα
(σ)τηνψάθα
(σ)τημπζάθα = (σ)τηbzάθα
(σ)τηνμπζάθα = (σ)τηνbzάθα
(σ)τη'μπζάθα [ = (σ)τηνμμπζάθα] = (σ)τηŋmbzάθα (συνηχού'νται απαλά κυρίως τα [μ], [μπζ] και λιγότερο το μαλακοϋπερωικό [ν])
τσιγκούνης = τσιgoύνης
τσι'γκούνης ( = τσινγκούνης) = τσιŋgούνης ( = άγμα, δηλ. απαλό, μαλακοϋπερωικό [ν])
(σ)τοτσι'γκούνη
(σ)τον΄τσι'γκούνη = (σ)τον-τσι'γκούνη
(σ)τοτζι'γκούνη = (σ)τοdzι'γκούνη
(σ)τοντζι'γκούνη = (σ)τονdzι'γκούνη
(σ)το'τζι'γκούνη [= (σ)τοντζι'γκούνη] = (σ)τοŋdzι'γκούνη ( = άγμα + απαλό [τζ])
Ας παίξουμε τώρα λίγο με τις λέξεις και τις έννοιές τους:
μη'μπαρκάρεις ( = μηŋmb̥αρκάρεις, δηλ. μη σταθμεύεις)
μη'μπαρκάρεις ( = μηŋmbαρκάρεις, δηλ. μην επιβιβάζεσαι στο πλοίο)
τη'μπήρα ( = τηŋmb̥ήρα, δηλ. την απόκτησα, την έφερα, την παρέλαβα κ.λπ.) ή τη'μπείρα ( = τηŋmb̥είρα, δηλ. τη γνώση)
και τη'μπίρα ( = τηŋmbίρα, δηλ. το ποτό)
φέρε στο'γκώστα (= στοŋg̊ώστα) τη'γκαζόζα ( = τηŋgαζόζα)
δώσε στο'μπέτρο ( = στοŋmb̥έτρο) τη'μπίρα ( = τηŋmbίρα)
πάμε με το'ντίνο ( = τοŋdίνο) στη'ντήνο ( = στηŋd̥ήνο)
έχασα τη'τζά'ντα ( = τηŋd̥z̥άŋdα) στη'τζγιά ( = στηŋdzγιά)
* όπου o : η άτονη φώνηση του [ζ] ή του δίψηφου συμφώνου.
Άρης Βαφιάς, MA RCSSD