Ένρινον είναι και το [γ], όταν ευρίσκεται προ των ουρανικών [κ], [γ], [χ] ή προ του [ξ]: άγκυρα, αγγείον, άγχω, άγξω (Αχιλλέας Τζάρτζανος) ▪ Συλλογιστείτε πώς προφέρεται το πρώτο [γ] στις λόγιες <παγγερμανισμός>, <παγγνωσία> ή <συγγνωστός>, στις οποίες, κατ’ εξαίρεση, δεν έχουμε τροπή του δεύτερου συμφώνου ▪ Αρκετές φορές, τα [μπ] και [ντ] μέσα στη λέξη είναι οι άλλες μορφές των [μβ] και [νδ]: κόμβος → κόμ̂πος, ένδεκα → έν̂τεκα ▪ Αυτό που ουσιיαστικά τρέπεται είναι το δεύτερο σύμφωνο ▪ Όταν γράφω και τα δίψηφα [γγ/γκ], [μπ], [ντ] αφορούν δύο φθόγ̂γους, προσθέτω ένα διיακριτικό ώστε να αναγνωρίζουν απαξάπαν̂τες πώς προφέρον̂ται ▪ Εάν δε γίνει η αναγ̂καία γραπτή διיάκριση ανάμεσα στα έρρινα και τα άρρινα δίψηφα, σε λίγον καιρό θα αναφερόμαστε στην αλλοίωση και τον ψευδισμό της Κοινής Νεοελληνικής (κόμπος [b] ⇔ κόβος, έντεκα [d] ⇔ έδεκα, άγγελος [g] ⇔ agel ≠ angel < άγ̂γελος)

Κυριακή 24 Μαρτίου 2024

ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΚΥΡΙΑΚΙΔΗΣ - Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΤΩΝ ΜΟΪΚΑΝΩΝ: Η ΟΡΧΗΣΤΡΑ ΤΗΣ ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ ΚΑΤΑN̖TΗΣΕ ΠΙΣΤΑ

 


ΤΟ ΖΩΟΝ ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΡΑΣ - ΤΕΛΙΚΑ ΑΡΧΑΙΑ ΤΡΑΓΩΔΙΑ Ή ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΠΑΡΩΔΙΑ;


Το φίλο και συνάδελφο Στέφανο Κυριακίδη τον πρωτογνώρισα το καλοκαίρι του 1970, στα πρώτα του βήματα στο Αρχαίο Δράμα και την Επίδαυρο με το Εθνικό. Εκείνη τη χρονιά ο πατέρας μου υποδυόταν τον Αγ̂γελιαφόρο στους Ηρακλείδες του Ευριπίδη, με το Στέφανο να είναι μέλος του χορού· μαζί με τους Δημητρίεφ, Συριώτη, Γιωτόπουλο, Κωνσταν̂τόπουλο κ.ά. Εκείνος τότε ήταν 26 ετών και εγώ πολύ μικρός, μόλις 5.

Έκτοτε συναν̂τηθήκαμε τουλάχιστον 5 ακόμη καλοκαιρινές περιόδους: την επόμενη χρονιά, όταν εκείνος υποδυόταν τον Α΄ Αγ̂γελιαφόρο στην Ιφιγένεια εν Αυλίδι και ο πατέρας μου το Μενέλαο, δύο χρόνια μετά, στον Οιδίποδα Τύραννο, με τον Κατράκη Οιδίποδα, τον πατέρα μου Θεράπον̂τα του Λαΐου και το Στέφανο στο χορό, το 1974 στον Κύκλωπα, με τον πατέρα μου στον ομώνυμο ρόλο και το Στέφανο Α΄ Κορυφαίο, τον επόμενο χρόνο στον Οιδίποδα επί Κολωνώ, με το Μινωτή στον ομώνυμο ρόλο, τον πατέρα μου Ξένο, το Στέφανο πάλι στο χορό και το 1986 στο ίδιο έργο, με το Εμ̂πειρικό Θέατρο του Μινωτή, το Στέφανο στο ρόλο του Πολυνείκη, τον πατέρα μου Θησέα και εμένα (μαθητή πλέον στη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών, στην παρθενική και μοναδική θεατρική μου εμφάνιση), ως επικεφαλής της φρουράς του.

Στα χρόνια, τόσο που μεσολάβησαν όσο και που ακολούθησαν, ο Στέφανος διיέπρεψε, ερμηνεύον̂τας σημαν̂τικούς ρόλους του Αρχαίου Δράματος. Mεταξύ αυτών, τον Ορέστη στις Χοηφόρους και στην Ιφιγένεια Εν Ταύροις, δίπλα στην Αρώνη, τη Χατζηαργύρη, τη Βαλάκου, την Καπιτσινέα, το Μορίδη και τον Καζή, τον Α΄ Άγ̂γελο στις Βάκχες, μαζί με το Βόκοβιτς, τον Πάρλα και τον Τσακίρογλου, τον Απόλλωνα στις Ευμενίδες, με τη Μερκούρη, τη Γέρου και τη Λυμπεροπούλου, τον Αίγισθο δίπλα στην Παπαθανασίου και την Κονιόρδου, τον Άγ̂γελο στην Αν̂τιγόνη, με την Καραμπέτη στον ομώνυμο ρόλο και την Αγ̂γελίδου στο ρόλο του Τειρεσία, τον Άγ̂γελο στη Μήδειατον Κρέον̂τα στις Φοίνισσες, τον Κορυφαίο, τον Ιερέα και τον Κρέον̂τα στον Οιδίποδα Τύραννο, τον Ετεοκλή στους Επτά Επί Θήβας, τον Αγαμέμνονα και τον Αχιλλέα στην Ιφιγένεια Εν Αυλίδι, το Μενέλαο στις Τρωάδες, τον Αίαν̂τα, το Φιλοκτήτη, τον Ηρακλή Μαινόμενο, τον Έκτορα στο Ρήσο κ.ά.

Με το Στέφανο δε μας συνδέει μόνο η Επίδαυρος και η σχέση η οποία δημιουργήθηκε, τόσο λόγω της εκεί συχνής παρουσίας όσο και για αρκετές ημέρες παραμονής (παρακολούθηση γενικών δοκιμών-παραστάσεων, παρέα ηθοποιών στον ελεύθερο χρόνο τους και επομένως γνωριμία μου μαζί τους). Μετέπειτα συνυπάρξαμε -για μεγάλο χρονικό διיάστημα- συνάδελφοι στις Δραματικές Σχολές· τόσο της Βεάκη όσο και του Νέου Ελληνικού Θεάτρου (Γ. Αρμένη). Εκείνος με την ιδιיότητα του καθηγητή της Υποκριτικής και εγώ με αυτήν της Ορθοφωνίας.

Ο Στέφανος αποτελεί για μένα μέλος της ευρύτερης θεατρικής μου οικογένειας: είναι o μεγάλος θεατρικός μου αδελφός. Του έχω βαθιά εκτίμηση και αγάπη. Ηθοποιοί όπως αυτός με γαλούχησαν και συνέβαλαν -με τον τρόπο τους- στη διיαμόρφωση της θεατρικής μου προσωπικότητας και παιδείας.

Μαζί του με συνέχει μία υπέροχη εποχή· η μέθεξη με τα κείμενα και τα δρώμενα και η μεγάλη μας αγάπη για το Αρχαίο Δράμα και την Επίδαυρο. Ο καθένας απ’ το δικό του μετερίζι. Εκείνος ως ηθοποιός των μεγάλων προκλήσεων και εγώ ως άμεσα εμ̂πλεκόμενος και αργότερα εξειδικευμένος δάσκαλος της τεχνικής τής αναπνοής, του λόγου και της φωνής, με κοινό ωστόσο σκοπό: την αναμέτρηση με τα κείμενα των αρχαίων τραγικών και την ανάδειξη της ερμηνείας.

Προφανώς και δε χρειάζεται να πω κάτι για την αξία του ως ηθοποιό· όλος ο κόσμος πλέον την ξέρει. Όμως, όσοι φέρουμε κλασική παιδεία και έχουμε καταπιαστεί με τα δύσκολα και τα μεγάλα -και αυτά δεν είναι άλλα από τα έργα του κλασικού ρεπερτορίου- δεν τον μάθαμε χθες· μέσω της τηλεοπτικής του προβολής.

Ο Στέφανος είναι «ο τελευταίος των Μοϊκανών» της χρυσής εποχής του Εθνικού Θεάτρου. Είναι ένας καταξιωμένος ηθοποιός, ο οποίος με εφόδια την άρτια τεχνική κατάρτιση, τη συνύπαρξή του με σπουδαίους δασκάλους-ηθοποιούς, τη σπουδή, την άσκηση, το λόγο, την άρθρωση, τη φωνή, το παράστημα, τη σκέψη, το πάθος και την αυτοπειθαρχία, αποτελεί ίσως τον τελευταίο εναπομείναν̂τα πυλώνα-θεματοφύλακα του τρόπου προσέγ̂γισης και απόδοσης της Αρχαίας Τραγωδίας. Είναι δυστύχημα που δε διδάσκει στις πρώτες Σχολές της χώρας, ώστε να εμ̂πνεύσει και να μεταλαμ̂παδεύσει τις γνώσεις και την πολύτιμη εμ̂πειρία του στους νεότερους ηθοποιούς.

Σχετικά με τα όσα αναφέρει στις παραπάνω τηλεοπτικές εκπομ̂πές, όχι μόνο προσυπογράφω αλλά και επαυξάνω, θέτον̂τας τα ακόλουθα κρίσιμα ερωτήματα, τα οποία χρήζουν επιτέλους απάν̂τησης:
 
1. Υπάρχουν πια εκπαιδευμένοι ηθοποιοί (πέραν ελαχίστων), αν̂τάξιοι των κειμένων και του Θεάτρου της Επιδαύρου;
2. Διδάσκεται η Ορθοφωνία στις Δραματικές Σχολές· και εάν ναι, τι ακριβώς διδάσκεται, από ποιους και πώς;
3. Διδάσκεται η Αρχαία Τραγωδία στις Δραματικές Σχολές· εάν ναι, πώς και από ποιους;
4. Ζητείται από το Υπουργείο Πολιτισμού η παρουσίαση μιας σκηνής, ενός χορικού (ή έστω ενός μονολόγου) Αρχαίου Δράματος, στις Διπλωματικές Εξετάσεις;

Ο ποιητικός λόγος έχει καταστραφεί γιατί προϋποθέτει άσκηση, δασκάλους και σπουδή. Πλέον, τίποτε από αυτά δε γίνεται. Αν̂τί των μεταφράσεων των Πολίτη, Γρυπάρη, Πρεβελάκη, Σταύρου ή Ρούσσου και με πρόσχημα ότι αυτές είναι πια «πασέ» ή δεν τις καταλαβαίνει κανείς, φτιάχνουν μια πρόχειρη, προσαρμοσμένη στα μέτρα τους, η οποία δεν προαπαιτεί τίποτα από τα παραπάνω (οπότε και η τεχνική της αναπνοής, του λόγου και της φωνής πάει περίπατο) και απλά «τα λένε» (πώς, είναι ένα άλλο θέμα) στο μικρόφωνο.

Πάμε λοιπόν να δούμε πόσο «πασέ» είναι λ.χ. η μετάφραση του Γρυπάρη. Σε κάποιο σημείο, στους Πέρσες του Αισχύλου, λέει ο Αγ̂γελιαφόρος στην Άτοσσα για τον Ξέρξη: και κείνος άμα τ’ άκουσε, χωρίς να νιώσει το δόλο του Έλληνα, ούτε των Θεών το φθόνο, σ’ όλους τους ναυάρχους του (αν̂τί τους ναύαρχούς του - ύστερα από παρέμβαση του ίδιου του Ρον̂τήρη) αυτή τη διάτα βγάζει. [Φυσικά υπάρχει και η ανάλογη ορθοφωνική γραφή (χρήση σημείων-συμβόλων), την οποία δεν περιλαμβάνω εδώ].

Αμέσως λοιπόν δημιουργείται η απορία: «Ναυάρχους;!... Διάτα;!... Τι θέλει να πει ο ποιητής;! Ποιος μιλάει έτσι, σήμερα;! Το κείμενο δε θα το καταλάβει κανείς! Να πούμε, έστω (που ούτε αυτό γίνεται): και εκείνος άμα το άκουσε, χωρίς να νιώσει το δόλο του Έλληνα, ούτε των Θεών το φθόνο, σε όλους τους ναύαρχούς του αυτή τη διיαταγή βγάζει».

Συνέπεια της παραπάνω παρέμβασης είναι να χαθεί όχι απλώς το μέτρο, αλλά και ένα σημαν̂τικό ερμηνευτικό ατού για τον ηθοποιό, αφού η πρώτη απόδοση επιτείνει την εν̂τολή του Ξέρξη προς τους επικεφαλής του πολεμικού ναυτικού του.

Και ακόμη, στον ίδιο μονόλογο, λίγο πιο κάτω: γιατί αν γλύτωναν οι Έλληνες τον κακό χάρο, βρίσκον̂τας με τα πλοία κρυφό φευγιό από κάπου, όλοι να ξέρουν θά ‘χαναν την κεφαλή τους.
 
Αν̂τικαταστήστε π.χ. τις λέξεις κρυφό φευγιό και θά ‘χαναν την κεφαλή τους με τις τρόπο φυγής (ή διיαφυγή) και θα έχαναν το κεφάλι τους/θα τους έπαιρναν το κεφάλι/θα πέθαιναν/θα θανατώνον̂ταν ή ό,τι άλλο θέλετε και διαβάστε πάλι το κείμενο. Η απόδοση δε θα έχει την ίδια ισχύ.

Υπάρχουν πάμ̂πολλες αν̂τίστοιχες περιπτώσεις· όλες οι κλασικές μεταφράσεις βρίθουν από τέτοιες διיατυπώσεις. Και ο λόγος που συμβαίνει είναι απλός: οι μεταφράσεις αυτές (όπως και των Καρθαίου ή Ρώτα στο Σαίξπηρ, αναλόγως το έργο), έχουν φτιαχτεί από σπουδαίους λογοτέχνες-γλωσσοπλάστες-δραματουργούς, με βαθιά γνώση της αρχαίας ελληνικής (ή της αγ̂γλικής) και έχουν ήδη προσαρμοστεί στη σύγχρονη εποχή· με πολλή φρον̂τίδα, τέχνη και σπουδή -και όχι από απλούς μεταφραστές- με σκοπό να αν̂τέξουν στο χρόνο. Και το επιτυγχάνουν θαυμάσια· γι’ αυτό θεωρούν̂ται αξεπέραστες και μοναδικές! Τις καταλάβαιναν ακόμη και οι απλοί άνθρωποι, οι χωρικοί από τις γύρω περιοχές, που επισκέπτον̂ταν την Επίδαυρο για να παρακολουθήσουν τις παραστάσεις δεκαετίες πριν και δεν τις καταλαβαίνει ο σημερινός θεατής;! 

Δηλαδή ο Γρυπάρης τι γλώσσα χρησιμοποιεί, ώστε να θεωρείται παρωχημένος ή ακατάληπτος σήμερα; Με αυτή τη λογική να «εκσυγχρονίσουμε» και τους Καβάφη, Σεφέρη και Ελύτη, γιατί σε λίγον καιρό οι στίχοι τους θα είναι «πασέ» ή κινδυνεύουν να μην τους καταλαβαίνει κανείς.

Να «βελτιώσουμε», λένε, ποιους;! Τους Τραγικούς Ποιητές;! Είμαστε σοβαροί;! Είμαστε εφάμιλλοι ή καλύτεροί τους και δεν το γνωρίζω;! Εξ ορισμού η Τραγωδία βασίζεται στην ύβριν, η οποία αποτελεί βασική αν̂τίληψη και κοσμοθεωρία των αρχαίων Ελλήνων. Αυτήν ακριβώς πραγματεύον̂ται οι Τραγικοί στα έργα τους. Δε θεωρείται ύβρις, αλαζονεία, βιαιοπραγία και προσβολή η αποδόμηση των κειμένων τους;! Έχουμε ιδέα τι ανεβάζουμε;! Στα νοήματα και τις αλήθειες αυτών των κειμένων πάτησε ολόκληρη η Ανθρωπότητα. Στα υπαρξιακά ερωτήματα, στους ανθρώπινους φόβους και τις ανησυχίες δεν υπάρχουν απαν̂τήσεις. Αυτά τα κείμενα είναι πολύ μεγάλα σε σύλληψη και απόδοση και πρέπει να αν̂τιμετωπίζον̂ται με τον ανάλογο σεβασμό. Καταπιάνον̂ται με τα ανθρώπινα πάθη και τα παθήματα, σε όλη τους την έν̂ταση και την έκταση, με αποτέλεσμα να χαρακτηρίζον̂ται, παγ̂κοσμίως, απαράμιλλα και διיαχρονικά. Είναι ποτέ δυνατόν να αποδοθούν αυτές οι συναισθηματικές διיακυμάνσεις, κλιμακώσεις ή κορυφώσεις με χρήση μικροφώνου;! Αυτά τα έργα δεν τα αγ̂γίζεις, τα προσεγ̂γίζεις! Χωρίς ποίηση και μαγεία Θέατρο δεν υπάρχει. Για να γίνει όμως αυτό χρειάζον̂ται δάσκαλοι, ιδιיαίτερη άσκηση και σπουδή.


Ερωτώ λοιπόν, πάλι: υπάρχουν δάσκαλοι σήμερα;! Διδάσκεται η Ορθοφωνία στις Δραματικές Σχολές όπως πρέπει;! Υπάρχει σήμερα τεχνική στο Θέατρο;! Εκπαιδεύον̂ται σε αυτήν οι ηθοποιοί;!

Είναι «μουσειακό» να φοράω περούκα, γένια, ιμάτιο και κοθόρνους παίζον̂τας τον Κρέον̂τα και δεν είναι ανόητο, παράταιρο και γελοίο να εμφανίζομαι με πουκάμισο, αθλητικό παπούτσι, γυαλιά ηλίου και να καπνίζω ή να χορεύω ζεϊμπέκικο;!... (τυχαίο το παράδειγμα, ωστόσο συμβαίνει).

Αποδομούμε λοιπόν πρώτα το λόγο, παραγ̂κωνίζουμε την τεχνική, τα συρρικνώνουμε όλα, τα «προσαρμόζουμε» στη σημερινή εποχή (δηλαδή στα μέτρα μας), φοράμε μικρόφωνο και μπλουτζίν, προσθέτουμε κάποιο εφέ (για λόγους εν̂τυπωσιασμού), κοτσάρουμε και μια γιγαν̂τοοθόνη με υπέρτιτλους και βγαίνουμε και τα λέμε «τη-λε-ο-πτι-κά»... (και η ορχήστρα πλέον καταν̂τάει πίστα, όπως πολύ εύστοχα επεσήμανε ο Στέφανος). Με δύο λόγια ο απόλυτος ευτελισμός, ο εκφυλισμός της Τραγωδίας και της Επιδαύρου: ήτοι της μεγάλης, της αξεπέραστης και παγ̂κοσμίως αναγνωρισμένης θεατρικής μας παράδοσης· της ίδιας της πολιτιστικής μας κληρονομιάς (το ζώο και το τέρας, στο οποίο αναφέρεται ο Στέφανος).

Κάθε παράσταση Αρχαίου Δράματος, κάθε έργο τέχνης ευρύτερα, δεν μπορεί παρά να είναι οριακά ένα ζώον ή ένα τέρας: ζων̂τανό δημιούργημα που υπάρχει και δρα ως πρόταση και αμφισβήτηση, πέραν των προθέσεων του ίδιου του δημιουργού του, ή έκτρωμα το οποίο μορφάζει μέσα σε μια ανωμαλία που δεν καταφέρνει να ζήσει στη συγ̂κίνησή μας. Ζώον ή τέρας, δημιούργημα ή έκτρωμα, το ερώτημα γίνεται πιο καυτό, όταν πρόκειται για τις σημερινές παραστάσεις του Αρχαίου Δράματος, βασικής πολιτισμικής εκδήλωσης στην Ελλάδα. [Τάσος Λιγνάδης]

Προσωπικά δεν αρνούμαι πως κάθε γκρέμισμα, κάθε αποδόμηση είναι ένα γεγονός επίσης· όπως είναι ο φόνος, η συκοφαν̂τία, η προδοσία, το μίσος γεγονότα, όταν αναφέρον̂ται σε πρόσωπα ή σε ομάδες ή σε λαούς, αλλά δεν μπορεί κανείς να ισχυριστεί πως έχουν να κάνουν με το σεβασμό στον άνθρωπο, στα ήθη και στους θεσμούς. Άρα αποδομών̂τας τα έργα του Αριστοφάνη, του Ευριπίδη ή του Ίψεν, του Σαίξπηρ ή του Ρακίνα και πειράζον̂τας την υπερδομή, το μέγιστον πάν̂των, το Μύθο ή την ισορροπία της συστάσεως των πραγμάτων (για να θυμηθούμε τον Αριστοτέλη πάλι και τον Τάσο Λιγνάδη που εύστοχα τον ανέγνωσε), δημιουργείς «Τέρατα» και όχι «Ζώα», ζων̂τανούς οργανισμούς. Και να προχωρήσω ακόμη τη σκέψη μου. Ένα τέρας είναι ένα γεγονός επίσης. Δικαιούσαι να φτιάχνεις τέρατα (Σφίγ̂γες, Χίμαιρες, Κεν̂ταύρους, Λυκάνθρωπους, Φρανκενστάιν, Μπάτμαν κ.τ.λ.) και ζων̂τανά φαν̂ταστικά όν̂τα. Δεν έχεις όμως το ηθικό δικαίωμα να παραμορφώνεις, να ακρωτηριάζεις, να μεταμοσχεύεις σε ζων̂τανά σώματα πεθαμένα όργανα, να αλλάζεις φύλο ή να κάνεις λοβοτομή σε άρτια σώματα, σε «ζώα» υγιή και αρτιμελή. Μια τέτοια πράξη στον καθημέραν βίο είναι κακουργηματική. Και δεν αν̂τιλαμβάνομαι γιατί το να ευνουχίζεις έναν άνδρα, να αφαιρείς τα όργανα από ένα παιδί, να βιάζεις ένα νήπιο είναι ανοσιούργημα, και τα εκτεθειμένα και ανυπεράσπιστα τέκνα της τέχνης μπορεί ο καθένας να τα βασανίζει, να τα ανασκολοπίζει, να τα κατακρεουργεί. [Κώστας Γεωργουσόπουλος]


Περαιτέρω επισημάνσεις:

1. Άλλο πράγμα είναι το Θέατρο και άλλο ο Κινηματογράφος, το Ραδιיόφωνο ή η Τηλεόραση. Καμία χρήση μικροφώνου δεν μπορεί να υποκαταστήσει την ποιότητα και το ηχόχρωμα μιας φυσικής καλλιεργημένης φωνής. Ό,τι και να γίνει, δε θα καταφέρει ποτέ να απηχήσει το ίδιο, στο αφτί και την ψυχή του θεατή («δρών̂των και ου δι’ απαγ̂γελίας, δι’ ελέου και φόβου περαίνουσα την των τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν»). Πόσο μάλλον στο χώρο που φημίζεται για την ακουστική του και ο παραμικρός ψίθυρος απ την ορχήστρα ακούγεται στις τελευταίες θέσεις του θεάτρου.

2. Οι ηθοποιοί που λαμβάνουν μέρος σε παραστάσεις Αρχαίου Δράματος είναι όπως οι αθλητές· καλούν̂ται να κάνουν πρωταθλητισμό. Απαιτείται μία προετοιμασία ψυχική, πνευματική και σωματική. Η διיατροφή, η άσκηση, ο καλός ύπνος και εν γένει ο ισορροπημένος τρόπος ζωής παίζουν καθοριστικό ρόλο.

Όταν κατεβαίναμε στο Θέατρο Πολυκλείτου για τις παραστάσεις, μέναμε στην Παλαιά Επίδαυρο. Ο πατέρας σηκωνόταν πάν̂τα πρωί· έφτιαχνε τον καφέ του, μελετούσε το ρόλο του και το αργότερο κατά τις 9μισι μας ξυπνούσε. Παίρναμε το πρωινό μας και μετά πηγαίναμε για μπάνιο. Παρόλο που αγαπούσε πολύ τη θάλασσα (ήταν άριστος κολυμβητής - μάλιστα αγαπημένο του στυλ ήταν η πεταλούδα), εκείνες τις μέρες απέφευγε να κάνει μπάνιο. Καμιά φορά βουτούσε για λίγο, έκανε κάμ̂ποσες γαργάρες με θαλασσινό νερό, έβγαινε έξω, αποτραβιόταν κάπου πιο ήσυχα και σκιερά, ώστε να μην τον βλέπει ο ήλιος, μέχρι που να στεγνώσει και άρχιζε τις ασκήσεις Ορθοφωνίας. Μετά καθόταν σε ένα τραπέζι κάτω από τη «Μουριά» και έπαιζε τάβλι με τους συναδέλφους του. Το μεσημέρι κατά τη 1μιση, τρώγαμε ήδη. Για εκείνον παράγ̂γελνε κάτι ελαφρύ· συνήθως ψάρι ψητό και λίγη σαλάτα ή κανένα φρούτο. Μολονότι του άρεσε το κρασί, εκείνη την περίοδο δεν έπινε ποτέ· μόνο νερό. Στις 2μισι είχαμε ήδη αποσυρθεί στα δωμάτιά μας. Ξάπλωνε πάν̂τοτε το μεσημέρι,1μιση με 2 ώρες· κατά τις 5 παρά ήταν στο πόδι και το αργότερο στις 6μισι βρισκόμασταν ήδη στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου.


3. Όλοι όσοι βιώσαμε αυτή τη μυσταγωγία, η σημερινή της εικόνα μας πονάει, μας θλίβει πολύ. Έβαλα σκοπό της ζωής μου να ασχοληθώ με την Ορθοφωνία και τη διδασκαλία της και να μη γίνω τελικά ηθοποιός, για να υπηρετήσω αυτό το είδος θεάτρου· αφού για να πετύχεις σε αυτό που κάνεις θα πρέπει να αφοσιωθείς, να δοθείς ολοκληρωτικά. Ακόμη και σήμερα, πολλοί μαθητές μου όσο και συνάδελφοι άλλων ειδικοτήτων, διיερωτών̂ται γιατί δεν παίζω στο θέατρο, αφού θα μπορούσα να είμαι ένας πολύ καλός ηθοποιός.

4. Τα κείμενα μένουν, οι άνθρωποι φεύγουν· μαζί τους οι μεγάλοι δάσκαλοι και οι σπουδαίοι ερμηνευτές, μέχρι που όλα χάνον̂ται. Δε μένει τίποτα πίσω. Όταν τα χρειαστούμε, ποιοι θα τα διδάξουν;!

5. Το μεγάλο λάθος, όσων είχαν τη δύναμη και τη γνώση, είναι ότι δεν προετοίμασαν, ούτε άφησαν διיάδοχη κατάσταση πίσω τους· τα πήραν όλα μαζί τους (η ύβρις που λέγαμε παραπάνω). Κακό πράγμα ο εγωισμός και η απληστία στον άνθρωπο· ακόμα χειρότερο όμως, η άγνοια. Αυτή τη στιγμή θα έπρεπε να υπάρχει ολόκληρος στρατός εκπαιδευμένων ηθοποιών στο Εθνικό.

6. Όπως με τις άλλες Τέχνες -τη Μουσική, το Τραγούδι και το Χορό- έτσι και με το Θέατρο· η κλασική παιδεία αποτελεί το επικυρωμένο διיαβατήριο για τις μεγάλες ερμηνείες. Ηθοποιός ο οποίος κατέχει την τεχνική, μπορεί να παίξει τα πάν̂τα. 


7. Έχω να πατήσω το πόδι μου στην Επίδαυρο, από τη δεκαετία του ΄90. Το τελευταίο πράγμα που θα επιθυμούσα ποτέ είναι να υπάρξω, με οποιαδήποτε ιδιיότητα, μέρος αυτού που συμβαίνει σήμερα. Το Θέατρο είναι ανύψωση· αυτή η πνευματική κατάβαση και η προσαρμογή στη νέα εποχή, με βρίσκει τελείως αν̂τίθετο.
Ο Αριστοτέλης, στο έργο του Περί Ποιητικής, αποδίδον̂τας τον ορισμό της Τραγωδίας, μεταξύ άλλων, αναφέρει: «Έστιν ουν τραγωδία μίμησις πράξεως σπουδαίας και τελείας, μέγεθος εχούσης» και λίγο παρακάτω επισημαίνει ότι μέσο της μιμήσεως είναι ο ηδυσμένος λόγος: «Λέγω δε ηδυσμένον μεν λόγον, τον έχον̂τα ρυθμόν και αρμονίαν και μέλος».
Εσείς, στις σημερινές παραστάσεις στην Επίδαυρο, βλέπετε κανένα σπουδαίο είδος καλλιτεχνίας ή κανένα λόγο να έχει ρυθμό, αρμονία και μελωδία;! Προσωπικά εν̂τελώς βυθισμένο, παρά ηδυσμένο τον βλέπω.


Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΣΤΟΝ ΗΘΟΠΟΙΟ
ΕΜΦΑΙΝΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΑΝΑΠΝΟΗΣ

Παρατίθεται το «μουσειακό, νεκρό» (όπως χαρακτηρίζεται από τους αποδομιστές-μεταμοντερνιστές) κείμενο του Γρυπάρη, το οποίο αφορά το παραπάνω βιντεοσκοπημένο αποσπάσμα από την παράσταση του Οιδίποδα επί Κολωνώ, στο Ηρώδειο, το 1986. Ειρήσθω εν παρόδω, μεταφράσεις σαν κι αυτήν  έδωσαν τη δυνατότητα στον καθένα μας να έρθει σε επαφή με τα έργα των Τραγικών Ποιητών μας, αφού ελάχιστοι είναι εκείνοι που κατανοούν, σήμερα, την Αρχαία Ελληνική.


Πέμיπτο Επεισόδιο (Φωνητική απόδοση)

Αν̂τιγόνη (Άννα Μακράκη):

Μα να ‘τον, καθώς φαίνεται, κι ο ξένος

που μόνος, δίχως συν̂τροφιά, πατέρα,

προχωρεί κατά δω και βρύση χύνει

το δάκρυ από τα μάτια του.


Οιδίπους (Αλέξης Μινωτής):

Ποιος είναι;


Αν̂τιγόνη (Άννα Μακράκη):

Αυτός που βάλαμ’ εξαρχής στο νου μας,

ο Πολυνείκης, στέκεται δω μπρος.


Πολυνείκης (Στέφανος Κυριακίδης):

Αχ, τι να κάμω; του ίδιου εμένα πρώτα

τα βάσανα, αδερφές μου, να θρηνήσω,

ή αυτά, που βλέπω εδώ του γέρον̂τά μας

πατέρα; που έτσι εδώ μαζί με σας

στα ξένα μέρη τον βρίσκω εξορισμένο,

με τέτοια φορεσιά, που η άθλιά της λέρα

γερνά πάνω στο γέρικο κορμί του

και το καταφρονά, κι ο αγέρας γύρω

στ’ αόμματο κεφάλι του ανεμίζει

τ’ άσπρα, αχτένιστα μαλλιά του.

Κι όλα εγώ ο κατάρατος μαθαίνω

αργά πάρα πολύ κι ομολογώ

μπρος σ’ αυτές σου τις στέρησες, πως σου είμαι

ο χειρότερος άνθρωπος του κόσμου.

Μα όμως και πλάι στο Δία ομόθρονή του

η Συμ̂πάθηση κάθεται για κάθε

πράξη· κι ας σου παρασταθεί και σένα,

πατέρα μου, γιατί τα σφάλματά μου

έχουν γιατρειά και πια δεν είναι φόβος

χειρότερα να γίνουν. – Τι σωπαίνεις;

Πατέρα, πες μου κάτι· μη μου στρέφεις

το πρόσωπό σου· δε θα μου απαν̂τήσεις

μια λέξη, μα έτσι περιφρονημένο

θα με διώξεις, χωρίς μιλιά να βγάλεις

να μου πεις γιατί μου είσαι οργισμένος;

Μα, ω εσείς, παιδιά δικά του κι αδερφές μου,

εσείς καν προσπαθήστε τον να ανοίξει

το πεισμωμένο δύσκολό του στόμα,

για να μη στείλει του Θεού ικέτη εμένα

από εκεί που ήρθα καταφρονεμένο

και δίχως μήτε λέξη ν’ απαν̂τήσει.


Αν̂τιγόνη (Άννα Μακράκη):

Μα πες και συ, ταλαίπωρε, ποια ανάγ̂κη

σε φέρνει εδώ· γιατί τα πολλά λόγια

ή ευχαριστήσουν, ή εξοργίσουν, είτε

και κάπως συγ̂κινήσουν, δίνουν τέλος

φωνή στο στόμα που φωνή δεν είχε.


Πολυνείκης (Στέφανος Κυριακίδης):

Λοιπόν, γιατί ήρθα θα σου πω, πατέρα:

Έχω διωχτεί από τη γη την πατρική [→ τημ̂πατρική] μου

εξόριστος, γιατί στους δυνατούς σου

τους θρόνους είχα αξίωση να καθίσω,

σαν πρωτογέννητος [→ σαμ̂πρωτογέννητος] γιος σου όπου ήμουν.

Μα ο Ετεοκλής, αν και [→ αγ̂και] πιο νέος στα χρόνια,

με εξόρισε, δίχως και να ‘χει λόγους

πιο ισχυρούς από μένα, ή πριν μαζί μου

στη δύναμη δοκιμαστεί ή στα έργα,

μα ξεπλανεύον̂τας την πόλη [→ τημ̂πόλη]· κι όλων

αυτών, η Κατάρα σου η πρώτη αιτία

πως είναι λέγω εγώ· μα έτσι ακούω

κι από τους μάν̂τηδες πως είναι η αλήθεια.

Γιατί αφού πήγα στο Άργος κι έκαμα

πεθερό μου τον Άδραστο, έχω δέσει

μ’ όρκους μαζί μου όλους, που της Απίας

λογιούν̂ται οι πρώτοι, για να ξεσηκώσω

μαζί τους την εφτάλογχη εκστρατεία

κατά πάνω στη Θήβα κι ή να χύσω

το αίμα μου για τα δίκια μου, ή να διώξω

αυτούς που μ’ αδικήσαν απ’ τη χώρα.

Έτσι αυτά· τώρα τι ήρθα εδώ να κάμω;

Να σου προσπέσω, πατέρα μου,

με τις δέησες όλες, και τις δικές μου εμένα,

καθώς και των συμμάχων μου, που τώρα

με εφτά στρατούς και εφτά αρχιλογχοφόρους

όλο τον κάμ̂πο [→ τογ̂κάμ̂πο] ζώνουνε της Θήβας.

Κι όλοι εμείς, στη ζωή, πατέρα,

των δυο αυτών παιδιών σου και στην ψυχή [→ στημ̂πz̥υχή] σου

σε εξορκίζουμε και σε ικετεύουμε,

να παρατήσεις το βαρύ θυμό σου,

που για μένα κρατάς, τώρα που πάω

να εκδικηθώ τον αδερφό, που μ’ έχει

ξορίσει απ’ την πατρίδα [→ τημ̂πατρίδα] και ληστέψει.

Γιατί αν υπάρχει πίστη στα μαν̂τεία,

λένε πως θα ‘χουνε τη νίκη εκείνοι,

που πας συ με το μέρος των. Λοιπόν

στ’ άγιיα νερά και στους συγ̂γενικούς μας

θεούς σε εξορκίζω, λύγισε και πείσου.

Και μεις φτωχοί και ξένοι και συ ξένος

και καλοπιάνουμε άλλους για να ζούμε

κάτω απ’ τον ήλιο εσύ κι εγώ, της ίδιας

θύματα μοίρας· ενώ εκείνος μέσα

στη Θήβα βασιλιάς, ω αλίμονό μου!

κορδώνεται αναμ̂παίζον̂τας τους δυο μας.

Αυτός, που αν συνεργός στα σχέδιά μου

παρασταθείς και συ, με λίγο κόπο

και σε λίγον καιρό [→ λίγογ̂καιρό] τον κάνω [→ τογ̂κάνω] στάχτη.

Και τότε και σένα στα παλάτια σου

ξανά θε να σε πάω να σε θρονιάσω,

κι εγώ θα θρονιαστώ, αφού διώξω πρώτα εκείνον.

Κι αυτό μπορώ να καυχηθώ, αν με μένα

το θες και συ, γιατί χωρίς εσένα

δεν μπορεί [→ δεμ̂πορεί] μήτε κι ο ίδιος να γλυτώσω.


Α΄ Κορυφαίος (Κώστας Γαλανάκης):

Για χάρη εκείνου που τον έστειλε

σε σένα, Οιδίπου, πες του ό,τι εγ̂κρίνεις

σωστό να πεις κι άφησ’ τον να πηγαίνει.


Πατήστε το βίντεο να παίζει, ενώ διαβάζετε συγχρόνως τους στίχους και θα καταλάβετε γιατί ο Γρυπάρης υπήρξε μέγας μεταφραστής και η απόδοσή του θεωρείται, δραματουργικά, σπουδαία.

-Στέφανε, να σ’ έχει ο Θεός καλά!
Σε φιλώ.

ΔΙ'ΕΥΚΡΙΝΙΣH:

Όπου:   ˆ   το ευ̂φωνικό [ŋ] ή [ɱ] πριν από το δίψηφο σύμφωνο.

             י    η εκφορά των φθόγ̂γων χωριστά, χωρίς συνίζηση.

                 o   η άτονη φώνηση του [ζ].

 

Άρης Βαφιάς, MA RCSSD
ΚαθΑγωγής Προφ. Λόγου & Φωνής

Σύνοψη του Τονικού Συστήματος Αποσαφήνισης της Προφοράς


Τετάρτη 6 Μαρτίου 2024

ΦΕΓ̖ΓΑΡΙ - ΤΟ ΕΥ̖ΦΩΝΙΚΟ [Ν]: Ο ΜΟΥΣΙΚΟΣ ΑΡΜΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ


 

 ΤΟ ΦΕΓ̖ΓΑΡΙ ΣΤΗ ΓΛΩΣΣΑ ΜΑΣ ΠΑN̖TΟΤΕ ΛΑΜ̖ΠΕΙ - 41 ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΩΝ ΜΕ ΣΤΙΧΟ ΤΟ ΦΕΓ̖ΓΑΡΙ




Απόσπασμα από το:
ΛΕΞΙΚΟ ΠΡΟΦΟΡΑΣ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ 
© ΑΘΗΝΑ 2020

Σύμφωνα με την εισήγησή μου, η αξιοποίηση του τόνου σε μια πιο διיακριτική μορφή, για την αποσαφήνιση των δίφηφων συμφώ-νων στο γραπτό λόγο:

Απόσπασμα από το:
ΛΕΞΙΚΟ ΠΡΟΦΟΡΑΣ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ 
© ΑΘΗΝΑ 2020




  1. Τσαλιγοπούλου: Το φεγ̂γάρι κάνει κύκλο στης αγάπης μου τον κήπο [→ τογ̂κήπο]

  2. Μπέλλου: Νύκτωσε χωρίς φεγ̂γάρι

  3. Λέανδρος: Το φεγ̂γάρι πήγε κι έπεσε στο ποτάμι το βαθύ κι η αγάπη μου κιτρίνισε σαν τη [→ σαν̂τη] φλόγα στο κερί

  4. Μούσχουρη: Χάρτινο το φεγ̂γαράκι

  5. Καρέζη: Μην τον [→ μην̂τον] ρωτάς τον ουρανό, το σύννεφο και το φεγ̂γάρι

  6. Φαραν̂τούρη: Πάμε μια βόλτα στο φεγ̂γάρι

  7. Μερκούρη: Αστέρι μου, φεγ̂γάρι μου, κον̂τά σου θα ‘ρθω πάλι

  8. Μητροπάνος: Φεγ̂γάρι μάγια μου ‘κανες

  9. Γιαννακοπούλου: Φεγ̂γάρι εδώ, φεγ̂γάρι εκεί

10. Σαΐα: Εχάθη το φεγ̂γάρι

11. Αστεριάδη: Θα κάψω για χάρη σου και το φεγ̂γάρι

12. Πουλόπουλος: Νύσταξες άστρο μου, φεγ̂γάρι μου, στην αγ̂καλιά μου αποκοιμήσου

13. Μαρινέλλα: Άμα δείτε το φεγ̂γάρι

14. Παπανίκα: Ματωμένο μου φεγ̂γάρι

15. Αγνή: Θα πιω απόψε το φεγ̂γάρι

16. Αν̂τωνιάδου: Άναψε καινούργιο μου φεγ̂γάρι

17. Βουγιουκλάκη: Θα κεν̂τήσω, με διαμαν̂τόπετρες σωρό, του φεγ̂γαριού το πήγαιν έλα

18. Ρέμος: Το φεγ̂γάρι πάνωθέ μου

19. Αλεξίου: Βγάζανε τα δίκοχα οι παλιοί φαν̂τάροι, πράσινο φεγ̂γάρι να σου μαχαιρώνει την καρδιά [→ τηγ̂καρδιά]

20. Νταλάρας: Ήσουνα φεγ̂γάρι

21. Νταλάρας: Αχ το φεγ̂γάρι, το φεγ̂γάρι που έσβησε, τ’ ασημένιο φεγ̂γάρι

22. Κούκα: Γιατί φεγ̂γάρι μου όμορφο

23. Γαλάνη: Το κόκκινο φεγ̂γάρι, το κόκκινο φεγ̂γάρι

24. Βενέτη: Κι έκλαιγε μαζί μου το φεγ̂γάρι και θρηνούσε, κι έκλαιγε μαζί μου το φεγ̂γάρι

25. Τσέρου: Φεγ̂γάρι απ’ τα μαλλιά μου γλιστράει στην αγ̂καλιά μου

26. Καλημέρη: Το φεγ̂γάρι, το φεγ̂γάρι

27. Βάνου: Σβήστε τα φώτα, σβήστε το φεγ̂γάρι, σαν θα με πάρει τον πόνο [→ τομ̂πόνο] μου μη δει

28. Καράκογλου: Μια ρίζα δεν̂τρολίβανο, μια ρίζα δεν̂τρολίβανο και γίνε φεγ̂γαροδροσιά

29. Καζαντζίδης: Δεν ξέρεις [→ δεγ̂κz̥έρεις] τι ‘ναι παγωνιά, βραδιά χωρίς φεγ̂γάρι

30. Μούσχουρη: Πάρε το χρυσό φεγ̂γάρι στον παράδεισο [→ στομ̂παράδεισο] να πας

31. Μάνου: Το φεγ̂γαράκι της αυγής, αν μ’ αγαπάς κι αν ξαγρυπνάς [→ αγ̂κz̥αγρυπνάς]

32. Φυτούση: Φεγ̂γάρια μου παλιά

33. Χωματά: Και το φεγ̂γάρι πριν χαθεί

34. Χωματά: Το φεγ̂γαράκι το χλωμό

35. Μπιθικώτσης: Έχεις μάτια το φεγ̂γάρι

36. Μαρινέλλα: Πάρτο φεγ̂γάρι και κάν’ το [→ κάνיτο] βέρα μου, φίλε μου, άν̂τρα και αγέρα μου

37. Ιωαννίδης: Φεγ̂γάρι αυγουστιάτικο υψώνεται και φέγ̂γει από μέσα η φυλακή

38. Τσαϊρέλη: Ίσως φταίνε τα φεγ̂γάρια

39. Κορκολής: Τ’ όνειρο φλερτάρει το τρελό φεγ̂γάρι

40. Δάν̂της: Φεγ̂γάρια αναπολώ

41. Πετράκης: Σβήσε το φεγ̂γάρι, σβήσε το φεγ̂γάρι



ΔΙ'ΕΥΚΡΙΝΙΣH:

Όπου:   ˆ   το [ŋ] ή [ɱ] πριν από το δίψηφο σύμφωνο.

             י    η εκφορά των φθόγ̂γων χωριστά, χωρίς συνίζηση.

                  Στο ΛΕΞΙΚΟ ΠΡΟΦΟΡΑΣ με το σύμβολο αυτό

                  δηλώνον̂ται τα ευ̂φωνικά σύμφωνα.

            o    η άτονη φώνηση του [ζ].

 

Άρης Βαφιάς, MA RCSSD
ΚαθΑγωγής Προφ. Λόγου & Φωνής


Σύνοψη του Τονικού Συστήματος Αποσαφήνισης της Προφοράς

Όλα τα δικαιώματα των τραγουδιών ανήκουν στους δημιουργούς τους και η χρήση αυτού του βίντεο γίνεται, αποκλειστικά, για εκπαιδευτικούς λόγους.