Ένρινον είναι και το [γ], όταν ευρίσκεται προ των ουρανικών [κ], [γ], [χ] ή προ του [ξ]: άγκυρα, αγγείον, άγχω, άγξω (Αχιλλέας Τζάρτζανος) ▪ Συλλογιστείτε πώς προφέρεται το πρώτο [γ] στις λόγιες <παγγερμανισμός>, <παγγνωσία> ή <συγγνωστός>, στις οποίες, κατ’ εξαίρεση, δεν έχουμε τροπή του δεύτερου συμφώνου ▪ Αρκετές φορές, τα [μπ] και [ντ] μέσα στη λέξη είναι οι άλλες μορφές των [μβ] και [νδ]: κόμβος → κόμ̂πος, ένδεκα → έν̂τεκα ▪ Αυτό που ουσιיαστικά τρέπεται είναι το δεύτερο σύμφωνο ▪ Όταν γράφω και τα δίψηφα [γγ/γκ], [μπ], [ντ] αφορούν δύο φθόγ̂γους, προσθέτω ένα διיακριτικό ώστε να αναγνωρίζουν απαξάπαν̂τες πώς προφέρον̂ται ▪ Μάθαμε να ορθογραφούμε αλλά όχι να ορθοφωνούμε ▪ Εάν δε γίνει η αναγ̂καία γραπτή διיάκριση ανάμεσα στα έρρινα και τα άρρινα δίψηφα, σε λίγον καιρό θα αναφερόμαστε στην αλλοίωση και τον ψευδισμό της Κοινής Νεοελληνικής (κόμπος [b] ⇔ κόβος, έντεκα [d] ⇔ έδεκα, άγγελος [g] ⇔ agel ≠ angel < άγ̂γελος) ▪ Αν θες να μάθεις να μιλάς σωστά τη μητρική σου γλώσσα και να βοηθήσεις κι άλλους να μιλούν ορθά, να τη γράφεις πάν̂τα με το γνι [γ̂], το μίγμα [μ̂] και το νίγμα [ν̂]

Τρίτη 3 Μαΐου 2022

Η ΠΡΟΦΟΡΑ ΜΑΣ Η ΚΟΙΝΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΗΝ ΚΑΤΑN̖TΗΣΕΙ ΟΠΩΣ ΑΥΤΗ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΠΟΣΕΙΔΩΝΙΑΣ

 


Πηγή: Cavafy Archive Onassis Foundation
https://cavafy.onassis.org/el/object/22m8-5qz5-zcpw/



ΠΟΣΕΙΔΩΝΙ'ΑΤΑΙ
(ΚΩΝΣΤΑN̖TΙΝΟΣ ΚΑΒΑΦΗΣ)

Την γλώσσα την ελληνική οι Ποσειδωνιיάται

εξέχασαν τόσους αιώνας ανακατευμένοι

με Τυρρηνούς, και με Λατίνους, κι άλλους ξένους.

Το μόνο που τους έμενε προγονικό

ήταν μια ελληνική γιορτή, με τελετές ωραίες,                

με λύρες και με αυλούς, με αγώνας και στεφάνους.

Κ’ είχαν συνήθειο* προς το τέλος της γιορτής

τα παλαιά τους έθιμα να διηγούν̂ται,

και τα ελληνικά ονόματα να ξαναλένε,

που μόλις πια τα καταλάμβαναν ολίγοι.                       

Και πάν̂τα μελαγχολικά τελείων’ η γιορτή τους.

Γιατί θυμούν̂ταν που κι αυτοί ήσαν Έλληνες —

Ιταλιיώται έναν καιρό [→ έναγ̂καιρό] κι αυτοί·

και τώρα πώς εξέπεσαν, πώς έγιναν,

να ζουν και να ομιλούν βαρβαρικά                               

βγαλμένοι — ω συμφορά! — απ’ τον Ελληνισμό.

[1906]


* Η δίφθογ̂γος [ειο] κανονικά συνιζάνεται, με συνέπεια -μεταξύ του συμφώνου [θ] και αυτής- να συνηχείται το [χ]. Η εκδοχή η δίφθογ̂γος να αποδίδεται χωριστά είναι βάσιμη μόνο με την προσθήκη του τελικού [ν], ήτοι /το/ συνήθειיον (λόγιος-παρωχημένος τύπος, ανάλογη περίπτωση με αυτήν του πρόβειיονπρόβειο). Φυσικά δε συμβαίνει το ίδιο στην άλλη της μορφή (συνήθειיα), όπου η κατάληξη είναι δισύλλαβη. Επιπλέον η γραφή της με [ι] (συνήθιο), είναι σύμφωνη προς την ετυμολογία της [συνηθ(άω) + -ιο] και επομένως ορθότερη από αυτήν με [ει], η οποία προέκυψε κατ’ αναλογία προς την προγενέστερη, άλλη της μορφή (λόγιος μεταπλασμός του δημώδους τύπου).

Αρχαίοι Ελληνικοί Ναοί στην Ποσειδωνία (Κάτω Ιταλία) 

ΔΙ'ΕΥΚΡΙΝΙΣH:

 Όπου:   ˆ   το ευ̂φωνικό [ŋ] ή [ɱ] πριν από το δίψηφο σύμφωνο.

              י    η εκφορά των φθόγ̂γων χωριστά, χωρίς συνίζηση.



Άρης Βαφιάς, MA RCSSD
Καθ. Αγωγής Προφ. Λόγου & Φωνής

Σάββατο 23 Απριλίου 2022

Ο ΘΡΗΝΟΣ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ

 



ΤΟ ΜΟΙΡΟΛΟΪ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ




ΣΗΜΕΡΑ ΜΑΥΡΟΣ ΟΥΡΑΝΟΣ 
Ερμηνευτές: Χρόνης Αηδονίδης – Νεκταρία Καραντζή
Άλμπουμ: Επικράνθη (2006)
Έκδοση: Αποστολική Διיακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος

Σήμερα μαύρος ουρανός, σήμερα μαύρη μέρα

σήμερα όλοι θλίβον̂ται και τα βουνά λυπούν̂ται.

Σήμερα το ‘βαλαν βουλή, οι άνομοι Εβραίοι

για να σταυρώσουν το Χριστό, των πάν̂των Βασιλέα.

 

Η Παναγιά, η Δέσποινα, καθόταν μοναχή της

την προσευχή [→ τημ̂προσευχή] της έκαμνε για το Μονογενή της.

Φωνή ακούει εξ Oυρανού κι απ’ Aρχαγ̂γέλου στόμα:

-Σώνουν Κυρά μου οι προσευχές, σώνουν και οι μετάνοιיες.

Το γιο Σου τον επιάσανε και σα φονιά τον πάνε [→ τομ̂πάνε].

Σαν κλέφτη [→ σαγ̂κλέφτη] τον δικάζουνε και στο χαλκιά τον πάνε

[→ τομ̂πάνε].

 

Κι η Παναγιά σαν τ’ άκουσε [→ σαν̂τάκουσε], πέφτει λιγοθυμάει.

Σταμνιά νερό της χύνουνε, τρία καράτια μόσχο.

Κι αφού της ήρθε ο λογισμός, κι αφού της ήρθε ο νους της

ζητεί μαχαίρι να σφαγεί, φωτιά να πάει να πέσει.

Τηράει δεξιיά, τηράει ζερβά, κανέναν δεν γνωρίζει.

Τηράει και δεξιότερα βλέπει τον Άι Γιάννη.

-Άι Γιάννη μου, Αφέν̂τη μου, και μαθητή του γιου μου

μην είδες το παιδάκι μου και σε το Δάσκαλό σου;

-Τον βλέπεις Κείνον το γυμνόν, τον παραπονεμένον [→

τομ̂παραπονεμένον], όπου φορεί στην κεφαλή [→ στηγ̂κεφαλή]

στεφάνι αγ̂καθένιο;

 

Η Παναγιά Τον σίμωσε και Τον γλυκομιλούσε.

-Δε μου μιλάς παιδάκι μου, δε μου μιλάς παιδί μου!

-Τι να σου πω, Μανούλα μου, τι να σου μολοήσω;

Ήτανε θέλημα Θεού, βούληση του Πατέρα.

Μόνο το Μέγα Σάββατο, κον̂τά στο μεσονύχτι

όταν λαλήσει ο πετεινός, σημάνουν οι καμ̂πάνες

κι ανάψουνε στις εκκλησιές ολόχρυσες λαμ̂πάδες 

τότε και συ, Μανούλα μου, να πας να με παν̂τέχεις.


ΔΙ'ΕΥΚΡΙΝΙΣH:

 Όπου:   ˆ   το ευ̂φωνικό [ŋ] ή [ɱ] πριν από το δίψηφο σύμφωνο.

              י    η εκφορά των φθόγ̂γων χωριστά, χωρίς συνίζηση.



Καλό Πάσχα
με περισσότερη φρον̂τίδα και αγάπη
απ όλους μας για τη γλώσσα!...


Άρης Βαφιάς, MA RCSSD
Καθ. Αγωγής Προφ. Λόγου & Φωνής

Κυριακή 10 Απριλίου 2022

1922-2022: 100 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΜΙΚΡΑΣΙἈΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ





ΟΙ ΕΥ̖ΦΩΝΙΚΕΣ ΣΥΝΗΧΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΜΑΣ ΣΤΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΣΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΛΗΣΜΟΝΗΤΕΣ ΠΑΤΡΙΔΕΣ



Ο ΞΕΡΙΖΩΜΟΣ
Στιχουργός: Iάκωβος Καμ̂πανέλλης
Συνθέτης: Σταύρος Ξαρχάκος
Ερμηνευτές: Νίκος Ξυλούρης - Τζένη Καρέζη

Κατακαημένο Αϊβαλί και παινεμέν’ Αϊδίνι

χαροκαμένο Εσκί Σεχίρ, αρχον̂τοπούλα Σμύρνη

 

Μαρμαρωμένε βασιλιά, τι όνειρο, τι παγανιά

ο τάφος σου άδειος και σε μια γωνιά

μια χούφτα λόγια, αδιάβαστα χαρτιά.

Μαρμαρωμένε βασιλιά, τι όνειρο, τι παγανιά

αν̂τί για σε αναστήθηκε η Τουρκιά, η Πόλη πάει

και η Σμύρνη στη φωτιά, διπλοχαμένη Αγιά Σοφιά

στερνή φωνή στην ερημιά, την Προύσα [→ τημ̂προύσα] καίνε

και στο Αϊβαλί, σταυρός, αγ̂κάθι, ξύδι και χολή

 

Κλάψτε για το Καραχισάρ και για τα Μοσχονήσια

δουλεύει ο Χάρος στα Βουρλά κι ο θάνατος στην Προύσα [→

στημ̂προύσα]

 

Χαμένη γη και προσφυγιά, τα πόδια εδώ, αλλού η καρδιά

κομμάτια μου ψάχνω να βρω, να κάνω ρίζες, να ξανασταθώ

και να φωνάξω με φωνή που να ματώσουν οι ουρανοί

όλοι μάς σφάζαν και μας πνίγανε μαζί

Εγ̂γλέζοι, Γάλλοι κι Αμερικανοί

 

Από πού παν στον Κασαμπά* [→ στογ̂κασαμπά], στην Πάρσα [→

στημ̂πάρσα] και στ’ Αξάρι

δεν πάνε [ δεμ̂πάνε] πια στην Αμισό, στο Αζάχτι ή στο Αξάρι 

*τουρκ. kasaba (= κωμόπολη)

 

Μαρμαρωμένε βασιλιά, τι όνειρο, τι παγανιά

μες στου πετρέλαιου τη δρακοσπηλιά

να σ’ αναστήσω ήρθα μ’ όνειρα παλιά

πέτρινε, πεθαμένε βασιλιά

 

Κατακαημένο (χαμένη γη και προσφυγιά) Αϊβαλί (τα πόδια εδώ,

αλλού η καρδιά) και παινεμένο (κομμάτια μου ψάχνω να βρω)

Αϊδίνι (να βάλω ρίζες, να ξανασταθώ), χαροκαμένο (και να φωνάξω

με φωνή που να ματώσουν οι ουρανοί) Εσκί Σεχίρ, αρχον̂τοπούλα

(όλοι μάς σφάζαν και μας πνίγανε μαζί, Εγ̂γλέζοι, Γάλλοι κι

Αμερικανοί) Σμύρνη


ΟΛΑ ΜΑΣ ΤΑ ΚΑΡΑΒΙΑ (Μοιρολόι)
Ψάλλουν οι μοναχές της Ιεράς Μονής Παμ̂μέγιστων Ταξιαρχών Πηλίου

Όλα μας τα καράβια πίσω γυρίσανε

σπασμένα τα κατάρτια, σχισμένα τα πανιά

ήρθαν από τη Σμύρνη κι από τα Μουδανιά


Φέραν των εκκλησιών μας τα δισκοπότηρα

παιδιά, γυναίκες, γέρους, γένος ρωμιών πολύ

τις ρίζες της φυλής μας απ’ την Ανατολή

 

Μα ένα μικρό καράβι πίσω δε γύρισε

ποιους κάβους αρμενίζει, ποια πέλαγα γυρνά

και πουθενά δε φτάνει, δε βγαίνει πουθενά


Χρόνια το καρτερούμε και χρόνια πέρασαν

δεν το [→ δεν̂το] είδε μήτε ναύτης, μήτε θαλασσαϊτός

μήτ’ ερημίτης φάρος, μήτ’ άστρο της νυκτός


Ωιμέ!... Ω!

 

Τάχα να ‘χει βουλιάξει, τάχα να στοίχειωσε

δε θα ξανά ‘ρθει τάχα στην πατρική [→ στημ̂πατρική] του ακτή


Ωιμέ!... κι έχει φορτώσει το πιο ακριβό φορτί

 

Όλα τα χάσαμ όλα και μόνο φόρτωσε

το πιο σμικρό καράβι την ώρα του χαμού

φόρτωσε την ελπίδα του ξαναγυρισμού

 

Έλα μικρό καράβι, έλα ξεφόρτωσε

δώσ’ μας το θησαυρό σου κι άνοιξε τα πανιά

ολόισια για τη Σμύρνη και για τα Μουδανιά


Ο ΜΑΡΜΑΡΩΜΕΝΟΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ
Στιχουργός: Πυθαγόρας
Συνθέτης: Απόστολος Καλδάρας
Ερμηνεύτρια: Χάρις Αλεξίου

Έστειλα δυο πουλιά στην Κόκκινη [→ στηγ̂κόκκινη] Μηλιά

που λένε τα γραμμένα

τo ‘να σκοτώθηκε, τ’ άλλο λαβώθηκε

δε γύρισε κανένα (δις)

Έστειλα δυο πουλιά στην Κόκκινη [→ στηγ̂κόκκινη] Μηλιά

που λένε τα γραμμένα

 

Για το μαρμαρωμένο βασιλιά

ούτε φωνή, ούτε λαλιά

τον τραγουδάει [→ τον̂τραγουδάει] όμως στα παιδιά

σαν παραμύθι η γιαγιά

 

Έστειλα δυο πουλιά στην Κόκκινη [→ στηγ̂κόκκινη] Μηλιά

που λένε τα γραμμένα

το ‘να σκοτώθηκε, τ’ άλλο λαβώθηκε

δε γύρισε κανένα

 

Έστειλα δυο πουλιά στην Κόκκινη [→ στηγ̂κόκκινη] Μηλιά

δυο πετροχελιδόνια

μα εκεί εμείνανε κι όνειρο γίνανε

και δακρυσμένα χρόνια (δις)

Έστειλα δυο πουλιά στην Κόκκινη [→ στηγ̂κόκκινη] Μηλιά

δυο πετροχελιδόνια

 

Για το μαρμαρωμένο βασιλιά

ούτε φωνή, ούτε λαλιά

τον τραγουδάει [→ τον̂τραγουδάει] όμως στα παιδιά

σαν παραμύθι [→ σαμ̂παραμύθι]  η γιαγιά


Έστειλα δυο πουλιά στην Κόκκινη [→ στηγ̂κόκκινη] Μηλιά

δυο πετροχελιδόνια

μα εκεί εμείνανε κι όνειρο γίνανε

και δακρυσμένα χρόνια (τρις)


ΒΟΣΠΟΡΟΣ
Στιχουργός-Συνθέτης: Νίκος Ζούδιαρης
Ερμηνευτής: Αλκίνοος Ιωαννίδης

Τα πνεύματα επιστρέφουνε τις νύχτες

φωτάκια από αλύτρωτες ψυχές

κι αν δεις εκεί ψηλά στις πολεμίστρες

θα δεις να σε κοιτάζουνε μορφές (δις)

 

Και τότε ένα παράπονο σε παίρνει

και στα καν̂τούνια μέσα σε γυρνά

η Πόλη μια παλιά αγαπημένη

που συναν̂τάς σε ξένη αγ̂καλιά (δις)

    

Θέλω να πιω όλο το Βόσπορο

’) αλλάζουνε εν̂τός μου, τα σύνορα του κόσμου (δις)

 

Τη βρήκα στις στροφές των ποιημάτων

με τις βαριές χανούμισσες να ζει

και ρίχνω μες στο στόμα των αρμάτων

την κούφια [→ τηγ̂κούφια] μου αλήθεια, τη μισή (δις)

    

Θέλω να πιω όλο το Βόσπορο

αλλάζουνε εν̂τός μου, τα σύνορα του κόσμου (δις)


ΔΙ'ΕΥΚΡΙΝΙΣH:

 Όπου:   ˆ   το ευ̂φωνικό [ŋ] ή [ɱ] πριν από το δίψηφο σύμφωνο.

              י    η εκφορά των φθόγ̂γων χωριστά, χωρίς συνίζηση.



Γιατί οι μνήμες, όσο πλησιיάζει ο καιρός,
πληθαίνουν... δε σβήνουν ποτέ


Άρης Βαφιάς, MA RCSSD
Καθ. Αγωγής Προφ. Λόγου & Φωνής

Πέμπτη 24 Μαρτίου 2022

ΛΑΣΚΑΡΙΝΑ ΜΠΟΥΜΠΟΥΛΙΝΑ ― ΜΑN̖TΩ ΜΑΥΡΟΓΕΝΟΥΣ: ΟΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΗΡΩΙΔΕΣ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ

 



ΟΙ ΕΥ̖ΦΩΝΙΚΕΣ ΣΥΝΗΧΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ


ΜΠΟΥΜΠΟΥΛΙΝΑ* (1959)
Σενάριο: Νέστορας Μάτσας - Κώστας Ασημακόπουλος
Σκηνοθεσία: Κώστας Ανδρίτσος
Παραγωγή: Φάρος Φιλμ
*Στη συλλαβική επανάληψη, λόγω της ηχητικής ακολουθίας, το δίψηφο σύμφωνο προφέρεται ατόφιο.

Παπά: Έχω πολλά μαν̂τάτα από την Πόλη [→ τημ̂πόλη].

Βαφιάς: Είδες τον Πατριάρχη [→ τομ̂πατριάρχη] Γρηγόριο;

Παπά: Τον είδα. Η Φιλική Εταιρεία έχει τώρα προωθηθεί σ’ όλη την ξενιτιά [→ τηγ̂κz̥ενιτιά]. Θα ‘χουμε καλή βοήθειיα απ’ έξω. Αλλά μονάχα βοήθειיα. Ο ξεσηκωμός είναι δικό μας ζήτημα.

Βαφιάς: Καλά, θα παραγ̂γείλω εγώ στους προεστούς.

Με τη διיαταγή του Σουλτάνου για το βιος σου, τι απόκαμες;

Παπά: Η διיαταγή, Δέσποτα, καταχωνιάστηκε.

Βαφιάς: Υποσχόμενοι ότι εμείς θέλουμεν βοηθήσει, δι’ όλων μας των μέσων τον Ιερόν τούτον Αγώνα, καλούμεν υμάς όπως υψώσατε την σημαίαν της Ελευθερίας και αγωνισθείτε γενναίως, διיά την Ανάστασιν του Γένους.

Εξ Οδησσού, την τρίτη [→ την̂τρίτη] Απριλίου 1821, πρόθυμος αδελφός και πατριώτης, Δημήτριος Υψηλάν̂της.

Αδέρφια, αυτή τη γραφή μάς στέλνει ο πρίγ̂κιπας Υψηλάν̂της και μας καλεί να αγωνιστούμε για την Ελλάδα μας.

Παπά: Τετρακόσια χρόνια ο τόπος μας, ο δικός μας τόπος, ο Ελληνικός, στέναζε κάτω απ’ την τούρκικια [→ την̂τούρκικια] σκλαβιά!

Δίχως γράμματα! Δίχως σχολειά! Δίχως οικογένειיα, δίχως Πατρίδα!

Ήρθεν η ώρα να γίνουμε νοικοκύρηδες στα σπίτια μας! Αφεν̂τάδες στο βιος μας! Λεύτεροι στην πατρίδα [→ στημ̂πατρίδα] μας!

Ο Αγώνας μας είναι σκληρός, αλλά είναι δίκαιος και θα τον κερδίσουμε [→ τογ̂κερδίσουμε].

Καλύτερα μιας ώρας ελεύθερη ζωή, παρά σαράν̂τα χρόνια σκλαβιά και φυλακή!



ΜΑN̖TΩ ΜΑΥΡΟΓΕΝΟΥΣ (1971)
ΣενάριοΝίκος Καμ̂πάνης - Κώστας Καραγιάννης
ΣκηνοθεσίαΚώστας Καραγιάννης
Παραγωγή: Καραγιάννης - Καρατζόπουλος

Έξαρχος: Βάλε το χέρι σου στο Ευαγ̂γέλιο και επαναλάμβανε ό,τι σου λέω.

Έξαρχος Καρέζη: Θα αγαπώ και θα συν̂τρέχω τα άλλα μέλη της Εταιρείας, έστω κι αν ήταν εχθροί μου.

Ορκίζομαι να προσέχω πάν̂τα εις τη διיαταγήν.

Καρέζη: Φύγε και μην προσπαθήσεις [→ μημ̂προσπαθήσεις] να με αν̂ταμώσεις αλλού, παρά μόνο μέσα στη μάχη.

Τσουκαλάς (φωνή Μοσχίδη): Και τι έχετε προσφέρει εσείς στον Αγώνα, για να θέλετε να πάρετε σύν̂ταξη Αγωνιστού;

Φυσσούν: Αν δε με γελούν τα μάτια μου, βλέπω μια γυναίκα να τους διיατάζει και να πέφτει πρώτη στη φωτιά!

Γιαννακάς: Έχετε δίκιο. Σίγουρα θα είναι η Μαντώ (εσφαλμένη απόδοση αν̂τί του ορθού Μαν̂τώ) Μαυρογένους!

Καρέζη: Τι έχω προσφέρει στον Αγώνα εγώ; Εγώ, η Μαν̂τώ Μαυρογένους; ― Τίποτα.


ΜΠΟΥΜΠΟΥΛΙΝΑ - ΜΑN̖TΩ ΜΑΥΡΟΓΕΝΟΥΣ
Παιδική χορωδία Σπύρου Λάμ̂πρου
Στίχοι: Αγ̂γελική Καψάσκη
Μελοποίηση: Σπύρος Λάμ̂πρου
Πιάνο: Γιώργος Νιάρχος
Άλμπουμ: Η 25η Μαρτίου στα σχολεία της πατρίδας μας

Λεον̂τόκαρδες γυναίκες, όμορφες, δυναμικές

καπετάνισσες γενναίες, πάν̂τοτε ηρωικές

Μπουμπουλίνα Λασκαρίνα και Μαν̂τώ του Μαυρογένους

πλοία δώσατε και χρήμα για τη λευτεριά του Γένους

 

Πολεμήσατε σαν άν̂τρες, δε σκιαχτήκατε εχθρό

λευτεριά για την Ελλάδα είχατε πάν̂τα σκοπό

Μπουμπουλίνα Λασκαρίνα και Μαν̂τώ του Μαυρογένους

πλοία δώσατε και χρήμα για τη λευτεριά του Γένους

 

Θε να μείνετε για πάν̂τα σ’ όλων μέσα τις καρδιές

σαν παράδειγμα [→ σαμ̂παράδειγμα] Ελληνίδων, σε στιγμές ηρωικές

Μπουμπουλίνα Λασκαρίνα και Μαν̂τώ του Μαυρογένους

πλοία δώσατε και χρήμα για τη λευτεριά του Γένους (δις)



ΔΙ'ΕΥΚΡΙΝΙΣH:

 Όπου:   ˆ   το ευ̂φωνικό [ŋ] ή [ɱ] πριν από το δίψηφο σύμφωνο.

              י    η εκφορά των φθόγ̂γων χωριστά.

             o    η προφορά του άτονου [ζ].



Χρόνια πολλά Ελλάδα
Χρόνια πολλά Έλληνες!!



Άρης Βαφιάς, MA RCSSD
Καθ. Αγωγής Προφ. Λόγου & Φωνής

Τρίτη 22 Φεβρουαρίου 2022

ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ ΜΕ ΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗΣ ΤΟΥ ΑΓΑΠΗΤΟΥ ΤΣΟΠΑΝΑΚΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΦΟΡΑ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ




ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΟΥ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ


Η αδυναμία των Ελλήνων να προφέρουν σωστά την Κοινή Νεοελληνική έχει ως βασική της αιτία την παν̂τελή ακηδία της γλώσσας από την Πολιτεία.

Είναι αποκλειστικά θέμα Παιδείας.

Παλαιότερα γινόν̂τουσαν κάποια επιμορφωτικά σεμινάρια, οι δάσκαλοι ενημερώνον̂ταν και ο καθένας έκανε ό,τι μπορούσε.

Άλλος λιγότερο άλλος περισσότερο, ανάλογα με το χρόνο και τη γνώση που διיέθετε.

Απόσπασμα από τον πρόλογο του βιβλίου «Σύστημα
Ασκήσεων του Προφορικού Λόγου» του Σ. Καραντινού

Με τον τρόπο αυτό και τη Γραμματική του Τριαν̂ταφυλλίδη -στην Αναπροσαρμογή της οποίας υπήρχε μία συνοπτική αναφορά- και αργότερα με την αν̂τίστοιχη του Τσολάκη, διδάχθηκαν γενιές και γενιές Ελλήνων.

Πού να φαντάζον̂ταν οι σπουδαίοι αυτοί Δάσκαλοι της Γλώσσας, ότι αν̂τί όλων αυτών διδάσκεται, τώρα, η άρρινη προφορά στα Σχολεία.

Ακόμη και σήμερα οι δάσκαλοι δεν επιμορφώνον̂ται επαρκώς στην Προφορά της Κοινής Νεοελληνικής.

Και ο βασικός λόγος είναι ότι δεν υφίσταται το μάθημα της Ορθοφωνίας στις Παιδαγωγικές Σχολές, με συνέπεια να μη γνωρίζουν τους κανόνες Προφοράς για να τους διδάξουν· πέραν του ότι πολλοί εξ αυτών δεν προφέρουν, οι ίδιοι, σωστά.

Επομένως ήταν θέμα χρόνου να συμβεί αυτό και να οδηγηθούμε στην άρρινη προφορά της Κοινής Νεοελληνικής, η οποία σαφώς είναι λάθος και ολίσθημα για τη γλώσσα.

Τα δίψηφα γγ/γκ, μπντ έχουν πλέον ταυτιστεί με τους ήχους [g], [b], [d] γιατί στο Σχολείο, εδώ και πολύν καιρό, διδάσκεται εσφαλμένα ότι: γ+γ ή γ+κ = g, μ+π = b, ν+τ = d.

Φαίνεται ότι εξυπηρετεί πολλούς η απλοποίηση-εργαλειοποίηση της γλώσσας.

Όμως με αυτή τη διיαχείριση και τον τρόπο διδασκαλίας, τα παιδιά είναι καταδικασμένα να μη μάθουν ποτέ να προφέρουν σωστά την Ελληνική.

Δεν τίθεται θέμα διיάκρισης της ηχητικής διיαφοράς, ανάμεσα στα έρρινα και στα άρρινα δίψηφα σύμφωνα, αλλά συμβόλου αποσαφήνισης-οπτικού ινδάλματος, διיαφορετικά το ίδιο θα παρατηρείτο στην ομιλία τους και κατά τη χρήση μιας άλλης γλώσσας (π.χ. της αγ̂γλικής ή της γαλλικής).

Κανένας Έλληνας δε θα πει Eglish, mabo ή idernational, όταν ομιλεί αγ̂γλικά, παρά μόνον εάν δε γνωρίζει τη γλώσσα.

Όλοι θα προφέρουν English, mambo, international κ.λπ.

Ό,τι συμβαίνει με τα δίψηφα σύμφωνα μέσα στη λέξη ισχύει και στη λεκτική ακολουθία, στη ροή του λόγου (με το τελικό -ν κάποιων λέξεων και το αρχικό συγ̂κοπτόμενο σύμφωνο ή σύμ̂πλεγμα της επόμενης), δηλ. κατά τη συμ̂προφορά, αφού πλέον οι δύο λέξεις ακούγον̂ται σα να ήταν μία.

Σε αυτή την περίπτωση εν̂τάσσον̂ται και οι: τροπή/ντροπή, όταν αυτές συν̂τάσσον̂ται με το άρθρο την και δεν αποδίδον̂ται σωστά, με συνέπεια να ελλοχεύει ο κίνδυνος της εννοιολογικής σύγχυσης.

Πρώτα απ όλα δεν είναι ορθή η απόδοση: τη ντροπή, σε καμία μορφή του λόγου (προφορική ή γραπτή), παρά μόνον ποιητική αδεία.

Στην Κοινή Νεοελληνική είναι αποδεκτές οι εξής αποδόσεις:

τηŋd̥ροπή* (= την τροπή) ή τηŋdροπή (= την ντροπή)

* όπου:  o  άτονο [d] 

Στην προκειμένη περίπτωση αυτή που λαμβάνει μέρος είναι η πρώτη - βλ. παρακάτω σχετικές αναφορές:

https://www.orthophonia.gr/2022/01/nt_22.html

https://www.orthophonia.gr/2019/01/blog-post_16.html


Πράγματι, η παραπάνω επισήμανση είναι πολύ εύστοχη.

Τα σύμφωνα της ελληνικής γλώσσας δεν είναι μόνο τα 17 τα οποία αναφέρον̂ται στο αλφάβητο, αλλά περισσότερα.

Μεταξύ αυτών είναι και τα δίψηφα, είτε είναι σύνθετα (γ̂γ/γ̂κ, μ̂π, ν̂τ, ντζ, ντσ), δηλ. έρρινα, είτε  απλά, δηλ. άρρινα (γγ/γκ, μπ, ντ, τζ, τσ).

Μάλιστα τόσο στο σύγ̂γραμμά μου Αγωγή του Προφορικού Λόγου - Η Προφορά της Κοινής Νεοελληνικής Γλώσσας (Μέρος Τρίτο - Το Τονικό Αλφάβητο της Κοινής Νεοελληνικής Γλώσσας, κοινώς Αλφάβητο Προφοράς), όσο και στο παρόν ιστολόγιο


επισημαίνον̂ται οι φθόγ̂γοι-ήχοι της (χωρίς να περιλαμβάνον̂ται σε αυτούς τα ημίφωνα και οι φωνολογικές τροπές μετά τη συμ̂προφορά των λέξεων).

Δυστυχώς τα φωνητικά προβλήματα που αφορούν στην απόδοση των δίψηφων γγ/γκ, μπ, ντ, στις μέρες μας, διיογ̂κώθηκαν: είναι πολλά και μεγάλα.

Όν̂τως, τα παραπάνω δίψηφα δήλωναν αρχικώς ότι το πρώτο γράμμα αφορά το έρρινο [μ] ή [ν] (με το [γ] στην περίπτωση των γγ/γκ να είναι μία άλλη μορφή του [ν] και το δεύτερο, τo τροποποιημένo [γ/κ], [π] ή [τ], ανάλογα την περίπτωση, στο αν̂τίστοιχο ηχηρό του ([γγ/γκ], [μπ] ή [ντ]).

Ήταν δηλ. δύο ψηφία, σύμφωνα με την ιστορική Ορθογραφία, που μετά τη φωνολογική τροπή χαρακτήριζαν δύο φθόγ̂γους (ν+γγ/ν+γκ, μ+μπ, ν+ντ) και όχι έναν.

Και αυτό το διיαπιστώνουμε εύκολα, αν ανατρέξουμε στους λόγιους τύπους της γλώσσας μας ή ακόμη και σε δάνειες λέξεις της Ελληνικής προς τις άλλες γλώσσες (π.χ. παγγνωσία → παγיγνωσία, κόμβος κόμ̂πος, άνδρας  άν̂τρας, angel < άγ̂γελος, sponge < σπόγ̂γος κ.ο.κ.)

https://www.orthophonia.gr/2019/11/blog-post_11.html

https://www.orthophonia.gr/2020/06/blog-post_10.html

https://www.orthophonia.gr/2021/04/blog-post.html


Με το δανεισμό ενός πλήθους ξένων λέξεων οι οποίες αρχίζουν από δίψηφο γκμπ ή ντ (π.χ. γκολ), αλλά και τη μετάπλαση λόγιων τύπων της γλώσσας μας στη δημώδη, στους οποίους, με την απαλοιφή του άτονου αρχικού φωνήεν̂τος το ενδιיάμεσο δίψηφο προωθήθηκε στην αρχή (π.χ. εμβαίνω > μβαίνω > μπαίνω), το αλφάβητό μας στάθηκε αδύνατο να μπορέσει να αποδώσει τη διיαφορά ανάμεσα στα έρρινα και στα άρρινα δίψηφα σύμφωνα, με αποτέλεσμα τα τελευταία να αρχίσουν να μονοφθογ̂γίζον̂ται και να ταυτίζον̂ται με τους ήχους [g], [b] και [d].

Πόθεν γ+κ=γκ, μ+π=μπ και ν+τ=ντ: από πότε η εξαίρεση συγ̂κροτεί τον κανόνα;

Ο Τριαν̂ταφυλλίδης είχε προτείνει για τη διיάκριση των άρρινων γγ/γκ, μπ, ντ τη χρήση ενός συμβόλου-σημείου, αλλά δυστυχώς δεν εισακούστηκε.

Εάν η πρότασή του είχε εφαρμοστεί στο γραπτό λόγο, θα είχε προκύψει η αποσαφήνιση των έρρινων από τα άρρινα δίψηφα και σήμερα τα πράγματα θα ήταν πολύ καλύτερα.

Το ίδιο πλέον εισηγούμαι να γίνει, αλλά για τη διיευκρίνιση των έρρινων δίψηφων γ̂γ/γ̂κμ̂πν̂τ, αφού τα άρρινα έχουν ήδη ταυτιστεί με τους ήχους των [g], [b] και [d].


Για να φτάσουμε στην τωρινή δυσάρεστη κατάσταση συνέτεινε με τη στάση της και η Πολιτεία, η οποία, όλα αυτά τα χρόνια, υπήρξε απαθής και δεν έκανε απολύτως τίποτε ώστε να διיαφυλάξει την ορθή προφορά.

Γιατί άραγε;

Τα έρρινα δίψηφα γ̂γ/γ̂κ, μ̂π, ν̂τ απαν̂τούν κατά χιλιάδες στη γλώσσα μας και είναι ασυγ̂κρίτως πολύ περισσότερα, απ’ ό,τι τα άρρινα.

Η προσοχή και ο χρόνος διδασκαλίας, ούτως ή άλλως, δεν επαρκούσαν.

Μολαταύτα, αν̂τί να αυξηθούν οι ώρες και η προσπάθεια για την επιμόρφωση των δασκάλων, εδώ και αρκετόν καιρό, έχουν σχεδόν όλα εγ̂καταληφθεί.

Αραιά και πού γίνον̂ται κάποια σεμινάρια και αυτά όχι σε εν̂τατικούς ρυθμούς.

Σα να μην έφτανε αυτό, οι τρέχουσες Σχολικές Γραμματικές της Ε΄ & ΣΤ΄ Δημοτικού και Α΄, Β΄ & Γ΄ Γυμνασίου υιοθετούν πλέον την άρρινη προφορά, αγνοών̂τας ότι με αυτή τους τη στάση πλήττουν ανεπανόρθωτα τη γλώσσα μας και το γόητρο της, τόσο σε ηχητικό, όσο και σε ετυμολογικό και σημασιολογικό επίπεδο, και εκπαιδεύουν τους Έλληνες όχι απλώς στην κακοφωνία αλλά και στον ψευδισμό, προκειμένου να εξυπηρετηθεί η άκοπη και ανέξοδη, για την Πολιτεία, λύση.

Ποιος υπήρξε εν̂τέλει ρυθμιστικός σε ό,τι αφορά την προφορά των δίψηφων συμφώνων;

- Ο Τριαν̂ταφυλλίδης;

- Ο Τσολάκης;

- Ο Τσοπανάκης;

Ή μήπως οι συν̂τάκτες της νέας Σχολικής Γραμματικής του Δημοτικού και του Γυμνασίου, οι οποίοι εναν̂τιώνον̂ται στους γλωσσικούς μας κανόνες και προσπαθούν να επιβάλλουν επισήμως την άρρινη προφορά;

Η απάν̂τηση για το πόσο έρρινη ή άρρινη μπορεί να είναι η προφορά στην Κοινή Νεοελληνική δίνεται στον παρακάτω σύνδεσμο:

Διיότι το κόμπος, το άντρας, το άγγελος και το σπόγγος δεν είναι μόνο κακόφωνα, αλλά και ισοδύναμα των κόβος, άδρας, agel και spoge, με μία λέξη: ψευδισμοί!

Τελικά υπάρχει κάτι ακόμη χειρότερο από το να προφέρεις μία ξένη λέξη λάθος και αυτό είναι να συνειδητοποιείς ότι οι ξένοι προφέρουν ορθότερα τη δική σου λέξη απ’ ό,τι την προφέρεις εσύ.

O Έλληνας μπορεί να έχει μάθει να γράφει, όμως δεν έχει μάθει να προφέρει

Αν̂τί να κλαίμε με τα χάλια μας και να κάνουμε κάτι ούτως ώστε να αναστραφεί η κατάσταση, υπάρχουν κάποιοι γλωσσολόγοι οι οποίοι κάνουν λόγο για φωνολογική πολυμορφία της Κοινής Νεοελληνικής!...

Φωνολογική πολυμορφία ονομάζεται αυτό ή κατάν̂τια και εθνική απαιδευσία!...

Υφίσταται φωνολογική πολυμορφία στην πρότυπη μορφή της γλώσσας και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό ώστε να δικαιολογεί την παρακμή και τον εκφυλισμό στο προφορικό της επίπεδο;

Ο ισχυρισμός ότι σε γρήγορο λόγο τα δίψηφα σύμφωνα μπορεί να προφέρον̂ται άρρινα δεν είναι σωστός.

Σε ένα βιαστικό και απρόσεκτο λόγο πολλά μπορούν να συμβούν ή να λέγον̂ται λάθος. Αυτό δε σημαίνει ότι τα λάθη θεωρούν̂ται αποδεκτά.

Φυσικό είναι να επικρατεί απόλυτη σύγχυση, αφού πέραν της εγ̂κατάλειψης και της παν̂τελούς άγνοιας, έχουμε μόλις 3 δίψηφα-σύμβολα (τα γγ/γκ είναι ομόηχα), για να αποδοθούν 15 διיαφορετικοί ήχοι:

γγ/γκ [g] (π.χ. γιόγκα), μπ [b] (π.χ. έμπαινα) , ντ [d] (π.χ. κακοντυμένος), γ̂γ/γ̂κ [ŋg] (π.χ. φεγ̂γάρι/αγ̂κάθι), μ̂π [ɱb] (π.χ. εκπομ̂πή), ν̂τ [ŋd] (π.χ. πέν̂τε), γיγ [ŋγ] (π.χ. παγיγνωσία], μיπ [ɱp] (π.χ. σαμיπάνια), νיτ [ŋt] (π.χ. ανיτικέρ).

[g], [b], [d], [ŋg], [ɱb], [ŋd], [ŋγ], [ɱp], [ŋt] = 15

Η μόνη λύση που μπορεί πλέον να σώσει την κατάσταση και να βάλει σε μία τάξη τα πράγματα φρονώ ότι είναι η πλήρης αξιοποίηση του τόνου (΄) και της αποστρόφου (), σημεία ήδη οικεία σε εμάς, ή έστω η χρήση κάποιου συμβόλου (ˆ), σε μία πιο διיακριτική μορφή. 

Δε χρειάζεται, ούτε πρέπει να καταφύγουμε στο δανεισμό ψηφίων από το λατινικό αλφάβητο, ο οποίος μπορεί να διχάσει ή να εν̂τείνει τη σύγχυση στην προφορά.

Το σημαν̂τικότερο όλων είναι ότι η λύση η οποία προτείνω, δε βάλλει ούτε την ιστορική μας Ορθογραφία, ούτε την αισθητική των λέξεων.

Τουναν̂τίον διיευκολύνει άπαν̂τες να αναγνωρίσουν και να προφέρουν σωστά.

Για την αποφυγή της σύγχυσης ανάμεσα στις λέξεις παϊδάκια-παιδάκια, κάνουμε χρήση των διיαλυτικών.

Για την αποσαφήνιση και την ορθή προφορά χιλιάδων λέξεων της γλώσσας μας, γιατί δεν πράττουμε ανάλογα;

Να διδαχτούμε από τον Αριστοφάνη τον Βυζάν̂τιο, ο οποίος για παρόμοιο λόγο κάποτε επινόησε τους τόνους και τα σημεία στίξης, και να κάνουμε το ίδιο προκειμένου να διיαφυλάξουμε και να μεταλαμ̂παδεύσουμε την ορθή προφορά της γλώσσας μας στις επόμενες γενιές, προτού να είναι αργά.

Ό,τι ισχύει για τα κ, π, τ ισχύει, τόσο για τα ηχηρά τους (γκ, μπ, ντ) όσο και για τα διπλά (ξ, ψ, τσ/τζ), αφού πρόκειται για συγ̂κοπτόμενα σύμφωνα.

Ο παραμελημένος προφορικός λόγος - Το ευ̂φωνικό [Ν] μάς τιμωρεί

Εδώ κι αν γίνον̂ται λάθη, με τη γιόγκα να προφέρεται γιόγ̂κα [ŋg],το κομיπιούτερ [ɱp], κομ̂πιούτερ[ɱb] (ή κομπιούτερ [b]), το στούντιο [d], στούν̂τιο [ŋd] κ.λπ.

Όταν η σύγχυση και η αγνωσία αβίαστα και προσχηματικά βαφτίζον̂ται φωνολογική πολυμορφία

 
 
                                
Η διיάκριση στο συλλαβισμό βοηθάει στο να αποσαφηνιστούν τα έρρινα από τα άρρινα δίψηφα σύμφωνα.

Τα δίψηφα σύμφωνα δε χωρίζον̂ται όταν προηγείται άλλο σύμφωνο, γιατί σε αυτή την περίπτωση προφέρον̂ται ατόφια (π.χ. μπαρμπούνι).

Ωστόσο όταν αυτά απαν̂τούν στο μέσον της λέξης και ακολουθεί άλλο σύμφωνο, τότε αφορούν δύο φθόγ̂γους και όχι έναν (π.χ. εμ̂πρός - αλλά μπρος, αφού το δίψηφο βρίσκεται στην αρχή).

Ακόμη δε χωρίζον̂ται όταν έχουμε συλλαβική επανάληψη και λόγω της ηχητικής τους ακολουθίας προφέρον̂ται ατόφια, δηλ. αφορούν ένα φθόγ̂γο και όχι δύο (π.χ. μπουμπουνητό).

Προσοχή, όμως: απαν̂τώ → απαν̂τών̂τας, μπαμ̂πού (< bamboo - άκλ.), δανיτέλα - ντανיτέλα (καθιερώθηκε με την επτανησιακή προφορά).

Προσοχή επίσης στις σύνθετες με προθήματα τα εν, συν, παν, πάλιν και δεύτερο συνθετικό τα [γ], [κ], [π], [τ], στις οποίες το δίψηφο σύμφωνο αφορά δύο φθόγ̂γους (π.χ. εν+γόνος → εγ̂γονός), έναν̂τι αυτών με δεύτερο συνθετικό λέξη η οποία αρχίζει από δίψηφο σύμφωνο (π.χ. άνεμος+γκαστρώνω → ανεμογκάστρι).

Προφανώς η ρύθμιση της τρέχουσας σχολικής Γραμματικής, όσον αφορά το συλλαβισμό των δίψηφων συμφώνων, ενισχύει την άρρινη προφορά.

Η μεταγραφή των ανθρωπωνυμίων και των τοπωνυμιών με εσφαλμένη επιλογή των λατινικών χαρακτήρων δηλώνει την άγνοια που μας διיακατέχει στην προφορά.

Δυστυχώς υπάρχουν πολλοί Έλληνες οι οποίοι δε γνωρίζουν πώς προφέρεται το όνομά τους.

Το επώνυμο Κουτρούμπας δεν περιλαμβάνει το [μ] στη ρίζα του. 

Συνεπώς το γαμπρός είναι ισοδύναμο του γαβρός, το θαμπός του θαβός, το θρούμπα του θρύβη, το κολυμπώ των κολυβώ, κολύβηση, κολυβητής και κολυβητήριο, το κόμπος του κόβος, το σκαμπάζω του σκαβάζω, το στρουμπουλός του στρόβος, το τούμπα του τύβος (είτε αναφερόμαστε στην περιστροφική κίνηση είτε στην τοπωνυμία, εκτός εάν γίνεται λόγος για το μουσ. όργανο TUBA) κ.λπ., με τους ψευδισμούς και τις κακοφωνίες, πλέον, να δίνουν και να παίρνουν στη σύγχρονη μορφή της Ελληνικής…


Αν λάβει κανείς υπόψη του ότι η προφορά των έρρινων δίψηφων συμφώνων (ευ̂φωνικών συνηχήσεων), μας έχει κληροδοτηθεί από την Αρχαιότητα και ότι το στοιχείο αυτό δε χάθηκε ούτε κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, τότε το έγ̂κλημα που τελείται δεν είναι απλώς γλωσσικό-εκπαιδευτικό, αλλά πρώτιστα πανεθνικό και πολιτισμικό!

Η ελληνική γλώσσα είναι πολιτισμός - Ούτε σφίγ̂γα είναι, ούτε επιτύμβιο μνημείο

Όπως η σιיωπή, η απάθεια ή η ανοχή είναι συνενοχή.

Εάν ύστερα από 3.000 περίπου χρόνια δεν μπορούμε να διיατηρήσουμε ζων̂τανές τις ευ̂φωνικές συνηχήσεις της γλώσσας μας, δεν είμαστε άξιοι να λεγόμαστε Έλληνες.

- Αιδώς, Αργείοι!


ΔΙ'ΕΥΚΡΙΝΙΣH:

 Όπου:   ˆ   το ευ̂φωνικό [ŋ] ή [ɱ] πριν από το δίψηφο σύμφωνο.

              י    η εκφορά των φθόγ̂γων χωριστά.


Άρης Βαφιάς, MA RCSSD
Καθ. Αγωγής Προφ. Λόγου & Φωνής